Σμίνθειος και Σμινθεύς
Επίθετο του Απόλλωνα. Υπήρχε πόλη της Τρωάδας που ονομαζόταν Σμίνθα, αλλά δεν
αναφέρεται από τον Ομηρο.
Σμίνθα = ποντικός, μυς.
Σμίνθος = ποντικός [ΚΡΗΤΙΚΗ λέξη].
Σμίνθη = μέντα, αρωματικό φυτό.
Σμίνθια = γιορτή των ΡΟΔΙΩΝ
προς τιμήν του Απόλλωνα.
Ο Σμινθεύς Απόλλων απεικονίζεται κρατώντας
έναν μυν [και εξηγείται πως καταστρέφει τους ποντικούς
της περιοχής].
Στο σημείο αυτό, ΑΞΙΖΕΙ να αναφερθεί ενα σχετικό απόσπασμα των ΙΣΤΟΡΙΩΝ του ΗΡΟΔΟΤΟΥ, στο οποίο
αναφέρεται ο ΗΦΑΙΣΤΟΣ σαν θεός που
κρατάει στο χέρι του έναν ποντικό [ΜΥΝ], γιατί στα αρχαία χρόνια συνέβαινε να συγχέονται μεταξύ τους οι θεοί
των διαφόρων περιοχών και, αν και είχαν διαφορετικά ονόματα, να είναι οι ίδιοι.
ΗΡΟΔΟΤΟΥ
ΙΣΤΟΡΙΑ Β,
[Ευτέρπη], παράγραφος 141.
Μετά τον
Άνυσιν εβασίλευσεν ο ιερεύς του Ηφαίστου Σεθών. Ούτος περιφρονών παρημέλησε τους πολεμιστάς των Αιγυπτίων, διότι
ουδεμίαν είχεν ανάγκην αυτών. Επέβαλε λοιπόν εις αυτούς πολλάς ατιμίας και
μεταξύ άλλων αφήρεσε παρ’ αυτών τους εξαιρέτους αγρούς, οίτινες είχον δοθεί επί
των πρώτων βασιλέων ανά δώδεκα στρέμματα εις έκαστον οικογενειάρχην. Μετά ταύτα
ο βασιλεύς των ΑΡΑΒΩΝ και των ΑΣΣΥΡΙΩΝ Σαναχάριβος οδήγησε πολύ στρατό κατά της ΑΙΓΥΠΤΟΥ, και οι Αιγύπτιοι
πολεμιστές δεν θέλησαν να πολεμήσουν. Έτσι ο ιερεύς, ευρισκόμενος εις αμηχανία,
εισήλθε εις τον ναόν, και ενώπιον του αγάλματος ωδύρετο δια τους κινδύνους,
τους οποίους διέτρεχεν. Ενώ δε εθρηνει, του ήλθε ύπνος και του εφάνη εις το όνειρό του ότι κάποιος θεός
στάθηκε πλησίον του, τον ενεθάρρυνε και του υποσχόταν ότι δεν επρόκειτο να
πάθει τίποτα ανθιστάμενος εις τον στρατόν των Αραβίων, διότι αυτός θα
του έστελνε βοηθούς. Πιστεύοντας στο όνειρο αυτό παρέλαβε εκ των Αιγυπτίων εκείνους
όσους ήθελαν να τον ακολουθήσουν και τους ωδήγησε ενόπλους εις το Πηλούσιον,
όπου είναι η εκ της Αραβίας εις την Αίγυπτον είσοδος. Και εκ μεν των πολεμιστών
ουδείς τον ακολούθησε, αλλά οι κάπηλοι, οι χειρωνάκτες και οι αγοραίοι
άνθρωποι. Αφού έφθασαν εκεί, ΑΠΕΙΡΟΙ
ΠΟΝΤΙΚΟΙ των αγρών ξεχύθηκαν
στο εχθρικό στρατόπεδο και κατέφαγαν
τις φαρέτρες των αντιπάλων [Αράβων], τα τόξα και τις λαβές των ασπίδων,
ώστε την επόμενη ημέρα, φεύγοντες αυτοί γυμνοί από από τα όπλα τους, σκοτώθηκαν
πολλοί. Και σήμερα είναι στημένος μέσα στον ναό του Ηφαίστου ο λίθινος
ανδριάς τους βασιλέως τούτου, κρατώντας
στο χέρι ΜΥΝ και λέγων δια γραμμάτων
τα εξής : «ΕΣ ΕΜΕ ΤΙΣ
ΟΡΕΩΝ ΕΥΣΕΒΗΣ ΕΣΤΩ».
Παράγραφος 142.
Εις το
σημείον τούτο της διηγήσεως οι ιερείς μου παρατήρησαν ότι από του πρώτου
βασιλέως μέχρι του ΣΕΘΩΝΟΣ, του ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥ πάντων, παρήλθον
τριακόσιαι τεσσαράκοντα μία γενεαί ανθρώπων και ισάριθμοι βασιλείς και
αρχιερείς. Τριακόσιοι δε γενεαί ανθρώπων ισοδυναμούσι με δέκα χιλιάδας έτη,
λογιζομένων τριών γενεών δια πάσαν εκατονταετηρίδα...
[Αυτα δηλαδή
που περιγράφει ο Ηρόδοτος, συνέβησαν στον ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ βασιλιά της Αιγυπτου. Μετά
από αυτόν οι Αιγύπτιοι χωρίστηκαν σε 12 βασίλεια, Ηρόδοτος, Β, παρ. 147].