ΘΟΑΣ
Παυσανίας, Ηλιακά, 3. Επί της βασιλείας του Ηλείου στην Ήλι, οι Δωριείς με αρχηγούς
τους γιους του Αριστόμαχου μαζεύονταν
για να περάσουν στην Πελοπόννησο.
Στους αρχηγούς τους δόθηκε χρησμός να
κάνουν αρχηγό της καθόδου στην Πελοπόννησο τον τριόφθαλμο. Καθώς αυτοί βρίσκονταν σε απορία ως προς την έννοια του χρησμού,
συνάντησαν κάποιον να οδηγεί ημίονο,
του οποίου το ένα μάτι ήταν χαλασμένο. Ο Κρεσεφόντης κατάλαβε πως ο χρησμός
αναφερόταν σ’ αυτόν τον άνδρα, και οι Δωριείς τον πήραν μαζί τους. Εκείνος τους
παρακίνησε να περάσουν στην Πελοπόννησο με πλοία και να μη δοκιμάσουν να
μπουν με πεζικό στρατό από τον Ισθμό.
Αυτό τους συμβούλεψε και κατηύθυνε τον πλούν από τη Ναύπακτο στο Μολύκριο.
Εκείνοι, ανταμείβοντάς τον, μετά σχετική αίτησή τους, συμφώνησαν να του παραχωρήσουν τη γη της Ηλείας. Ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Όξυλος, ο γιος του Αίμονα, του γιου του
Θόαντα. Ο ΘΟΑΣ ήταν εκείνος που μαζί με τους γιους του Ατρέα κατέλυσε
την αρχή του Πριάμου. Από τον Θόαντα ως
τον Αιτωλό, το γιο του Ενδυμίωνα, είναι έξ γενεές. Εκτός των άλλων
δεσμών συγγενείας που υπήρχαν μεταξύ των
Ηρακλειδών και των βασιλέων της Αιτωλίας η μητέρα του
Θόαντα, του γιου του Ανδραίμονα, και η μητέρα του Ύλλου, του γιου του Ηρακλή,
ήταν αδελφές. Ο Όξυλος συνέπεσε να εξοριστεί από την
Αιτωλία, γιατί έσφαλε στο ρίξιμο του
δίσκου και έκαμε φόνο ακούσιο. Λένε πως από το δίσκο σκοτώθηκε ο αδελφός του Όξυλου Θέρμιος και άλλοι λένε πως σκοτώθηκε ο Αλκιδόκος, γιος του Σκοπίου.
[Οπότε, ο Παυσανίας, τοποθετεί χρονικά την
«Κάθοδο των Δωριέων» 2 γενεές μετά τα Τρωικά – επί του εγγονού του Θόαντα – του Οξυλου].
Η μητέρα του Θόαντα ήταν η Γόργη και του Υλλου η Δηιάνειρα, κόρες και οι δυο του βασιλιά της Καλυδώνας Οινέα και της
Αλθαίας και αδελφές του Μελέαγρου. Επειδή λοιπόν όπως λέει ο Ομηρος, ο Μελέαγρος
[αρσ. παιδί του Οινέα] είχε σκοτωθεί στο κυνήγι του Καλυδωνίου Κάπρου [βλ. ΡΑΨΩΔΙΑ
Ι, στ. 527], η αρχηγία των Αιτωλών δόθηκε στον
γιο της κόρης του Οινέα, τον Θόαντα.
Ο Οινέας, γιος του Πορθέα,
εκτός από την Αλθαία, παντρεύτηκε αργότερα την Περίβοια, και μαζί της απέκτησε τον Τυδέα, πατέρα του ΔΙΟΜΗΔΗ. Ο Οινέας πήρε πρώτος το αμπέλι σαν
δώρο από τον Διόνυσο. Επειδη κάποτε ξέχασε να προσφέρει απαρχές, στη θεά
Αρτεμη, εκείνη οργίστηκε και έστειλε στην χώρα του τον Καλυδώνιο Κάπρο
[βλ. ΡΑΨΩΔΙΑ
Ξ, στ. 117, και Ι, στ. 530.].
Ο Πορθέας ήταν γιος του
Αγήνορα και της Επικάστης [θυγατέρας του Καλυδώνος, γιου του Αιτωλού – Απολλόδωρος Α, 59.]. Παιδιά του ήταν ο Άγριος, ο Μέλανας και ο Οινέας. Κατά τον
Απολλόδωρο παιδιά του ήταν ακόμα ο Αλκάθοος, ο Λευκωπεύς και η Στερόπη.
Επίσης,
ο Παυσανίας στα ΦΩΚΙΚΑ [30, 4] λέει: Η πόλη της Αμφισσας
λένε πως πήρε το όνομά της από την Αμφισσα, την κόρη του Μάκαρα, γιου
του Αιόλου. Λένε επίσης πως ο Απόλλωνας έγινε εραστής της Αμφίσσης. Η
πόλη είναι στολισμένη και με άλλες κατασκευές, τα πιο αξιομνημόνευτα όμως είναι
ενας τάφος της Αμφισσης και ένας του Ανδραίμονα. Μαζί με τον Ανδραίμονα λένε πως είναι θαμμένη και η Γόργη,
κόρη του Οινέα και σύζυγος του Ανδραίμονα.
Στην
ακρόπολη οι Αμφισσείς έχουν ναό της Αθηνάς και άγαλμά της χάλκινο που την
παριστάνει όρθια. Το άγαλμα λένε πως το έφερε από το Ιλιον ο Θόας και πως είναι από τα λάφυρα
της Τροίας.
Σχετικά με τον Θόαντα βλ. Η, 168, Τ,
239, Ν, 216, Ο, 281, όπου ο Όμηρος τον
παρουσιάζει νεαρό, τον καλύτερο ομιλητή απ’ όλους τους άλλους νέους των Δαναών,
με αρχηγικές ικανότητες.