Δημοσθένης

Ὀλυνθιακὸς Βʹ

Μετάφραση-Σχόλια Νικ. Σ. Γκινόπουλος

Εις πολλάς μεν περιστάσεις, ω Αθηναίοι, μου φαίνεται ότι ημπορεί κανείς να ίδη την προς την πόλιν μας εύνοιαν του θεού, η οποία συχνά, πυκνά γίνεται φανερά— και προ πάντων εις τας σημερινάς μας υποθέσεις. Και ιδού πώς: Το να έχουν δηλαδή εκείνοι, που θα πολεμήσουν τον Φίλιππον, οι Ολύνθιοι, και χώραν γειτονικήν προς την χώραν του και δύναμιν αρκετήν—και το σπουδαιότατον εξ όλων να έχουν τοιαύτην ιδέαν περί του πολέμου, ώστε πάσαν συμφιλίωσιν με τον Φίλιππον να θεωρούν πρώτον μεν αναξίαν εμπιστοσύνης, έπειτα δε αναστάτωσιν και καταστροφήν της πατρίδος των, αι! αυτά δεν ομοιάζουν με κάποιαν υπεράνθρωπον και εντελώς θείαν ευεργεσίαν; [1] ἐπὶ πολλῶν μὲν ἄν τις ἰδεῖν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, δοκεῖ μοι τὴν παρὰ τῶν θεῶν εὔνοιαν φανερὰν γιγνομένην τῇ πόλει, οὐχ ἥκιστα δ᾽ ἐν τοῖς παροῦσι πράγμασι· τὸ γὰρ τοὺς πολεμήσοντας Φιλίππῳ γεγενῆσθαι καὶ χώραν ὅμορον καὶ δύναμίν τινα κεκτημένους, καὶ τὸ μέγιστον ἁπάντων, τὴν ὑπὲρ τοῦ πολέμου γνώμην τοιαύτην ἔχοντας ὥστε τὰς πρὸς ἐκεῖνον διαλλαγὰς πρῶτον μὲν ἀπίστους, εἶτα τῆς ἑαυτῶν πατρίδος νομίζειν ἀνάστασιν, δαιμονίᾳ τινὶ καὶ θείᾳ παντάπασιν ἔοικεν εὐεργεσίᾳ.
Δι' αυτό λοιπόν πρέπει, ώ Αθηναίοι —αφού ο θεός μας ευεργετεί— να εξετάσωμεν και ημείς το εξής πλέον: πώς δηλαδή να μη φανώμεν απέναντι του εαυτού μας ανάξιοι εκείνων, τα οποία ο θεός μας παρεχώρησε· διότι είνε αισχρόν — ή μάλλον είνε αισχρότατον να φαινώμεθα ότι παραμελούμεν και εγκαταλείπομεν όχι μόνον πόλεις και τόπους, των οποίων ήμεθα κύριοι άλλοτε. αλλ' ακόμη και συμμάχους, ως είνε οι Ολύνθιοι, και καταλλήλους περιστάσεις, ως είνε η σημερινή — πράγματα τα οποία αυτή η τύχη μας προητοίμασεν!... [2] δεῖ τοίνυν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τοῦτ᾽ ἤδη σκοπεῖν αὐτούς, ὅπως μὴ χείρους περὶ ἡμᾶς αὐτοὺς εἶναι δόξομεν τῶν ὑπαρχόντων, ὡς ἔστι τῶν αἰσχρῶν, μᾶλλον δὲ τῶν αἰσχίστων, μὴ μόνον πόλεων καὶ τόπων ὧν ἦμέν ποτε κύριοι φαίνεσθαι προϊεμένους, ἀλλὰ καὶ τῶν ὑπὸ τῆς τύχης παρασκευασθέντων συμμάχων καὶ καιρῶν.
Τώρα το να κάθωμαι να σας διηγούμαι με λεπτομέρειαν την δύναμιν του Φιλίππου και με τα λόγια αυτά να σας προτρέπω, ώ Αθηναίοι, να κάμνετε το καθήκον σας—αυτό νομίζω ότι δεν είνε σωστόν πράγμα. Αλλά διατί; Να σας το είπω· διότι μου φαίνεται ότι, όσα και αν είπη κανείς δι' αυτά, εις εκείνον μεν προξενούν τιμήν και δόξαν, ενώ εις σας τί προξενούν; Την μομφήν ίσως ότι δεν τα εκάματε καλά — αν όχι τίποτε χειρότερον.... Διότι εκείνος μεν, όσω περισσότερα— περισσότερα από ό,τι αξίζει —έχει κάμει, τόσω περισσότερον αξιοθαύμαστος εις τα μάτια όλων φαίνεται· ενώ σεις όσω χειρότερα από ό,τι έπρεπεν έχετε διευθύνει τας υποθέσεις σας, από τόσω μεγαλυτέραν εντροπήν εσκεπάσθητε! [3] τὸ μὲν οὖν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὴν Φιλίππου ῥώμην διεξιέναι καὶ διὰ τούτων τῶν λόγων προτρέπειν τὰ δέοντα ποιεῖν ὑμᾶς, οὐχὶ καλῶς ἔχειν ἡγοῦμαι. διὰ τί; ὅτι μοι δοκεῖ πάνθ᾽ ὅσ᾽ ἂν εἴποι τις ὑπὲρ τούτων, ἐκείνῳ μὲν ἔχειν φιλοτιμίαν, ἡμῖν δ᾽ οὐχὶ καλῶς πεπρᾶχθαι. ὁ μὲν γὰρ ὅσῳ πλείον᾽ ὑπὲρ τὴν ἀξίαν πεποίηκε τὴν αὑτοῦ, τοσούτῳ θαυμαστότερος παρὰ πᾶσι νομίζεται· ὑμεῖς δ᾽ ὅσῳ χεῖρον ἢ προσῆκε κέχρησθε τοῖς πράγμασι, τοσούτῳ πλείον᾽ αἰσχύνην ὠφλήκατε.
Αλλ' αυτά θα τα παραλείψω. Και θα τα παραλείψω, διότι εάν κανείς εξετάση τα πράγματα από την αληθινήν των όψιν, ία ίδη ότι αυτός έχει γίνει μεγάλος από εδώ τας Αθήνας— από ημάς(1) και όχι από την ιδικήν του δύναμιν —αφ' εαυτού του! Και δεν θεωρώ τώρα κατάλληλον την περίστασιν να ομιλήσω περί εκείνων, εις τους οποίους ο Φίλιππος χρεωστεί χάριν, διότι εξυπηρέτησαν τα σχέδια του, ενώ σεις πρέπει να τιμωρήσετε αυτούς· αλλά θα προσπαθήσω να σας είπω εκείνα μόνον, τα οποία, είνε δυνατόν να είπω και είνε συμφερώτερον να τα έχετε όλοι ακουσμένα και τα οποία θα εφαίνοντο διά τον Φίλιππον μία μεγάλη—μα μεγάλη κατηγορία—αν θέλετε να τα καλοεξετάσετε! [4] ταῦτα μὲν οὖν παραλείψω. καὶ γὰρ εἰ μετ᾽ ἀληθείας τις, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, σκοποῖτο, ἐνθένδ᾽ ἂν αὐτὸν ἴδοι μέγαν γεγενημένον, οὐχὶ παρ᾽ αὑτοῦ. ὧν οὖν ἐκεῖνος μὲν ὀφείλει τοῖς ὑπὲρ αὐτοῦ πεπολιτευμένοις χάριν, ὑμῖν δὲ δίκην προσήκει λαβεῖν, τούτων οὐχὶ νῦν ὁρῶ τὸν καιρὸν τοῦ λέγειν· ἃ δὲ καὶ χωρὶς τούτων ἔνι, καὶ βέλτιόν ἐστιν ἀκηκοέναι πάντας ὑμᾶς, καὶ μεγάλ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, κατ᾽ ἐκείνου φαίνοιτ᾽ ἂν ὀνείδη βουλομένοις ὀρθῶς δοκιμάζειν, ταῦτ᾽ εἰπεῖν πειράσομαι.
Το να ονομάζη κανείς τον Φίλιππον άνθρωπον επίορκον και ανάξιον εμπιστοσύνης, χωρίς να δείχνωμεν και τας πράξεις του—ημπορεί να είπη κανείς δικαίως ότι είνε κάποια κατηγορία— αλλά κατηγορία ανίσχυρος, κούφια· το δε να αναφέρη πάντα όσα έως τώρα έπραξε και εις όλα να τον αποδεικνύη τοιούτον— επίορκον και αναξιόπιστον, το πράγμα αυτό ολίγα λόγια χρειάζεται— διότι, όπου φυσικά ομιλούν τα πράγματα, είνε περιττά τα λόγια! Αλλά και διά δύο ακόμη λόγους θεωρώ συμφέρον να αναφερθούν αι πράξεις του, πρώτον μεν, ίνα εκείνος—το οποίον άλλως είνε και αληθινόν — φανή τιποτένιος, δεύτερον δε, ίνα ίδουν και οι καθ' υπερβολήν θαυμάζοντες και φοβούμενοι τον Φίλιππον ότι τάσωσεν όλα τα ψέμματα και τα τεχνάσματα, με τα οποία πρωτύτερα εξαπατών κατώρθωσε να αυξηθή και να γίνη μεγάλος και ότι εις το ίδιον τέλος κοντεύει να φθάση και η δύναμις του! [5] τὸ μὲν οὖν ἐπίορκον κἄπιστον καλεῖν ἄνευ τοῦ τὰ πεπραγμένα δεικνύναι λοιδορίαν εἶναί τις ἂν φήσειε κενὴν δικαίως· τὸ δὲ πάνθ᾽ ὅσα πώποτ᾽ ἔπραξε διεξιόντα ἐφ᾽ ἅπασι τούτοις ἐλέγχειν, καὶ βραχέος λόγου συμβαίνει δεῖσθαι, καὶ δυοῖν ἕνεχ᾽ ἡγοῦμαι συμφέρειν εἰρῆσθαι, τοῦ τ᾽ ἐκεῖνον, ὅπερ καὶ ἀληθὲς ὑπάρχει, φαῦλον φαίνεσθαι, καὶ τοὺς ὑπερεκπεπληγμένους ὡς ἄμαχόν τινα τὸν Φίλιππον ἰδεῖν ὅτι πάντα διεξελήλυθεν οἷς πρότερον παρακρουόμενος μέγας ηὐξήθη, καὶ πρὸς αὐτὴν ἥκει τὴν τελευτὴν τὰ πράγματ᾽ αὐτῷ.
Αλλά και εγώ ο ίδιος θα εθεώρουν τον Φίλιππον παρά πολύ φοβερόν και αξιοθαύμαστον άνθρωπον, εάν έβλεπον ότι έχει μεγαλώσει με πράξεις δικαίας· τώρα όμως δεν τον θεωρώ τοιούτον, διότι παρατηρών και σκεπτόμενος ευρίσκω ότι κατ' αρχάς μεν εξηπάτησε την αφέλειαν και ευπιστίαν μας —κατά την εποχήν κατά την οποίαν
μερικοί απεδίωκον από του βήματος αυτού ενθυμείσθε;—τους απεσταλμένους των Ολυνθίων, που ήθελον προφορικώς να διαπραγματευθώσι μαζί σας—και μας εξηπάτησε με την ψευδή υπόσχεσιν ότι θα μας παραδώση την Αμφίπολιν και με την εφεύρεσιν του περιφήμου εκείνου και πολυθρύλητου μυστικού (2
[6] ἐγὼ γάρ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, σφόδρ᾽ ἂν ἡγούμην καὶ αὐτὸς φοβερὸν τὸν Φίλιππον καὶ θαυμαστόν, εἰ τὰ δίκαια πράττονθ᾽ ἑώρων ηὐξημένον· νῦν δὲ θεωρῶν καὶ σκοπῶν εὑρίσκω τὴν μὲν ἡμετέραν εὐήθειαν τὸ κατ᾽ ἀρχάς, ὅτ᾽ Ὀλυνθίους ἀπήλαυνόν τινες ἐνθένδε βουλομένους ὑμῖν διαλεχθῆναι, τῷ τὴν Ἀμφίπολιν φάσκειν παραδώσειν καὶ τὸ θρυλούμενόν ποτ᾽ ἀπόρρητον ἐκεῖνο κατασκευάσαι,
μας εξηπάτησε δε κατόπιν με την άλωσιν της Ποτειδαίας, η οποία ήτο ιδική σας, και τους μεν πρότερον συμμάχους του—σας ηδίκησε, παρέδωκε δε αυτήν εις τους Ολυνθίους, ίνα προσελκύση εις την συμμαχίαν των. Τους Θεσσαλούς δε τώρα τελευταία εξηπάτησε με την υπόσχεσιν ότι θα παραδώση εις αυτούς την Μαγνησίαν και με την υπόσχεσιν ότι θα αναλάβη υπέρ αυτών τον Φωκικόν πόλεμον. Εν γένει δε δεν υπάρχει κανείς—εξ όσων εσχετίσθησαν με αυτόν—τον οποίον να μη εξηπάτησεν εκείνος· διότι εξαπατών κάθε φοράν την ανοησίαν των λαών και των πόλεων που δεν τον γνωρίζουν και παίρνων αυτούς με το μέρος του εμέγάλωσε τόσον πολύ.... [7] τούτῳ προσαγαγόμενον, τὴν δ᾽ Ὀλυνθίων φιλίαν μετὰ ταῦτα τῷ Ποτείδαιαν οὖσαν ὑμετέραν ἐξελεῖν καὶ τοὺς μὲν πρότερον συμμάχους [ὑμᾶς] ἀδικῆσαι, παραδοῦναι δ᾽ ἐκείνοις, Θετταλοὺς δὲ νῦν τὰ τελευταῖα τῷ Μαγνησίαν παραδώσειν ὑποσχέσθαι καὶ τὸν Φωκικὸν πόλεμον πολεμήσειν ὑπὲρ αὐτῶν ἀναδέξασθαι. ὅλως δ᾽ οὐδεὶς ἔστιν ὅντιν᾽ οὐ πεφενάκικ᾽ ἐκεῖνος τῶν αὐτῷ χρησαμένων· τὴν γὰρ ἑκάστων ἄνοιαν ἀεὶ τῶν ἀγνοούντων αὐτὸν ἐξαπατῶν καὶ προσλαμβάνων οὕτως ηὐξήθη.
Όπως λοιπόν ο Φίλιππος υψώθη και έγινε μεγάλος δι' εκείνων, οι οποίοι δεν τον ήξευραν και εγελάσθηκαν—διότι καθένας από αυτούς ενόμιζεν ότι αυτός θα κάμη κάτι τι συμφέρον δι' αυτόν—έτσι οφείλει δι' αυτών των ιδίων—αυτών που δεν τον ήξευραν και εγελάσθηκαν, να κρημνισθή πάλιν από την θέσιν, εις την οποίαν είχεν υψώθη, αφού τέλος πάντων έχει τρανώς αποδειχθή ότι κάμνει τα πάντα χάριν του ιδικού του συμφέροντος! Εις τοιαύτην λοιπόν κακήν κατάστασιν κατήντησαν αι υποθέσεις του Φιλίππου· εάν δε όσα λέγω δεν είναι ορθά, τότε ας παρουσιασθή όποιος θέλει εις το βήμα και ας αποδείξη εις εμέ ή καλλίτερα εις σας, ότι τάχα αυτά τα όποια λέγω εγώ δεν είναι αληθινά ή ότι εκείνο που εξηπατήθησαν κατ' αρχάς από τον Φίλιππον εις το
μέλλον θα έχωσιν εμπιστοσύνην εις αυτόν ή ν' αποδείξη ότι οι Θεσσαλοί, οι οποίοι υπεδουλώθησαν, χωρίς να τους αξίζη, τώρα δεν θα εγίνοντο ελεύθεροι—αν ήτο δυνατόν — με πολλήν χαράν και ευχαρίστησιν.
[8] ὥσπερ οὖν διὰ τούτων ἤρθη μέγας, ἡνίχ᾽ ἕκαστοι συμφέρον αὐτὸν ἑαυτοῖς ᾤοντό τι πράξειν, οὕτως ὀφείλει διὰ τῶν αὐτῶν τούτων καὶ καθαιρεθῆναι πάλιν, ἐπειδὴ πάνθ᾽ εἵνεχ᾽ ἑαυτοῦ ποιῶν ἐξελήλεγκται. καιροῦ μὲν δή, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πρὸς τοῦτο πάρεστι Φιλίππῳ τὰ πράγματα· ἢ παρελθών τις ἐμοί, μᾶλλον δ᾽ ὑμῖν δειξάτω, ἢ ὡς οὐκ ἀληθῆ ταῦτ᾽ ἐγὼ λέγω, ἢ ὡς οἱ τὰ πρῶτ᾽ ἐξηπατημένοι τὰ λοιπὰ πιστεύσουσιν, ἢ ὡς οἱ παρὰ τὴν αὑτῶν ἀξίαν δεδουλωμένοι [Θετταλοὶ] νῦν οὐκ ἂν ἐλεύθεροι γένοιντ᾽ ἄσμενοι.
Και όμως, αν κανείς από σας παραδέχεται μεν ότι έτσι είναι —όπως τα λέγω—νομίζη δε ότι διά της βίας ο Φίλιππος θα ημπορέση να συγκράτηση την αρχήν, τας κατακτήσεις και τους συμμάχους, και ότι θα τα συγκράτηση, επειδή έχει προκαταλάβει τα φρούρια και τους λιμένας και τα τοιαύτα, δεν σκέπτεται ορθώς. Διότι όταν οι σύμμαχοι συνδεθώσιν εξ αγάπης αμοιβαίας και όλοι οι συμμετέχοντες εις τον πόλεμον έχωσι τα ίδια συμφέροντα, είνε πρόθυμοι οι άνθρωποι και να κοπιάζουν μαζί και να υποφέρουν τας συμφοράς και να μένουν σταθεροί εις τους συμμάχους των· αλλ' όταν γίνη κανείς ισχυρός από αδικίαν και πλεονεξίαν— όπως αυτός—τότε η πρώτη μικρά αιτία και το παραμικρόν παραπάτημα όλα τα ανατρέπει και τα διαλύει. [9] καὶ μὴν εἴ τις ὑμῶν ταῦτα μὲν οὕτως ἔχειν ἡγεῖται, οἴεται δὲ βίᾳ καθέξειν αὐτὸν τὰ πράγματα τῷ τὰ χωρία καὶ λιμένας καὶ τὰ τοιαῦτα προειληφέναι, οὐκ ὀρθῶς οἴεται. ὅταν μὲν γὰρ ὑπ᾽ εὐνοίας τὰ πράγματα συστῇ καὶ πᾶσι ταὐτὰ συμφέρῃ τοῖς μετέχουσι τοῦ πολέμου, καὶ συμπονεῖν καὶ φέρειν τὰς συμφορὰς καὶ μένειν ἐθέλουσιν ἅνθρωποι· ὅταν δ᾽ ἐκ πλεονεξίας καὶ πονηρίας τις ὥσπερ οὗτος ἰσχύσῃ, ἡ πρώτη πρόφασις καὶ μικρὸν πταῖσμα ἅπαντ᾽ ἀνεχαίτισε καὶ διέλυσεν.
Διότι δεν είνε δυνατόν, όχι δεν είνε, ώ Αθηναίοι, με αδικίας και επιορκίας και ψεύδη να αποκτήση κανείς δύναμιν σταθεράν, αλλ' ό,τι δήποτε αποκτάται κατ' αυτόν τον τρόπον διά μίαν φοράν και δι' ολίγον καιρόν διαρκεί, και ημπορεί να ακμάσουν—αν η τύχη τα βοηθήση—, και να ακμάσουν πολύ, τρεφόμενα με ελπίδας, αλλ' όμως με τον καιρόν ανακαλύπτονται και μόνα των καταρρέουν. Διότι όπως —καθώς νομίζω—αι βάσεις της οικίας και του πλοίου και των άλλων τοιούτων πρέπει να είνε δυνατώταται, τοιουτοτρόπως και των πράξεων αι αρχαί και τα θεμέλια πρέπει να είνε αληθή και δίκαια. Αλλά τούτο δεν υπάρχει τώρα εις τας πράξεις του Φιλίππου... [10] οὐ γὰρ ἔστιν, οὐκ ἔστιν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἀδικοῦντα κἀπιορκοῦντα καὶ ψευδόμενον δύναμιν βεβαίαν κτήσασθαι, ἀλλὰ τὰ τοιαῦτ᾽ εἰς μὲν ἅπαξ καὶ βραχὺν χρόνον ἀντέχει, καὶ σφόδρα γ᾽ ἤνθησ᾽ ἐπὶ ταῖς ἐλπίσιν, ἂν τύχῃ, τῷ χρόνῳ δὲ φωρᾶται καὶ περὶ αὑτὰ καταρρεῖ. ὥσπερ γὰρ οἰκίας, οἶμαι, καὶ πλοίου καὶ τῶν ἄλλων τῶν τοιούτων τὰ κάτωθεν ἰσχυρότατ᾽ εἶναι δεῖ, οὕτω καὶ τῶν πράξεων τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ὑποθέσεις ἀληθεῖς καὶ δικαίας εἶναι προσήκει. τοῦτο δ᾽ οὐκ ἔνι νῦν ἐν τοῖς πεπραγμένοις Φιλίππῳ.
Φρονώ λοιπόν ότι πρέπει σεις να τρέξετε εις βοήθειαν των Ολυνθίων και είμαι ευχαριστημένος να βοηθήτε με τον τρόπον με τον οποίον και οιοσδήποτε άλλος ήθελε προτείνει, αρκεί η βοήθεια να είνε καλλίστη και ταχύτατη· προς δε τους Θεσσαλούς φρονώ ότι πρέπει να στείλετε απεσταλμένους, οι οποίοι εις μεν τους μη γνωρίζοντας τον Φίλιππον να γνωρίσουν τον χαρακτήρα
του και το ετοιμόρροπον του κράτους του, τους δε γνωρίζοντας αυτόν, αλλ' εκ φόβου διστάζοντας, να παροξύνουν και ενθαρρύνουν— διότι άλλως και τώρα έχουν αποφασίσει να ζητήσωσι πάλιν από αυτόν τας Παγασάς—αλλά και περί της Μαγνησίας να κάμουν λόγον.
[11] φημὶ δὴ δεῖν ἡμᾶς τοῖς μὲν Ὀλυνθίοις βοηθεῖν, καὶ ὅπως τις λέγει κάλλιστα καὶ τάχιστα, οὕτως ἀρέσκει μοι· πρὸς δὲ Θετταλοὺς πρεσβείαν πέμπειν, ἣ τοὺς μὲν διδάξει ταῦτα, τοὺς δὲ παροξυνεῖ· καὶ γὰρ νῦν εἰσιν ἐψηφισμένοι Παγασὰς ἀπαιτεῖν καὶ περὶ Μαγνησίας λόγους ποιεῖσθαι.
Αλλά το εξής. ώ Αθηναίοι, να εξετάσετε—πώς δηλαδή οι εκ μέρους μας στελλόμενοι απεσταλμένοι πώς να μη είπωσι λόγια μόνον, αλλά να έχουν και να επιδεικνύουν και έργον τι σπουδαίον—και θα επιδεικνύουν έργον τι σπουδαίον, αν ημείς εκστρατεύσωμεν σύμφωνα με την αξίαν της πόλεως—αυτοπροσώπως δηλαδή και με σπουδαίας δυνάμεις — και όταν είμεθα παρόντες εις τα έργα, διότι κάθε λόγος, όταν λείπουν τα έργα, φαίνεται πράγμα κούφιο και ανωφελές—και προ πάντων ο εκ μέρους της πόλεως μας λόγος· διότι, με όσω μεγαλυτέραν ευκολίαν φαινόμεθα ότι τον μεταχειριζόμεθα, τόσω περισσότερον όλοι δυσπιστούσι προς αυτόν. [12] σκοπεῖσθε μέντοι τοῦτ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅπως μὴ λόγους ἐροῦσιν μόνον οἱ παρ᾽ ἡμῶν πρέσβεις, ἀλλὰ καὶ ἔργον τι δεικνύειν ἕξουσιν ἐξεληλυθότων ὑμῶν ἀξίως τῆς πόλεως καὶ ὄντων ἐπὶ τοῖς πράγμασιν, ὡς ἅπας μὲν λόγος, ἂν ἀπῇ τὰ πράγματα, μάταιόν τι φαίνεται καὶ κενόν, μάλιστα δ᾽ ὁ παρὰ τῆς ἡμετέρας πόλεως· ὅσῳ γὰρ ἑτοιμότατ᾽ αὐτῷ δοκοῦμεν χρῆσθαι, τοσούτῳ μᾶλλον ἀπιστοῦσι πάντες αὐτῷ.
Πρέπει λοιπόν να δείξωμεν ότι πολύ εγκατελείψαμεν τας παλαιάς μεθόδους και συνήθειας και ότι μεγάλως μετεβλήθημεν — και να το δείξωμεν συνεισφέροντες, εκστρατεύοντες, προθύμως κάμνοντες ό,τι πρέπει—αν βέβαια θέλετε να σας δώσουν προσοχήν και να προσέξουν εις όσα θα τους είπητε. Και αν θελήσετε να τα εκτελέσετε αυτά—και να τα εκτελέσετε αμέσως και όπως πρέπει—αι τότε θα φανερωθούν ότι όχι μόνον οι σύμμαχοι του Φιλίππου συνδέονται ασθενώς με αυτόν και δεν έχουν εμπιστοσύνην, αλλά και η ιδική του εξουσία και δύναμις θα αποδειχθή ότι ευρίσκεται εις κακήν κατάστασιν, ότι είναι ετοιμόρροπος.... [13] πολλὴν δὴ τὴν μετάστασιν καὶ μεγάλην δεικτέον τὴν μεταβολήν, εἰσφέροντας, ἐξιόντας, ἅπαντα ποιοῦντας ἑτοίμως, εἴπερ τις ὑμῖν προσέξει τὸν νοῦν. κἂν ταῦτ᾽ ἐθελήσηθ᾽ ὡς προσήκει καὶ δὴ περαίνειν, οὐ μόνον, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὰ συμμαχικὰ ἀσθενῶς καὶ ἀπίστως ἔχοντα φανήσεται Φιλίππῳ, ἀλλὰ καὶ τὰ τῆς οἰκείας ἀρχῆς καὶ δυνάμεως κακῶς ἔχοντ᾽ ἐξελεγχθήσεται.
Διότι εν γένει μεν η Μακεδόνικη δύναμις και εξουσία προσθετομένη εις άλλην δύναμιν, είνε κάποια δύναμις μεγάλη, όπως υπήρξε μίαν φοράν εις σας—επί Τιμοθέου, εναντίον των Ολυνθίων· όπως πάλιν έπειτα εις τους Ολυνθίους κατά της Ποτειδαίας (3)· και μετά των δύο τούτων συμμαχήσασα εφάνη όντως δύναμις αξιόλογος· και τώρα τελευταίως, που έτρεξεν εις βοήθειαν των Θεσσαλών—ευρισκομένων εις εμφυλίους έριδας και ταραχάς— εναντίον των τυράννων Λυκόφρονος και Πυθολάου· άλλως τε όπου και αν προσθέση κανείς δύναμιν, έστω και μικράν, πάντα ωφέλειαν, καθώς εγώ φρονώ, προξενεί· μόνη της όπως και χωρίς σύμμαχον η Μακεδονική δύναμις και εξουσία είνε αδύνατη και γεμάτη από πολλά κακά. [14] ὅλως μὲν γὰρ ἡ Μακεδονικὴ δύναμις καὶ ἀρχὴ ἐν μὲν προσθήκῃ μερίς ἐστί τις οὐ μικρά, οἷον ὑπῆρξέ ποθ᾽ ὑμῖν ἐπὶ Τιμοθέου πρὸς Ὀλυνθίους· πάλιν αὖ πρὸς Ποτείδαιαν Ὀλυνθίοις ἐφάνη τι τοῦτο συναμφότερον· νυνὶ δὲ Θετταλοῖς νοσοῦσι καὶ τεταραγμένοις ἐπὶ τὴν τυραννικὴν οἰκίαν ἐβοήθησεν· καὶ ὅποι τις ἄν, οἶμαι, προσθῇ κἂν μικρὰν δύναμιν, πάντ᾽ ὠφελεῖ· αὐτὴ δὲ καθ᾽ αὑτὴν ἀσθενὴς καὶ πολλῶν κακῶν ἐστι μεστή.
Διότι και αυτός με όλα εκείνα — ένεκα των οποίων θα ημπορούσε κανείς να τον νομίση μεγάλον—τους πολέμους και τας εκστρατείας—την έκαμε ακόμη περισσότερον αδύνατον από ό,τι φυσικά ήτο. Διότι νομίζετε, ώ Αθηναίοι, ότι ευρίσκουν ευχαρίστησιν εις τα ίδια πράγματα και ο Φίλιππος και οι υπήκοοί του; Κάθε άλλο· αλλ' αυτός μεν επιθυμεί δόξαν—και την επιζητεί με θέρμην, με ζήλον—και έχει λάβει μίαν απόφασιν —εργαζόμενος και ριψοκινδυνεύων—να πάθη ό,τι δήποτε κακόν και αν συμβή— και τούτο, διότι επροτίμησεν, αντί της ησύχου και ασφαλούς ζωής, να αποκτήση την δόξαν: ότι αυτός μόνος κατώρθωσεν εκείνα, τα οποία κανείς άλλος βασιλεύς της Μακεδονίας δεν κατώρθωσεν έως τώρα!... [15] καὶ γὰρ οὗτος ἅπασι τούτοις, οἷς ἄν τις μέγαν αὐτὸν ἡγήσαιτο, τοῖς πολέμοις καὶ ταῖς στρατείαις, ἔτ᾽ ἐπισφαλεστέραν ἢ ὑπῆρχε φύσει κατεσκεύακεν αὑτῷ. μὴ γὰρ οἴεσθ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τοῖς αὐτοῖς Φίλιππόν τε χαίρειν καὶ τοὺς ἀρχομένους, ἀλλ᾽ ὁ μὲν δόξης ἐπιθυμεῖ καὶ τοῦτ᾽ ἐζήλωκε, καὶ προῄρηται πράττων καὶ κινδυνεύων, ἂν συμβῇ τι, παθεῖν, τὴν τοῦ διαπράξασθαι ταῦθ᾽ ἃ μηδεὶς πώποτ᾽ ἄλλος Μακεδόνων βασιλεὺς δόξαν ἀντὶ τοῦ ζῆν ἀσφαλῶς ᾑρημένος
Οι υπήκοοι του όμως δεν λαμβάνουν μερίδιον από την δόξαν των κατορθωμάτων αυτών, αλλά ταλαιπωρούμενοι με τας ατελείωτους αυτάς εκστρατείας—εκστρατείας που γίνονται άνω και κάτω—πάσχουν και βασανίζονται ακαταπαύστως, διότι ούτε εις τας γεωργικάς των εργασίας ημπορούν να καταγίνουν ούτε εις τας οικιακάς των υποθέσεις, ούτε όσα —όπως-όπως παράγουν—ημπορούν να τα πωλήσουν, διότι είνε κεκλεισμένοι οι λιμένες του τόπου ένεκα του πολέμου. [16] τοῖς δὲ τῆς μὲν φιλοτιμίας τῆς ἀπὸ τούτων οὐ μέτεστι, κοπτόμενοι δ᾽ ἀεὶ ταῖς στρατείαις ταύταις ταῖς ἄνω κάτω λυποῦνται καὶ συνεχῶς ταλαιπωροῦσιν, οὔτ᾽ ἐπὶ τοῖς ἔργοις οὔτ᾽ ἐπὶ τοῖς αὑτῶν ἰδίοις ἐώμενοι διατρίβειν, οὔθ᾽ ὅσ᾽ ἂν ποιήσωσιν οὕτως ὅπως ἂν δύνωνται, ταῦτ᾽ ἔχοντες διαθέσθαι κεκλειμένων τῶν ἐμπορίων τῶν ἐν τῇ χώρᾳ διὰ τὸν πόλεμον.
Τώρα πως διάκειται ο Μακεδονικός λαός προς τον Φίλιππον ευκόλως ημπορεί κανείς να εννοήση από όσα παραπάνω είπα· αλλά και αυτοί οι μισθοφόροι και σωματοφυλακές του—οι οποίοι φημίζονται ότι είνε αξιοθαύμαστοι και γυμνασμένοι εις τα πολεμικά—καθώς εγώ έμαθον από κάποιον, ο οποίος έζησεν εις την
Μακεδονίαν και είνε άνθρωπος ανίκανος να είπη ψεύματα, δεν είνε και αυτοί καλύτεροι από κανένα εκ των άλλων, αλλά χειρότεροι.
[17] οἱ μὲν οὖν πολλοὶ Μακεδόνων πῶς ἔχουσι Φιλίππῳ, ἐκ τούτων ἄν τις σκέψαιτ᾽ οὐ χαλεπῶς· οἱ δὲ δὴ περὶ αὐτὸν ὄντες ξένοι καὶ πεζέταιροι δόξαν μὲν ἔχουσιν ὡς εἰσὶ θαυμαστοὶ καὶ συγκεκροτημένοι τὰ τοῦ πολέμου, ὡς δ᾽ ἐγὼ τῶν ἐν αὐτῇ τῇ χώρᾳ γεγενημένων τινὸς ἤκουον, ἀνδρὸς οὐδαμῶς οἵου τε ψεύδεσθαι, οὐδένων εἰσὶν βελτίους.
Διότι, και αν υπάρχη μεταξύ αυτών κανείς ολίγον έμπειρος του πολέμου και των μαχών, όλους αυτούς—μου είπεν ο άνθρωπος εκείνος—τους παραγκωνίζει ο Φίλιππος ένεκα της μεγάλης του φιλοδοξίας, διότι θέλει όλα τα έργα να νομίζωνται ιδικά του— επειδή εκτός των άλλων και κατά την φιλοπρωτίαν είνε άφθαστος και ανυπέρβλητος ο άνθρωπος αυτός· εάν δε είνε πάλιν κανένας άλλος μεταξύ αυτών από άλλην έποψιν εγκρατής ή δίκαιος, ο οποίος να μη ημπορή να υποφέρη την καθημερινήν του βίου ασωτίαν και την μέθην και τους ασέμνους χορούς,—μου έλεγεν—ότι και ο τοιούτος περιφρονείται και δεν λογαριάζεται διά τίποτε. [18] εἰ μὲν γάρ τις ἀνήρ ἐστιν ἐν αὐτοῖς οἷος ἔμπειρος πολέμου καὶ ἀγώνων, τούτους μὲν φιλοτιμίᾳ πάντας ἀπωθεῖν αὐτὸν ἔφη, βουλόμενον πάνθ᾽ αὑτοῦ δοκεῖν εἶναι τἄργα (πρὸς γὰρ αὖ τοῖς ἄλλοις καὶ τὴν φιλοτιμίαν ἀνυπέρβλητον εἶναι )· εἰ δέ τις σώφρων ἢ δίκαιος ἄλλως, τὴν καθ᾽ ἡμέραν ἀκρασίαν τοῦ βίου καὶ μέθην καὶ κορδακισμοὺς οὐ δυνάμενος φέρειν, παρεῶσθαι καὶ ἐν οὐδενὸς εἶναι μέρει τὸν τοιοῦτον.
Τότε ποίοι υπολείπονται εις αυτόν; Υπολείπονται οι άτακτοι στρατιώται—οι πλιατσικολόγοι και οι κόλακες και άλλοι τοιούτοι, οι οποίοι, αφού μεθύσουν, χορεύουν τέτοιους χορούς, τους οποίους εγώ τώρα εντρέπομαι να σας τους ονομάσω!... Αυτά μου έλεγεν ο άνθρωπος εκείνος—και είνε φανερόν ότι αυτά είνε αληθινά. Διότι εκείνους τους οποίους πάντες εξεδίωκον απ' εδώ—επειδή ήσαν πολύ αχρειότεροι των αγυρτών, π. χ. τον Καλλίαν τον περήφημον δημόσιον υπηρέτην και άλλους τοιούτους ανθρώπους— γελωτοποιούς και ποιητάς αισχρών ασμάτων, τα οποία συνθέτουν διά να κινώσι τον γέλωτα των παρευρισκομένων—αυτούς αγαπά ο Φίλιππος και αυτούς έχει κοντά του!... [19] λοιποὺς δὴ περὶ αὐτὸν εἶναι λῃστὰς καὶ κόλακας καὶ τοιούτους ἀνθρώπους οἵους μεθυσθέντας ὀρχεῖσθαι τοιαῦθ᾽ οἷ᾽ ἐγὼ νῦν ὀκνῶ πρὸς ὑμᾶς ὀνομάσαι. δῆλον δ᾽ ὅτι ταῦτ᾽ ἐστὶν ἀληθῆ· καὶ γὰρ οὓς ἐνθένδε πάντες ἀπήλαυνον ὡς πολὺ τῶν θαυματοποιῶν ἀσελγεστέρους ὄντας, Καλλίαν ἐκεῖνον τὸν δημόσιον καὶ τοιούτους ἀνθρώπους, μίμους γελοίων καὶ ποιητὰς αἰσχρῶν ᾀσμάτων, ὧν εἰς τοὺς συνόντας ποιοῦσιν εἵνεκα τοῦ γελασθῆναι, τούτους ἀγαπᾷ καὶ περὶ αὑτὸν ἔχει.
Αυτά δεν είνε σπουδαία; αλλά και αν κανείς τα θεωρή μικρά, ω Αθηναίοι, διά τους φρονίμους ανθρώπους όμως είνε μεγάλαι αποδείξεις της κακογνωμίας και της κακομοιριάς εκείνου. Αλλά τώρα, καθώς φρονώ, τα επισκοτίζουν και τα σκεπάζουν αι επιτυχίαι του—διότι αι τυχηραί επιτυχίαι είνε φοβεραί εις το να συγκρύπτουν τα τοιαύτα αίσχη! Αν όμως ο Φίλιππος πάθη καμμίαν αποτυχίαν, τότε θα αποκαλυφθούν τα πάντα με ακρίβειαν και θα ιδήτε ότι είνε τοιαύτα. Και μου φαίνεται, ώ Αθηναίοι, ότι αυτό εντός ολίγου θα φανή, αν θελήση ο θεός και σεις έχητε απόφασιν να δράσετε. [20] καίτοι ταῦτα, καὶ εἰ μικρά τις ἡγεῖται, μεγάλ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, δείγματα τῆς ἐκείνου γνώμης καὶ κακοδαιμονίας ἐστὶ τοῖς εὖ φρονοῦσιν. ἀλλ᾽, οἶμαι, νῦν μὲν ἐπισκοτεῖ τούτοις τὸ κατορθοῦν· αἱ γὰρ εὐπραξίαι δειναὶ συγκρύψαι τὰ τοιαῦτ᾽ ὀνείδη· εἰ δέ τι πταίσει, τότ᾽ ἀκριβῶς αὐτοῦ ταῦτ᾽ ἐξετασθήσεται. δοκεῖ δ᾽ ἔμοιγ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, δείξειν οὐκ εἰς μακράν, ἂν οἵ τε θεοὶ θέλωσι καὶ ὑμεῖς βούλησθε.
Διότι όπως συμβαίνει και εις τα σώματα των ανθρώπων—εφ' όσον δηλαδή είνε κανείς υγιής και δυνατός, δεν αισθάνεται αν κανέν από τα μέλη του είνε ασθενικόν, όταν όμως συμβή καμμία αρρώστια, τότε όλα εξεγείρονται, είτε διάρρηξις αγγείου είνε, είτε στραγγάλισμα, είτε και άλλο τι εκ των μελών του, είνε σεσαθρωμένον—το ίδιον συμβαίνει και με τα κακά των πόλεων και των τυράννων— εφ' όσον δηλαδή ούτοι πολεμούσιν εκτός της χώρας των, είνε αφανή εις τον λαόν, όταν όμως γίνη κανένας πόλεμος γειτονικός, αι τότε αυτός όλα τα ξεσκεπάζει. [21] ὥσπερ γὰρ ἐν τοῖς σώμασιν, τέως μὲν ἂν ἐρρωμένος ᾖ τις, οὐδὲν ἐπαισθάνεται, ἐπὰν δ᾽ ἀρρώστημά τι συμβῇ, πάντα κινεῖται, κἂν ῥῆγμα κἂν στρέμμα κἂν ἄλλο τι τῶν ὑπαρχόντων σαθρὸν ᾖ, οὕτω καὶ τῶν πόλεων καὶ τῶν τυράννων, ἕως μὲν ἂν ἔξω πολεμῶσιν, ἀφανῆ τὰ κακὰ τοῖς πολλοῖς ἐστιν, ἐπειδὰν δ᾽ ὅμορος πόλεμος συμπλακῇ, πάντ᾽ ἐποίησεν ἔκδηλα.
Εάν δε κανείς από σας, ώ Αθηναίοι, βλέπων τον Φίλιππον ευτυχούντα νομίζη ότι διά τον λόγον αυτόν είνε και δυσκολοπολέμητος, μεταχειρίζεται,—δεν λέγω όχι, σκέψιν φρονίμου ανθρώπου—διότι έχει τω όντι μεγάλην δύναμιν η τύχη εις τα ανθρώπινα πράγματα, ή μάλλον αυτή είνε το πάν, αυτή εξουσιάζει και διευθύνει τα πάντα· βεβαίως τον ευνοεί η τύχη, αλλ' όμως εγώ — εάν μου έδιδε κανείς το δικαίωμα να εκλέξω, θα επροτιμούσα από την τύχην εκείνου την τύχην της ιδικής μας πόλεως, αρκεί και λιγάκι να θέλετε σεις να κάμνετε όσα επιβάλλονται υπό της αξιοπρεπείας· διότι βλέπω ότι σεις έχετε περισσοτέρους λόγους εις το να έχετε την εύνοιαν του θεού, παρ' δ,τι έχει εκείνος. [22] εἰ δέ τις ὑμῶν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὸν Φίλιππον εὐτυχοῦνθ᾽ ὁρῶν ταύτῃ φοβερὸν προσπολεμῆσαι νομίζει, σώφρονος μὲν ἀνθρώπου λογισμῷ χρῆται· μεγάλη γὰρ ῥοπή, μᾶλλον δὲ τὸ ὅλον ἡ τύχη παρὰ πάντ᾽ ἐστὶ τὰ τῶν ἀνθρώπων πράγματα· οὐ μὴν ἀλλ᾽ ἔγωγε, εἴ τις αἵρεσίν μοι δοίη, τὴν τῆς ἡμετέρας πόλεως τύχην ἂν ἑλοίμην, ἐθελόντων ἃ προσήκει ποιεῖν ὑμῶν αὐτῶν καὶ κατὰ μικρόν, ἢ τὴν ἐκείνου· πολὺ γὰρ πλείους ἀφορμὰς εἰς τὸ τὴν παρὰ τῶν θεῶν εὔνοιαν ἔχειν ὁρῶ ὑμῖν ἐνούσας ἢ ᾽κείνῳ.
Αλλά καθήμεθα—νομίζω—ακίνητοι· χωρίς να κάμνωμεν τίποτε. Και δεν είνε βέβαια δυνατόν, εν ω ένας άνθρωπος μένει αργός, ούτε εις τους φίλους του να επιβάλλη να κάμνουν κάτι τι διά λογαριασμόν του, πολύ δε ολιγώτερον δεν είνε δυνατόν να το επιβάλλη εις τον θεόν. Ό Φίλιππος εκστρατεύει, κοπιάζει και είνε πανταχού παρών, ούτε κατάλληλον περίστασιν αφήνει ούτε καμμίαν εποχήν του έτους, καθ' όν χρόνον ημείς αναβάλλομεν και αποφασίζομεν και ζητούμεν να μάθωμεν νέα. Διατί να θαυμάζωμεν ό,τι μας υπερτερεί; Εγώ δεν θαυμάζω διά τούτο· τουναντίον θα εθαύμαζα περισσότερον, αν ημείς—χωρίς να κάμνωμεν τίποτε — υπερτερούσαμεν εκείνον, ο οποίος κάμνει παν ό,τι πρέπει. [23] ἀλλ᾽, οἶμαι, καθήμεθ᾽ οὐδὲν ποιοῦντες· οὐκ ἔνι δ᾽ αὐτὸν ἀργοῦντ᾽ οὐδὲ τοῖς φίλοις ἐπιτάττειν ὑπὲρ αὑτοῦ τι ποιεῖν, μή τί γε δὴ τοῖς θεοῖς. οὐ δὴ θαυμαστόν ἐστιν, εἰ στρατευόμενος καὶ πονῶν ἐκεῖνος αὐτὸς καὶ παρὼν ἐφ᾽ ἅπασι καὶ μήτε καιρὸν μήθ᾽ ὥραν παραλείπων ἡμῶν μελλόντων καὶ ψηφιζομένων καὶ πυνθανομένων περιγίγνεται. οὐδὲ θαυμάζω τοῦτ᾽ ἐγώ· τοὐναντίον γὰρ ἂν ἦν θαυμαστόν, εἰ μηδὲν ποιοῦντες ἡμεῖς ὧν τοῖς πολεμοῦσι προσήκει τοῦ πάντα ποιοῦντος περιῆμεν.
Αλλ' εν άλλο θαυμάζω — το εξής: ότι σεις μίαν φοράν (4),
ώ Αθηναίοι, επήρατε τα όπλα εναντίον των Λακεδαιμονίων χάριν της αυτονομίας και της ελευθερίας των ελληνικών πόλεων και εν ω πολλά πολλάς φοράς θα ημπορούσατε να ωφεληθήτε ιδιαιτέρως, δεν ηθελήσατε να το κάμετε· αλλά διά να εύρωσιν οι άλλοι το δίκαιον των εξωδεύσατε τα ιδικά σας χρήματα συνεισφέροντες, και εκστρατεύοντες εξετίθεσθε πρώτοι εις τον κίνδυνον και
σήμερον — τί παράξενον! — διστάζετε να εκστρατεύσετε και βραδύνετε να συνεισφέρετε, αφού πρόκειται χάριν των εν Θράκη και Μακεδονία κτήσεων σας, και τους μεν άλλους έχετε σώσει πολλάς φοράς — και όλους μαζί και καθένα εξ αυτών χωριστά — τώρα δε χάνοντες τα ιδικά σας μένετε με σταυρωμένα χέρια!
[24] ἀλλ᾽ ἐκεῖνο θαυμάζω, εἰ Λακεδαιμονίοις μέν ποτ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὑπὲρ τῶν Ἑλληνικῶν δικαίων ἀντήρατε, καὶ πόλλ᾽ ἰδίᾳ πλεονεκτῆσαι πολλάκις ὑμῖν ἐξὸν οὐκ ἠθελήσατε, ἀλλ᾽ ἵν᾽ οἱ ἄλλοι τύχωσι τῶν δικαίων, τὰ ὑμέτερ᾽ αὐτῶν ἀνηλίσκετ᾽ εἰσφέροντες καὶ προυκινδυνεύετε στρατευόμενοι, νυνὶ δ᾽ ὀκνεῖτ᾽ ἐξιέναι καὶ μέλλετ᾽ εἰσφέρειν ὑπὲρ τῶν ὑμετέρων αὐτῶν κτημάτων, καὶ τοὺς μὲν ἄλλους σεσώκατε πολλάκις πάντας καὶ καθ᾽ ἕν᾽ αὐτῶν ἐν μέρει, τὰ δ᾽ ὑμέτερ᾽ αὐτῶν ἀπολωλεκότες κάθησθε.
Αυτά εγώ θαυμάζω, αλλά και το εξής ακόμη: ότι κανείς από σας δεν θέλει, ώ Αθηναίοι, να συλλογισθή πόσον χρόνον πολεμείτε με τον Φίλιππον — εννέα χρόνια τώρα! — και πως εξωδεύθη ο καιρός αυτός. Διότι ηξεύρετε βέβαια πως επέρασεν όλος αυτός ο καιρός — επέρασεν, εν ω ανεβάλλετε να ενεργήσετε, εν ώ ηλπίζετε ότι άλλοι θα σας τα κάμουν (5), εν ω ο ένας κατηγορούσε τον άλλον, ενώ εδικάζετε τους στρατηγούς ως ανικάνους, εν ώ πάλιν ηλπίζετε από αυτούς ότι θα κάμουν το καθήκον των και εν ω σχεδόν εκάμνετε τα ίδια, τα οποία τώρα δα κάμνετε!... [25] ταῦτα θαυμάζω, κἄτι πρὸς τούτοις, εἰ μηδεὶς ὑμῶν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, δύναται λογίσασθαι πόσον πολεμεῖτε χρόνον Φιλίππῳ, καὶ τί ποιούντων ὑμῶν ὁ χρόνος διελήλυθεν οὗτος. ἴστε γὰρ δήπου τοῦθ᾽, ὅτι μελλόντων αὐτῶν, ἑτέρους τινὰς ἐλπιζόντων πράξειν, αἰτιωμένων ἀλλήλους, κρινόντων, πάλιν ἐλπιζόντων, σχεδὸν ταὔθ᾽ ἅπερ νυνὶ ποιούντων, ἅπας ὁ χρόνος διελήλυθεν.
Έπειτα είσθε τόσον ασυλλόγιστοι, ώ Αθηναίοι, ώστε ελπίζετε ότι αι υποθέσεις της πατρίδος θα γίνουν από ελεειναί καλαί και ωφέλιμοι με την ιδίαν — την τεμπέλικην τακτικήν σας, διά της οποίας από καλαί και ωφέλιμοι έγιναν ελεειναί; Αλλ' αυτό ούτε εύλογον είνε, ούτε φυσικόν διότι εκ φύσεως είνε πολύ ευκολώτερον να διαφυλάττη κανείς κάθε πράγμα, όταν το έχη, παρά να το αποκτήση. Τώρα όμως ένεκα του πολέμου τίποτε δεν μας υπολείπεται εκ των πρωτυτερινών μας κτήσεων (6), το οποίον να φυλάξωμεν, αλλά πρέπει πάλιν να τας αποκτήσωμεν. Και τούτο είνε έργον ημών των ιδίων τώρα πλέον!... [26] εἶθ᾽ οὕτως ἀγνωμόνως ἔχετ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὥστε δι᾽ ὧν ἐκ χρηστῶν φαῦλα τὰ πράγματα τῆς πόλεως γέγονεν, διὰ τούτων ἐλπίζετε τῶν αὐτῶν πράξεων ἐκ φαύλων αὐτὰ χρηστὰ γενήσεσθαι; ἀλλ᾽ οὔτ᾽ εὔλογον οὔτ᾽ ἔχον ἐστὶ φύσιν τοῦτό γε· πολὺ γὰρ ῥᾷον ἔχοντας φυλάττειν ἢ κτήσασθαι πάντα πέφυκεν. νῦν δ᾽ ὅ τι μὲν φυλάξομεν, οὐδέν ἐσθ᾽ ὑπὸ τοῦ πολέμου λοιπὸν τῶν πρότερον, κτήσασθαι δὲ δεῖ. αὐτῶν οὖν ἡμῶν ἔργον τοῦτ᾽ ἤδη.
Φρονώ λοιπόν ότι πρέπει να συνεισφέρετε χρήματα, και να εκστρατεύσετε προθύμως σεις οι ίδιοι—και όχι διά μισθοφόρων— πρέπει να μη κατηγορήτε κανένα προτού νικήσετε, αλλ' εκείνην την στιγμήν να κρίνετε τους άνδρας επί τη βάσει των πράξεών των. και να τιμήσετε τους αξίους επαίνου και να τιμωρήσετε όσους δεν έκαμαν το καθήκόν των, πρέπει ακόμη να αφαιρέσετε τας προφάσεις των στρατηγών και τα εκ μέρους σας καθυστερήσματα· διότι δεν είνε δυνατόν—ούτε δίκαιον—να εξετάζη κανείς αυστηρώς τας πράξεις των άλλων, εάν πρωτύτερα δεν παραχωρηθώσιν από σας όσα χρειάζονται. [27] φημὶ δὴ δεῖν εἰσφέρειν χρήματα, αὐτοὺς ἐξιέναι προθύμως, μηδέν᾽ αἰτιᾶσθαι πρὶν ἂν τῶν πραγμάτων κρατήσητε, τηνικαῦτα δ᾽ ἀπ᾽ αὐτῶν τῶν ἔργων κρίναντας τοὺς μὲν ἀξίους ἐπαίνου τιμᾶν, τοὺς δ᾽ ἀδικοῦντας κολάζειν, τὰς προφάσεις δ᾽ ἀφελεῖν καὶ τὰ καθ᾽ ὑμᾶς ἐλλείμματα· οὐ γὰρ ἔστι πικρῶς ἐξετάσαι τί πέπρακται τοῖς ἄλλοις, ἂν μὴ παρ᾽ ὑμῶν αὐτῶν πρῶτον ὑπάρξῃ τὰ δέοντα.
Διότι διά ποίον λόγον, ώ Αθηναίοι, νομίζετε ότι αποφεύγουν τον εναντίον του Φιλίππου πόλεμον πάντες οι στρατηγοί, τους οποίους ηθέλετε στείλει και εφευρίσκουν ιδιωτικούς πολέμους— διά να είπω ολίγην μαύρην αλήθειαν και διά τους στρατηγούς; Ιδού διατί· διότι εδώ μεν εις τον εναντίον του Φιλίππου πόλεμον τα κέρδη θα είνε ιδικά σας —διότι χάριν υμών γίνεται ο πόλεμος — και αν καταληφθή η Αμφίπολις σεις θα την πάρετε αμέσως, ενώ οι στρατηγοί έχουν ως κέρδος τους κινδύνους και αυτούς χωρίς κανένα μισθόν! Εκεί δε εις τους ιδιωτικούς πολέμους οι κίνδυνοι μεν είνε ολιγώτεροι, τα δε λάφυρα ανήκουν εις τους στρατηγούς και στρατιώτας —η Λάμψακος, το Σίγειον (7) και τα πλοία τα οποία γυμνώνουν. Έκαστος λοιπόν επιδιώκει, βλέπετε, το συμφέρον του.... [28] τίνος γὰρ εἵνεκ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, νομίζετε τοῦτον μὲν φεύγειν τὸν πόλεμον πάντας ὅσους ἂν ἐκπέμψητε στρατηγούς, ἰδίους δ᾽ εὑρίσκειν πολέμους, εἰ δεῖ τι τῶν ὄντων καὶ περὶ τῶν στρατηγῶν εἰπεῖν; ὅτι ἐνταῦθα μέν ἐστι τἆθλ᾽ ὑπὲρ ὧν ἐστιν ὁ πόλεμος ὑμέτερα (Ἀμφίπολίς γ᾽ ἂν ληφθῇ, παραχρῆμ᾽ ὑμεῖς κομιεῖσθε), οἱ δὲ κίνδυνοι τῶν ἐφεστηκότων ἴδιοι, μισθὸς δ᾽ οὐκ ἔστιν· ἐκεῖ δὲ κίνδυνοι μὲν ἐλάττους, τὰ δὲ λήμματα τῶν ἐφεστηκότων καὶ τῶν στρατιωτῶν, Λάμψακος, Σίγειον, τὰ πλοῖ᾽ ἃ συλῶσιν. ἐπ᾽ οὖν τὸ λυσιτελοῦν αὑτοῖς ἕκαστοι χωροῦσιν.
Σεις δε, όταν ρίψετε βλέμμα εις την κατάστασιν των υποθέσεων σας και ιδήτε ότι είνε κακή, αμέσως κατηγορείτε τους στρατηγούς και τους φέρετε εις το δικαστήριον, έπειτα δε, όταν τους επιτρέψετε να απολογηθώσι και ακούσετε ότι όσα έγιναν έγιναν διότι δεν εστέλλετε μισθόν διά τους στρατιώτας, τότε τους αθωώνετε... Ποία ωφέλεια απομένει τότε εις σας; Ποία άλλη παρά αι μεταξύ σας φιλονεικίαι και διχόνοιαι, διότι οι μεν έχετε πεισθή περί της ενοχής των στρατηγών, οι δε περί της αθωώτητός των; αι δε υποθέσεις της πολιτείας εξακολουθούν τον κακόν δρόμον... Διότι πρωτύτερα μεν, ώ Αθηναίοι, ήσθε διηρημένοι εις συμμορίας (8) προς
ευκολωτέραν είσπραξιν των συνεισφορών· τώρα δε: τώρα διοικείσθε με συμμορίας —με κόμματα! Ρήτωρ είνε ο ηγεμών και ο στρατηγός και είνε παρόντες οι έτοιμοι να επευφημήσωσι τριακόσιοι ! Όλοι οι άλλοι έχετε διαμοιρασθή οι μεν με το ένα κόμμα, οι δε με το άλλο (9)!....
[29] ὑμεῖς δ᾽, ὅταν μὲν εἰς τὰ πράγματ᾽ ἀποβλέψητε φαύλως ἔχοντα, τοὺς ἐφεστηκότας κρίνετε, ὅταν δὲ δόντες λόγον τὰς ἀνάγκας ἀκούσητε ταύτας, ἀφίετε. περίεστι τοίνυν ὑμῖν ἀλλήλοις ἐρίζειν καὶ διεστάναι, τοῖς μὲν ταῦτα πεπεισμένοις, τοῖς δὲ ταῦτα, τὰ κοινὰ δ᾽ ἔχειν φαύλως. πρότερον μὲν γάρ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, κατὰ συμμορίας εἰσεφέρετε, νυνὶ δὲ πολιτεύεσθε κατὰ συμμορίας. ῥήτωρ ἡγεμὼν ἑκατέρων, καὶ στρατηγὸς ὑπὸ τούτῳ καὶ οἱ βοησόμενοι, οἱ τριακόσιοι· οἱ δ᾽ ἄλλοι προσνενέμησθε οἱ μὲν ὡς τούτους, οἱ δ᾽ ὡς ἐκείνους.
Πρέπει λοιπόν να αφήσετε τας φιλονεικίας και τα κόμματα και αφού γίνετε κύριοι, κύριοι του εαυτού σας —έστω και τώρα, και αφού παύσετε να παρασύρεσθε από τους ρήτορας, αφήσατε ελεύθερον και το σκέπτεσθαι και το ομιλείν και το πράττειν. Εάν όμως εις μεν τους ρήτορας αφήσετε το δικαίωμα να σας διατάσσωσι (10), σαν να ήσαν τύραννοι σας, τους δε πλουσίους αναγκάσετε να τριηραρχώσι (11), να συνεισφέρωσι και να υπηρετώσιν ως στρατιώται, εις δε τους απόρους —τον λαόν επιτρέψετε μόνον ψηφίσματα να εκδίδωσι κατά των πλουσίων, να μη κοπιάζωσι δε και αυτοί εις τίποτε άλλο καθ' ολοκληρίαν, αι τότε δεν θα γίνη από σας τίποτε—μα τίποτε από όσα πρέπει εγκαίρως· διότι οι αδικούμενοι κάθε φοράν δεν θα εκπληρώνωσι δεόντως το καθήκον των και τότε θα σας μείνη η ωφέλεια—να τιμωρήτε αυτούς·—ναι αυτούς αντί των εχθρών! [30] δεῖ δὴ ταῦτ᾽ ἐπανέντας καὶ ὑμῶν αὐτῶν ἔτι καὶ νῦν γενομένους κοινὸν καὶ τὸ βουλεύεσθαι καὶ τὸ λέγειν καὶ τὸ πράττειν ποιῆσαι. εἰ δὲ τοῖς μὲν ὥσπερ ἐκ τυραννίδος ὑμῶν ἐπιτάττειν ἀποδώσετε, τοῖς δ᾽ ἀναγκάζεσθαι τριηραρχεῖν, εἰσφέρειν, στρατεύεσθαι, τοῖς δὲ ψηφίζεσθαι κατὰ τούτων μόνον, ἄλλο δὲ μηδ᾽ ὁτιοῦν συμπονεῖν, οὐχὶ γενήσεται τῶν δεόντων ἡμῖν οὐδὲν ἐν καιρῷ· τὸ γὰρ ἠδικημένον ἀεὶ μέρος ἐλλείψει, εἶθ᾽ ὑμῖν τούτους κολάζειν ἀντὶ τῶν ἐχθρῶν ἐξέσται.
Προτείνω λοιπόν εν συντόμω να συνεισφέρωσι πάντες—έκαστος αναλόγως της περιουσίας του· πάντες να υπηρετήτε ως στρατιώται κατά σειράν, μέχρις ου υπηρετήσετε όλοι· εις όλους τους αναβαίνοντας εις το βήμα να επιτρέψετε να ομιλώσιν ελευθέρως και να εκλέγετε τα άριστα εξ όσων θα ακούσετε και όχι όσα θα είπη ο δείνα ή ο δείνα. Και αν κάμνετε ταύτα — να είσθε βέβαιοι —ότι δεν θα επαινέσετε αμέσως μόνον τον ρήτορα δια τους ωραίους του λόγους, αλλά και τους εαυτούς σας ύστερον θα επαινέσετε διά τας καλάς σας αποφάσεις, διότι δι' αυτών ολόκληρος η πολιτεία ασφαλώς θα έχη καλυτερεύση.... [31] λέγω δὴ κεφάλαιον, πάντας εἰσφέρειν ἀφ᾽ ὅσων ἕκαστος ἔχει τὸ ἴσον· πάντας ἐξιέναι κατὰ μέρος, ἕως ἂν ἅπαντες στρατεύσησθε· πᾶσι τοῖς παριοῦσι λόγον διδόναι, καὶ τὰ βέλτισθ᾽ ὧν ἂν ἀκούσηθ᾽ αἱρεῖσθαι, μὴ ἃν ὁ δεῖν᾽ ἢ ὁ δεῖν᾽ εἴπῃ. κἂν ταῦτα ποιῆτε, οὐ τὸν εἰπόντα μόνον παραχρῆμ᾽ ἐπαινέσεσθε, ἀλλὰ καὶ ὑμᾶς αὐτοὺς ὕστερον, βέλτιον τῶν ὅλων πραγμάτων ὑμῖν ἐχόντων.

1) Υπαινίσσεται τους ρήτορας οι οποίοι πληρωνόμενοι από τον Φίλιππον εξυπηρέτουν τα σχέδιά του.

2) Το μυστικόν αυτό ήτο συμφωνία του Φιλίππου με τους πρέσβεις των Αθηναίων, κατά την οποίαν οι μεν Αθ. υπεσχέθησαν να δώσωσι εις τον Φιλ. την Πύδναν, ούτος δε εις τους Αθην. την Αμφίπολιν· τούτο διά να μη το μάθουν οι Πυδναίοι οι πρέσβεις των Αθην. μυστικώς το ανεκοίνωσαν εις την βουλήν και όχι εις τον λαόν.

3) Αθηναϊκή κτήσις, ην κυριεύσας έδωκε τας γαίας εις τους Ολυνθίους

4) Εννοεί τον Κορινθιακόν πόλεμον, 395 π.Χ.

5) Οι μισθοφόροι και ο Χάρης και Χαρίδημος.

6) Οι Αθηναίοι είχον χάσει όλας τας εν Θράκη κτήσεις των, πλην της Ολύνθου αλλά και ταύτην διά πολέμου έπρεπε να ασφαλίσωσι.

7) Εννοεί τον Χάρητα, ο οποίος είχε λάβει τας πόλεις ταύτας ως αμοιβήν από τον Αρτάβαζον, διά την βοήθειαν, την οποίαν του παρέσχεν.

8) Τότε 1200 πολίται, ήτοι 120 εξ εκάστης φυλής —οι πλουσιώτατοι— διηρούντο εις 20 συμορίας· εκάστη περιελάμβανεν 60 πλουσίους των οποίων 15 οι πλουσιώτεροι προκατέβαλλον όλον το ποσόν, το οποίον αναλογούσεν εις την συμμορίαν, έπειτα δε εισέπραττον ησύχως παρά των άλλων το αναλογούν μερίδιον. Οι 15 ούτοι διώκουν την συμμορίαν αυτοβούλως, οι δε 300 τας συμμορίας. Οι 15 είχον επί κεφαλής ένα ηγεμόνα και ένα επιμελητήν.

9) Όπως εις τας συμμορίας κύρια πρόσωπα ήσαν ο ηγεμών και ο επιμελητής, ούτω και εις τα κόμματα κύρια πρόσωπα ήσαν ο ρήτωρ, ο οποίος ήτο ό,τι και ο ηγεμών εις τας συμμορίας, και ο στρατηγός, ο οποίος ήτο ό,τι ο επιμελητής. Κατόπιν ήρχοντο οι κομματάρχαι, όπως οι 300 εις τας συμμορίας, και έπειτα οι αγελαίοι.

10) Εννοεί τον Εύβουλον και Αριστοφώντα και άλλους δημαγωγούς, οι οποίοι κολακεύοντας τον λαόν έκαμνον ό,τι ήθελον.

11) Η τριηραρχία ήτο εν εκ των πολλών δημοσίων βαρών, τα οποία επέβαλλον οι Αθηναίοι εις τους πλουσίους. Κατ' αυτήν οι πλούσιοι εν καιρώ πολέμου παρείχον εξ ιδίων εξόδων πλοία πολεμικά, τριήρεις, τας οποίας ή αυτοί ή δι' άλλων εδιοικούσαν.

Αρχή σελίδας
Μικρός Απόπλους
http://www.mikrosapoplous.gr/
Μάρτιος 2003