Ποιητὲς τῆς Παλατινῆς Ἀνθολογίας

Ρουφίνος

 

Τίποτα δεν είναι γνωστό για τον επικούρειο και αισθησιακό Ρουφίνο, 38 μικρά ελεγεία του οποίου συναντάμε στο πέμπτο βιβλίο της Παλατινής Ανθολογίας (Ερωτικά Επιγράμματα). Υφολογικά στοιχεία τον κατατάσσουν στον 2ο ή 3ο μΧ αιώνα ενώ η καταγωγή του μοιάζει να είναι απ' την Έφεσο ή τη Σάμο.


5.9 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Ρουφῖνος τῇ ΄μῇ γλυκερωτάτῃ Ἐλπίδι πολλὰ
   χαίρειν͵ εἰ χαίρειν χωρὶς ἐμοῦ δύναται.
οὐκέτι βαστάζω͵ μὰ τὰ σ΄ ὄμματα͵ τὴν φιλέρημον
   καὶ τὴν μουνολεχῆ σεῖο διαζυγίην·
ἀλλ΄ αἰεὶ δακρύοισι πεφυρμένος ἢ ΄πὶ Κορησσὸν
   ἔρχομαι ἢ μεγάλης νηὸν ἐς Ἀρτέμιδος.
αὔριον ἀλλὰ πάτρη με δεδέξεται͵ ἐς δὲ σὸν ὄμμα
   πτήσομαι͵ ἐρρῶσθαι μυρία σ΄ εὐχόμενος.

Εἰς Ἐλπίδα εἴτε ἑταίραν τινὰ εἴτε τὴν οὕτω καλουμένην· ἐρωτικὸν

THE LOVE LETTER

Rufinus to Elpis, my most sweet: well and very well be with her, if she can be well away from me. No longer can I bear, no, by thine eyes, my solitary and unmated severance from thee, but evermore blotted with tears I go to Coressus or to the temple of the great Artemis; but tomorrow my home shall receive me, and I will fly to thy face and bid thee a thousand greetings.

Μετάφραση: J. W. Mackail

 

Modigliani

5.12 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Λουσάμενοι͵ Προδίκη͵ πυκασώμεθα καὶ τὸν ἄκρατον
   ἕλκωμεν κύλικας μείζονας αἰρόμενοι.
βαιὸς ὁ χαιρόντων ἐστὶν βίος· εἶτα τὰ λοιπὰ
   γῆρας κωλύσει͵ καὶ τὸ τέλος θάνατος.

Εἰς Προδίκην ἑταίραν

Ας λουστούμε Προδίκη και στεφάνια ας βάλουμε στο κεφάλι,
και τ' ανέρωτο ας πιούμε κρασί με κύπελλα πιο μεγάλα.
Ο καιρός της χαράς είναι λίγος· ύστερα τα γεράματα
μπαίνουν εμπόδιο, και τέλος ο θάνατος.

Μετάφραση Α. Λεντάκη

THE JOY OF YOUTH

Let us bathe, Prodice, and garland ourselves, and drain unmixed wine,
lifting larger cups; little is our life of gladness, then old age will
stop the rest, and death is the end.

Μετάφραση: J. W. Mackail

Αφού λουστούμε τώρα εμείς, Προδίκη, ας ξαπλωθούμε
   κι' ας κατεβάσουμε κρασί ανέρωτο 'ςτες κούπες
τι είν' η ζωή δυό δάχτυλα· κι' άμα τα γέρα ερθούνε,
   όλα θα μας στερήσουνε, ώσπου μας πάρη ο Χάρος.

Μετάφραση Σίμου Μενάρδου

5.14 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Εὐρώπης τὸ φίλημα͵ καὶ ἢν ἄχρι χείλεος ἔλθῃ͵
   ἡδύ γε͵ κἂν ψαύσῃ μοῦνον ἄκρου στόματος·
ψαύει δ΄ οὐκ ἄκροις τοῖς χείλεσιν͵ ἀλλ΄ ἐρίσασα
   τὸ στόμα τὴν ψυχὴν ἐξ ὀνύχων ἀνάγει.

Εἰς Εὐρώπην, τὴν ἑταίραν

Γλυκό είναι της Ευρώπης το φιλί, και μόνο αν σου σιμώσει
    τα χείλη κι αν το στόμα σου λίγο στην άκρη αγγίξει·
μα δεν το αγγίζει με την άκρη των χειλιών· μόλις σφηνώσει
    το στόμα, την ψυχή ώς τα νύχια, λες, θα σου ρουφήξει.

Μετάφραση: Ν. Χουρμουζιάδη

 

Lying Nude - Modigliani

5.15 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Ποῦ νῦν Πραξιτέλης; ποῦ δ΄ αἱ χέρες αἱ Πολυκλείτου͵
   αὐταῖς πρόσθε τέχναις πνεῦμα χαριζόμεναι;
τίς πλοκάμους Μελίτης εὐώδεας ἢ πυρόεντα
   ὄμματα καὶ δειρῆς φέγγος ἀποπλάσεται;
ποῦ πλάσται͵ ποῦ δ΄ εἰσὶ λιθοξόοι; ἔπρεπε τῇδε
   μορφῇ νηὸν ἔχειν ὡς μακάρων ξοάνῳ.

Εἰς Μελίτην ἑταίραν

Πούναι τώρα ο Πραξιτέλης; Και πού τα χέρια του Πολυκλείτου,
που δίναν ψυχή στης παλιάς τέχνης τα έργα;
Ποιός τις Μελίτης τις ευωδάτες, πλεξούδες, ή τα
φλογερά μάτια και του λαιμού της το λάμπος
θα πλάσει; Οι πλάστες που είναι; Και που οι λιθοξόοι;
Τέτοια ομορφιά, όμοια μ' εικόνα θεάς, άξιζε νάχει ναό.

Μετάφραση Α. Λεντάκη

5.18 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Μᾶλλον τῶν σοβαρῶν τὰς δουλίδας ἐκλεγόμεσθα͵
οἱ μὴ τοῖς σπαταλοῖς κλέμμασι τερπόμενοι.
ταῖς μὲν χρὼς ἀπόδωδε μύρου σοβαρόν τε φρύαγμα
καὶ μέχρι κινδύνου πεσσομένη σύνοδος·
ταῖς δὲ χάρις καὶ χρὼς ἴδιος καὶ λέκτρον ἑτοῖμον͵
δώροι΄ ἐκ σπατάλης οὐκ ἀλεγιζόμενον.
μιμοῦμαι Πύρρον τὸν Ἀχιλλέος͵ ὃς προέκρινεν
Ἑρμιόνης ἀλόχου τὴν λάτριν Ἀνδρομάχην.

Ἐρωτικόν· προκρῖνον τὰς δούλας τῶν ἐλευθέρων

Από τις λεύτερες πού 'ναι γεμάτες έπαρση,
τις σκλάβες προτιμάμε, όσοι δεν στέργουμε
κρυφές αγάπες, σπάταλες. Το σώμα τους
μοσκοβολάει μύρα εκείνων κι έχουν ύφος
περήφανο, κι ο κίνδυνος μεγάλος ώσπου
ν' ανέβεις στο κρεββάτι τους· σε τούτες
ξέχωρη απόλαυση 'ναι το κορμί τους,
έτοιμο το κλινάρι τους και δίχως
να θέλει δώρα πλούσια και πανάκριβα.
Ακολουθώ τον Πύρρο του Αχιλλέα,
που αντί για τη γυναίκα του Ερμιόνη
την Ανδρομάχη διάλεξε τη σκλάβα.

Μετάφραση: Τάσσου Ρούσσου

 

Nudo Sdraiato, Modigliani

5.19 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Οὐκέτι παιδομανὴς ὡς πρίν ποτε͵ νῦν δὲ καλοῦμαι
   θηλυμανής͵ καὶ νῦν δίσκος ἐμοὶ κρόταλον͵
ἀντὶ δέ μοι παίδων ἀδόλου χροὸς ἤρεσε γύψου
   χρώματα καὶ φύκους ἄνθος ἐπεισόδιον·
βοσκήσει δελφῖνας ὁ δενδροκόμης Ἐρύμανθος
   καὶ πολιὸν πόντου κῦμα θοὰς ἐλάφους.

Ἐρωτικὸν ἀλλόκοτον

Δεν είμαι πια παιδομανής, σαν μια φορά. Τώρα με λένε
    θηλυμανή, και τώρα ο δίσκος μου είναι κρόταλο1.
Κι αντί γι' ατόφιο δέρμα, μ' αρέσουνε του γύψου
    το επίχρισμα και του φυκιού τ' άνθος το ξένο.
Δελφίνια θα βοσκήσει ο δενδροφύτευτος Ερύμανθος2
    και τ' αφρισμένο κύμα του πελάγου γοργά λάφια.

1. ο δίσκος μου είναι κρόταλο: ο δίσκος ήταν παιγνίδι των αγοριών, το κρόταλο των κοριτσιών.

2. δελφίνια θα βοσκήσει...: πβ. και Αρχίλοχος, 122 West

Μετάφραση-Σχόλια: Κ. Χωρεάνθη

5.21 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Οὐκ ἔλεγον͵ Προδίκη· Γηράσκομεν; οὐ προεφώνουν·
   ῞Ηξουσιν ταχέως αἱ διαλυσίφιλοι;
νῦν ῥυτίδες καὶ θρὶξ πολιὴ καὶ σῶμα ῥακῶδες͵
   καὶ στόμα τὰς προτέρας οὐκέτ΄ ἔχον χάριτας.
μήτις σοι͵ μετέωρε͵ προσέρχεται ἢ κολακεύων
   λίσσεται; ὡς δὲ τάφον νῦν σε παρερχόμεθα.

Εἰς Προδίκην ἑταίραν

Δεν έλεγα, Προδίκη, πως γερνάμε;
Δε φώναζα από πριν «γρήγορα θα 'ρθουν
εκείνα που αφανίζουν την αγάπη;»
Ρυτίδες τώρα και κορμί κουρέλι, κόμη
λευκή, στόμα χωρίς τις πρωτινές του χάρες.
Ποιός έρχεται, ακατάδεκτη γυναίκα,
σε σένα πια με κολακείες ή ποιός
σε ικετεύει; Τώρα απ' το πλάι σου περνούμε,
όπως όταν περνούμε πλάι σε τάφο.

Μετάφραση Τάσσου Ρούσσου

 

Anna-Akhmatova-Modigliani (1910)

5.22 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Σοί με λάτριν γλυκύδωρος Ἔρως παρέδωκε͵ Βοῶπι͵
   ταῦρον ὑποζεύξας εἰς πόθον αὐτόμολον͵
αὐτοθελῆ͵ πάνδουλον͵ ἑκούσιον͵ αὐτοκέλευστον͵
   αἰτήσοντα πικρὴν μήποτ΄ ἐλευθερίην͵
ἄχρι φίλης πολιῆς καὶ γήραος· ὄμμα βάλοι δὲ
   μήποτ΄ ἐφ΄ ἡμετέραις ἐλπίσι βασκανίη.

Εἰς Βοῶπιν τὴν ἑταίραν

Δούλο σου με παρέδωσε ο γλυκύδωρος, Βοώπι μου, Έρως,
    στον πόθο σου σαν ταύρο με έζεψε εξημερωμένο,
είλωτα αυτόκλητο κι αυτόβουλον, τέλεια υποταγμένο,
    που την πικρή ποτέ δε θα ζητήσω ελευθερία,
ώσπου να μου σκεπάσουν χιόνια τα μαλλιά και νιώσω γέρος
    κι άμποτε τις ελπίδες μου μη σβήσει η βασκανία.

Μετάφραση: Ν. Χουρμουζιάδη

5.27 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Ποῦ σοι κεῖνα͵ Μέλισσα͵ τὰ χρύσεα καὶ περίοπτα
   τῆς πολυθρυλήτου κάλλεα φαντασίης;
ποῦ δ΄ ὀφρύες καὶ γαῦρα φρονήματα καὶ μέγας αὐχὴν
   καὶ σοβαρῶν ταρσῶν χρυσοφόρος σπατάλη;
νῦν πενιχρὴ ψαφαρή τε κόμη͵ παρὰ ποσσὶ τραχεῖα·
   ταῦτα τὰ τῶν σπαταλῶν τέρματα παλλακίδων.

Εἰς Μέλισσαν τὴν ἑταίραν

Πού πήγαν Μέλισσα τα χρυσά και περίβλεπτα κάλλη
    της πολυθρύλητης όψης σου;
Πού τα φρύδια και το περήφανο φρόνημα
    κι ο μεγάλος λαιμός σου,
κι η χρυσοφόρα σπατάλη των στιβαρών σου ταρσών;
Μαδημένα τώρα κι αστόλιστα τα μαλλιά, και στα πόδια
    κουρέλια.
Τέτοιο το τέλος των σπάταλων παλλακίδων.

Μετάφραση Α. Λεντάκη

5.28 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Νῦν μοι Χαῖρε λέγεις͵ ὅτε σου τὸ πρόσωπον ἀπῆλθεν
   κεῖνο τὸ τῆς λύγδου͵ βάσκανε͵ λειότερον·
νῦν μοι προσπαίζεις͵ ὅτε τὰς τρίχας ἠφάνικάς σου
   τὰς ἐπὶ τοῖς σοβαροῖς αὐχέσι πλαζομένας.
μηκέτι μοι͵ μετέωρε͵ προσέρχεο μηδὲ συνάντα·
   ἀντὶ ῥόδου γὰρ ἐγὼ τὴν βάτον οὐ δέχομαι.

Εἰς μειράκιον ἢ Εἰς πόρνην γηράσασαν

Τώρα, ομορφόπαιδο, μου λες «αντίο»,
καθώς τ' ολόλευκό σου πρόσωπο,
πιο στιλπνό κι απ' το μάρμαρο, σε αφήνει·
τώρα με περγελάς, καθώς εκούρεψες
τα παιδικά μαλλιά σου που ακουμπούσαν
στο λαμπρό τράχηλό σου. Καυχησιάρη,
μην έρθεις πια κοντά μου, μήτε
να μ' ανταμώσεις. Τι εγώ δεν ανταλλάζω
τα βάτα με τα τριαντάφυλλα.

Μετάφραση Τ. Ρούσσου

 

Modigliani

5.35 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Πυγὰς αὐτὸς ἔκρινα τριῶν· εἵλοντο γὰρ αὐταὶ
   δείξασαι γυμνὴν ἀστεροπὴν μελέων.
καί ῥ΄ ἡ μὲν τροχαλοῖς σφραγιζομένη γελασίνοις
   λευκῇ ἀπὸ γλουτῶν ἤνθεεν εὐαφίῃ·
τῆς δὲ διαιρομένης φοινίσσετο χιονέη σὰρξ
   πορφυρέοιο ῥόδου μᾶλλον ἐρυθροτέρη·
ἡ δὲ γαληνιόωσα χαράσσετο κύματι κωφῷ͵
   αὐτομάτη τρυφερῷ χρωτὶ σαλευομένη.
εἰ ταύτας ὁ κριτὴς ὁ θεῶν ἐθεήσατο πυγάς͵
   οὐκέτ΄ ἂν οὐδ΄ ἐσιδεῖν ἤθελε τὰς προτέρας.

Εἰς πόρνας, ἀναίσχυντον καὶ σαπρὸν καὶ ὅλον γέμον ἀναίδειαν

Τους κώλους ο ίδιος έκρινα τριών· μόνες τους με διάλεξαν
    δείχνοντας των μελών τους τη γυμνή την αστραπή.
Στον πρώτο, σφραγισμένο με γελαστές καμπύλες,
    λευκή από τους γλουτούς άνθιζε στ' άγγιγμα απαλότητα·
στον άλλον, όπως σηκωνόταν, ρόδιζε η χιονάτη σάρκα1
    πιο πορφυρή κι απ' το πιο κόκκινο το ρόδο·
και στον τρίτο, που ήταν ήρεμος, γραφότανε σιγαλό κύμα
    το δέρμα τρυφερό, καθώς μονάχος του κουνιόταν.
Αν ο κριτής των θεαινών2 έβλεπε τέτοιους κώλους,
    δε θά 'θελε ποτέ να δει παντάπασι τους πρώτους.

1. ρόδιζε η χιονάτη σάρκα: πβ. αντίστοιχα και Μουσαίος, Τὰ καθ' Ἡρὼ καὶ Λέανδρον, στ. 58-59: «ἄκρα δὲ χιονέων φοινίσσετο κύκλα παρειῶν, ὡς ῥόδον ἐκ καλύκων διδυμόχροον» - κοκκίνιζε σαν αίμα ο ακρινός κύκλος των χιονάτων παρειών, σαν ρόδο μεσ' από κάλυκες διχρώματους. Τα ρόδα και τα κρίνα είναι στοιχεία πολύ γνωστά στη γλώσσα των ποιητών.

2. ο κριτής των θεαινών: ο Πάρης.

Μετάφραση-Σχόλια: Κ. Χωρεάνθης

5.36 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

῎Ηρισαν ἀλλήλαις Ροδόπη͵ Μελίτη͵ Ροδόκλεια͵
    τῶν τρισσῶν τίς ἔχει κρείσσονα μηριόνην͵
καί με κριτὴν εἵλοντο· καὶ ὡς θεαὶ αἱ περίβλεπτοι
    ἔστησαν γυμναί͵ νέκταρι λειβόμεναι.
καὶ Ροδόπης μὲν ἔλαμπε μέσος μηρῶν πολύτιμος
    <      >
<      >
    οἷα ῥοδὼν πολλῷ σχιζόμενος ζεφύρῳ ...
τῆς δὲ Ροδοκλείης ὑάλῳ ἴσος ὑγρομέτωπος
    οἷα καὶ ἐν νηῷ πρωτογλυφὲς ξόανον.
ἀλλὰ σαφῶς͵ ἃ πέπονθε Πάρις διὰ τὴν κρίσιν͵ εἰδὼς
    τὰς τρεῖς ἀθανάτας εὐθὺ συνεστεφάνουν.

Ὅμοιον, ἀναίσχυντον καὶ σαπρότατον

Ροδόκλεια, Μελίτα και Ροδόπη
εμάλωναν ποιά έχει από τις τρεις τους
το πιο όμορφο αιδοίο1 κι εμέ διάλεξαν
κριτή· κι όπως θεές που αλείβονται
με νέκταρ, οι πανώριες στάθηκαν
γυμνές. Στους μηρούς αναμέσο της Ροδόπης
ελάμπαζε ως πολύτιμο πετράδι
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 2

[της Μελίτας ολόσγουρο] λες κι ήταν
ροδώνας που απαλός τον σκίζει ο Ζέφυρος·
κρουστός καθώς γυαλί με υγρό το μέτωπο
φάνταζε της Ροδόκλειας, σαν το νιόκοπο
ξόανο σε ναό. Μα ξέροντας καλά
τι έπαθεν ο Πάρης για την κρίση του,
και τις τρεις τις θεόμορφες στεφάνωσα.

1. μηριόνην: το αιδοίο

2. Ο στίχος 5α από τους ελλείποντες —τμήμα του ή ολόκληρος— αναφερόταν στην ομορφιά της Ροδόπης και ο στίχος 5α στης Μελίτας.

Μετάφραση-Σημειώσεις: Τ. Ρούσσου

5.37 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Μήτ΄ ἰσχνὴν λίην περιλάμβανε μήτε παχεῖαν͵
   τούτων δ΄ ἀμφοτέρων τὴν μεσότητα θέλε.
τῇ μὲν γὰρ λείπει σαρκῶν χύσις͵ ἡ δὲ περισσὴν
   κέκτηται· λεῖπον μὴ θέλε μηδὲ πλέον.

Ὁμοίως

Μη βάζεις στην αγκαλιά σου μέσα γυναίκα ισχνή,
μήτε παχιά· από τις δυό να θέλεις τη μέτρια.
Γιατί στην πρώτη η σάρκα λείπει, στην άλλη
    της περσεύει.
Μήτε περίσσεμα, μήτε το λείμμα να θέλεις.

Μετάφραση Α. Λεντάκη

 

Nudo femminile assopito, Modigliani

5.41 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Τίς γυμνὴν οὕτω σε καὶ ἐξέβαλεν καὶ ἔδειρεν;
   τίς ψυχὴν λιθίνην εἶχε καὶ οὐκ ἔβλεπεν;
μοιχὸν ἴσως ηὕρηκεν ἀκαίρως κεῖνος ἐσελθών;
   γινόμενον· πᾶσαι τοῦτο ποοῦσι͵ τέκνον.
πλὴν ἀπὸ νῦν͵ ὅταν ἐστὶν ἔσω͵ κεῖνος δ΄ ὅταν ἔξω͵
   τὸ πρόθυρον σφήνου͵ μὴ πάλι ταὐτὸ πάθῃς.

Πρός τινα πόρνην· χλευαστικὸν

Έτσι γυμνή ποιός σ' έδιωξε και σ' έδειρε;
Ποιός είχε πέτρινη καρδιά κι αναίσθητα
μάτια στην ομορφιά σου; Ίσως να βρήκε,
μπαίνοντας ξάφνου σπίτι σου, εραστή· συμβαίνουν
αυτά· μικρή μου, όλες το κάνουν τούτο. Ωστόσο
στο εξής, όταν εκείνος είναι μέσα
κι ο άλλος έξω, να διπλοκλειδώνεις
την ξώπορτα, μην πάθεις πάλι τα ίδια.

Μετάφραση Τ. Ρούσσου

5.42 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Μισῶ τὴν ἀφελῆ͵ μισῶ τὴν σώφρονα λίαν·
    ἡ μὲν γὰρ βραδέως͵ ἡ δὲ θέλει ταχέως.

Εἰς πόρνας

Την εύκολη μισώ, μισώ και και την πολύ συγκρατημένη·
    αργά το θέλει η μιά, η άλλη λεπτό δεν περιμένει.

Μετάφραση Ν. Χουρμουζιάδη

5.43 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Ἐκβάλλει γυμνήν τις͵ ἐπὴν εὕρῃ ποτὲ μοιχόν͵
   ὡς μὴ μοιχεύσας͵ ὡς ἀπὸ Πυθαγόρου;
εἶτα͵ τέκνον͵ κλαίουσα καταδρύψεις τὸ πρόσωπον
   καὶ παραριγώσεις μαινομένου προθύροις;
ἔκμαξαι͵ μὴ κλαῖε͵ τέκνον· χεὐρήσομεν ἄλλον͵
   τὸν μὴ καὶ τὸ βλέπειν εἰδότα καὶ τὸ δέρειν.

Ὁμοίως

Έξω πετάει κανείς γυμνή γυναίκα, γιατί τη βρήκε μ' άλλον άντρα,
σαν να μη μοίχεψε ποτές του, λες κι ήταν Πυθαγόρας1.
Έτσι παιδί μου με τα κλάματα θα λειώσεις το μουτράκι σου
και θα πουντιάσεις κάθοντας έξω απ' την πόρτα του τρελού.
Τα μάτια σφούγγισε, μην κλαις μωρό μου, κι άλλον θα βρούμε
που δε θα ξέρει ούτε να βλέπει, ούτε να δέρνει.

1. Στη Σούδα διαβάζουμε πως δεν ακούστηκε ποτέ για τον Πυθαγόρα να πίνει, να γλεντοκοπάει και ν' αφροδισιάζει.

Μετάφραση-Σχόλιο Α. Λεντάκη

 

Studio di Nudo II, Modigliani

5.44 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Λέμβιον͵ ἡ δ΄ ἑτέρα Κερκούριον͵ αἱ δύ΄ ἑταῖραι
αἰὲν ἐφορμοῦσιν τῷ Σαμίων λιμένι.
ἀλλά͵ νέοι͵ πανδημὶ τὰ λῃστρικὰ τῆς Ἀφροδίτης
φεύγεθ΄· ὁ συμμίξας καὶ καταδὺς πίεται.

Εἰς τὰς ἑταίρας Λέμβιον καὶ Κερκούριον

Λέμβιον και Κερκούριον, εταίρες κι οι δυό
πάντα εφορμούν στο λιμάνι της Σάμος.
Όλοι σας σκάστε το νέοι, απ' τους κουρσάρους
της Αφροδίτης. Αυτός που σμίξει, καταδύεται
    και ρουφιέται.

Μετάφραση Α. Λεντάκη

5.47 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Πολλάκις ἠρασάμην σε λαβὼν ἐν νυκτί͵ Θάλεια͵
   πληρῶσαι θαλερῇ θυμὸν ἐρωμανίῃ·
νῦν δ΄͵ ὅτε μοι γυμνὴ γλυκεροῖς μελέεσσι πέπλησαι͵
   ἔκλυτος ὑπναλέῳ γυῖα κέκμηκα κόπῳ.
θυμὲ τάλας͵ τί πέπονθας; ἀνέγρεο μηδ΄ ἀπόκαμνε͵
   ζητήσεις ταύτην τὴν ὑπερευτυχίην.

Εἰς Θάλειαν, τὴν ἑαυτοῦ ἑταίραν

Θάλεια, συχνά έκανα ευχή να σε πάρω τη νύχτα
και το πάθος μου να χορτάσω με χάδια καυτά.
Μα τώρα που ολόγυμνη στο πλάι μου είσαι
    — το σώμα σου τόμορφο —
κοίτομαι νυσταγμένος με μέλη κομμένα απ' την κούραση.
Ψυχή μου, τί έπαθες, δύστυχη; Ξύπνα, μην αποκάμεις·
μιά μέρα θ' αναζητήσεις την υπερευτυχία ετούτη.

Μετάφραση Α. Λεντάκη

5.48 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Ὄμματα μὲν χρύσεια καὶ ὑαλόεσσα παρειὴ
   καὶ στόμα πορφυρέης τερπνότερον κάλυκος͵
δειρὴ λυγδινέη καὶ στήθεα μαρμαίροντα
   καὶ πόδες ἀργυρέης λευκότεροι Θέτιδος·
εἰ δέ τι καὶ πλοκαμῖσι διαστίλβουσιν ἄκανθαι͵
   τῆς λευκῆς καλάμης οὐδὲν ἐπιστρέφομαι.

Εἰς κόρην· ἔπαινος τοῦ κάλλους αὐτῆς

Μάτια σαν το χρυσάφι, στιλπνό μάγουλο
και στόμα πιο γλυκό κι απ' τ' άλικο
τριαντάφυλλο· κατάλευκος ο τράχηλός σου,
στήθη που λάμπουν και τα πόδια
πιο άσπρα κι απ' της Θέτιδας· αν φαίνονται
τούφες λευκές1 εδώ κι εκεί στην κόμη σου,
τα γηρατειά καθόλου δε με νιάζουν.

1. διαστίλβουσιν ἄκανθαι: η έννοια σκοτεινή. Το πιθανότερο είναι ότι σημαίνει συστάδες από άσπρες τρίχες στα μαλιά εδώ κι εκεί.

Μετάφραση-Σχόλιο: Τ. Ρούσσου

 

Modigliani

5.60 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Παρθένος ἀργυρόπεζος ἐλούετο͵ χρύσεα μαζῶν
    χρωτὶ γαλακτοπαγεῖ μῆλα διαινομένη·
πυγαὶ δ΄ ἀλλήλαις περιηγέες εἱλίσσοντο͵
   ὕδατος ὑγροτέρῳ χρωτὶ σαλευόμεναι·
τὸν δ΄ ὑπεροιδαίνοντα κατέσκεπε πεπταμένη χεὶρ
   οὐχ ὅλον Εὐρώταν͵ ἀλλ΄ ὅσον ἠδύνατο.

Εἰς παρθένον λουομένην

Λουζόταν η κόρη με τους λευκούς μηρούς κι έπεφτε το νερό
στα χρυσά μήλα του στήθους της που σάλευαν
    στο γαλατένιο σώμα.
Πίσω οι γλουτοί της τρίβονταν ο ένας με τον άλλον
καθώς μετακινιόταν, κι ήταν πιο υγροί κι απ' το νερό.
Και τον Ευρώτα της, μπροστά, που φούσκωνε, δειλό
το χέρι σκέπαζε κι όχι όλο, όσον μπορούσε.

Μετάφραση Α. Λεντάκη

5.61 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Τῇ κυανοβλεφάρῳ παίζων κόνδακα Φιλίππῃ
   ἐξ αὐτῆς κραδίης ἡδὺ γελᾶν ἐπόουν·
Δώδεκά σοι βέβληκα καὶ αὔριον ἄλλα βαλῶ σοι
   ἢ πλέον ἠὲ πάλιν δώδεκ΄ ἐπιστάμενος.
εἶτα κελευομένη ἦλθεν· γελάσας δὲ πρὸς αὐτήν·
   Εἴθε σε καὶ νύκτωρ ἐρχομένην ἐκάλουν.

Εἰς Φιλίππην τὴν ἑταίραν

Παίζοντας κόνδακα1 μαζί μου η σκουροβλέφαρη Φιλίππα,
    δεν έπαυε όλην ώρα να γελάει απ' την καρδιά της.
«Σου έριξα δώδεκα κι αύριο άλλα τόσα θα σου ρίξω», είπα,
    «ή πιο πολλά ή πάλι δώδεκα, αφού τώρα ξέρω».
Κι όταν την κάλεσα, ήρθε· και γελώντας ξέσπασα μπροστά της:
    «Αφού θα ερχόσουν, νύχτα έπρεπε τώρα να σε φέρω!».

1. Το παιχνίδι που υπαινίσσεται ο ποιητής πρέπει, ενδεχομένως, να ταυτισθεί με τον κυνδαλισμόν, που περιγράφεται από τον λεξικογράφο Πολυδεύκη (Θ 120) ως εξής: «ο κυνδαλισμός ήταν ένα παιχνίδι που παιζόταν με πασσαλίσκους, επειδή κύνδαλα ονόμαζαν τους πασσαλίσκους ο κάθε παίκτης έπρεπε όχι μόνο να μπήξει τον πάσσαλο του στην υγρή άμμο, αλλά και κάποιον που έχει μπηχτεί να τον πετάξει έξω χτυπώντας τον στην κεφαλή με άλλον πάσσαλο». Υποτίθεται ότι νικητής έβγαινε ο παίκτης που θα είχε, στο τέλος, μπηγμένους τους περισσότερους πασσάλους. Είναι αμφίβολο, πάντως, αν, δεδομένων των πασσαλίσκων και της λειτουργίας τους, ο ποιητής εννοεί το πραγματικό παιχνίδι.

Μετάφραση-Σχόλια Ν. Χουρμουζιάδη

5.62 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Οὔπω σου τὸ καλὸν χρόνος ἔσβεσεν͵ ἀλλ΄ ἔτι πολλὰ
   λείψανα τῆς προτέρης σῴζεται ἡλικίης͵
καὶ χάριτες μίμνουσιν ἀγήραοι͵ οὐδὲ τὸ καλὸν
   τῶν ἱλαρῶν μήλων ἢ ῥόδον ἐξέφυγεν.
ὢ πόσσους κατέφλεξε τὸ πρὶν θεοείκελον ἄνθος͵
   [ἡνίκα πρωτοβόλων λάμπεν ἀπὸ βλεφάρων].

Εἰς ἀνώνυμόν τινα γυναῖκα

Το κάλλος σου δεν το έσβησεν ακόμα ο χρόνος, κι έχουν μείνει
    πάμπολλα ίχνη από την προηγούμενη ομορφιά σου.
Αγέραστες οι χάρες σου· ο χυμός δεν έχει αυτομολήσει
    από τα ωραία σου μήλα ούτε απ' το ρόδο1 σου η σαγήνη.
Πόσους, αλήθεια, ο θεϊκός σου ανθός δεν θα είχε πυρπολήσει,
    <όταν φωτιά παρθένα εξέπεμπαν τα βλέφαρα σου>.

1. Ρόδον είναι ένας από τους αμέτρητους ευφημισμούς πού δηλώνουν, ήδη από την Αρχαία Κωμωδία, το γυναικείο αιδοίο.

Μετάφραση-Σχόλια Ν. Χουρμουζιάδη

 

Studio di Nudo I

5.66 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Εὐκαίρως μονάσασαν ἰδὼν Προδίκην ἱκέτευον͵
   καὶ τῶν ἀμβροσίων ἁψάμενος γονάτων·
Σῶσον͵ ἔφην͵ ἄνθρωπον ἀπολλύμενον παρὰ μικρόν͵
   καὶ φεῦγον ζωῆς πνεῦμα σύ μοι χάρισαι.
ταῦτα λέγοντος ἔκλαυσεν· ἀποψήσασα δὲ δάκρυ͵
   ταῖς τρυφεραῖς ἡμᾶς χερσὶν ὑπεξέβαλεν.

Εἰς Προδίκην ἑρωμένην

Βρήκα —τί τύχη!— την Προδίκη μόνη και τις παρακλήσεις
    άρχισα πέφτοντας εμπρός στα αμβρόσια γόνατα της:
«Σώσε έναν άνθρωπο», της είπα· «σβήνει, χάνεται σε λίγο·
    μιά ακόμα ανάσα ζωής μην αρνηθείς να του χαρίσεις».
Έκλαψε ακούοντας με· ύστερα σκούπισε τα δάκρυα της
    και με τα τρυφερά της χέρια με έσπρωξε να φύγω.

Μετάφραση Ν. Χουρμουζιάδη

5.69 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Παλλὰς ἐσαθρήσασα καὶ ῞Ηρη χρυσοπέδιλος
   Μαιονίδ΄ ἐκ κραδίης ἴαχον ἀμφότεραι·
Οὐκέτι γυμνούμεσθα· κρίσις μία ποιμένος ἀρκεῖ·
   οὐ καλὸν ἡττᾶσθαι δὶς περὶ καλλοσύνης.

Εις Μαιονίδα κόρην.

Βλέποντας η Παλλάδα και η Ήρα η χρυσοπέδιλη
    τη Μαιονίδα, απ' την καρδιά τους στέναζαν κι οι δύο:
«Πια δεν ξεγυμνωνόμαστε· μια κρίση βοσκού φτάνει·
    ωραίο δεν είναι δυο φορές για ομορφιά να νικιέσαι»1.

1. δύο φορές για ομορφιά να νικιέσαι: αναφέρεται στην κρίση του Πάρη. Βλ. και τα επιγρ. 35 και 36.

Μετάφραση-Σημειώσεις: Κ. Χωρεάνθης

5.70 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Κάλλος ἔχεις Κύπριδος͵ Πειθοῦς στόμα͵ σῶμα καὶ ἀκμὴν
   εἰαρινῶν Ὡρῶν͵ φθέγμα δὲ Καλλιόπης͵
νοῦν καὶ σωφροσύνην Θέμιδος καὶ χεῖρας Ἀθήνης·
   σὺν σοὶ δ΄ αἱ Χάριτες τέσσαρές εἰσι͵ Φίλη.

Εἰς ἑταίραν εὔμορφον.

Έχεις ομορφιά Κύπριδας, στόμα Πειθώς1, σώματος άνθος
    των ανοιξιάτικων Ωρών2, φωνή Καλλιόπης,
μυαλό και σωφροσύνη Θέμιδας3, χέρια Αθw┰Ķ��br>     μ' εσένα οι Χάριτες4 τέσσερις είναι, Φίλη.

1. στόμα Πειθώς: η Πειθώ, θεότητα στη συνοδεία της Αφροδίτης.

2. των ανοιξιάτικων Ωρών: οι Ώρες ήταν θεότητες των καιρών και του χρόνου. Στην αρχή ήταν δύο γνωστές: η Θαλλώ και η Καρπώ. Αργότερα πλάστηκαν τρεις: η Ευνομία, η Δίκη και η Ειρήνη, θυγατέρες του Δία και της Θέμιδας.

3. σωφροσύνη Θέμιδας: η Θέμιδα (Θέμις) ήταν πανάρχαιη θεότητα της φυσικής δικαιοσύνης και των νόμων, τιτανίδα, κόρη της Γαίας. Αναφέρεται και ως σύζυγος του Δία.

4. Χάριτες: και οι Χάριτες ήταν τρεις: Ευφροσύνη, Αγλαΐα, Θαλία.

Μετάφραση-Σημειώσεις: Κ. Χωρεάνθης

 

Nudo Seduto, Modigliani

5.71 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ͵ οἱ δὲ ΠΑΛΛΑΔΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΩΣ

Πρωτομάχου πατρὸς καὶ Νικομάχης γεγαμηκὼς
   θυγατέρα͵ Ζήνων͵ ἔνδον ἔχεις πόλεμον.
ζήτει Λυσίμαχον μοιχὸν φίλον͵ ὅς σ΄ ἐλεήσας
   ἐκ τῆς Πρωτομάχου λύσεται Ἀνδρομάχης.

Σκωπτικὸν εἰς γυναῖκα Ζήνωνος

Του Πρωτομάχου1 και της Νικομάχης αφού έχεις παντρευτεί
    τη θυγατέρα, Ζήνωνα, τη μάχη αρχινάς μέσα.
Ζήτα το μοιχό φίλο σου Λυσίμαχο, που θα σε λυπηθεί
    κι από την Ανδρομάχη του Πρωτομάχου θα σε λυτρώσει.

1. του Πρωτομάχου...: το επίγρ., εξαιτίας του σκωπτικού του περιεχομένου, αποδίδεται από άλλους στον Παλλαδά τον Αλεξανδρέα (4ος/5ος αι. μ.Χ.). Ο ποιητής παίζει με τα ονόματα, των οποίων το δεύτερο συνθετικό είναι το ρ. μάχομαι (- μάχος, - μάχη). «Λυσίμαχος»: αυτός που λύνει, σταματά τις μάχες. «Ανδρομάχη»: αυτή που μάχεται, μαλώνει με τον άντρα της.

Μετάφραση-Σχόλιο Κ. Χωρεάνθης

5.72 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Τοῦτο βίος͵ τοῦτ΄ αὐτό· τρυφὴ βίος· ἔρρετ΄͵ ἀνῖαι.
   ζωῆς ἀνθρώποις ὀλίγος χρόνος. ἄρτι Λυαῖος͵
ἄρτι χοροὶ στέφανοί τε φιλανθέες͵ ἄρτι γυναῖκες.
   σήμερον ἐσθλὰ πάθω͵ τὸ γὰρ αὔριον οὐδενὶ δῆλον.

Εδώ είναι η ζωή, και μόνο εδώ: χαρά ζωής — έγνοιες χαθείτε!
   Του ανθρώπου ο βίος τόσο σύντομος! Κρασί κάποιος να φέρει,
ευθύς στεφάνια πλέξτε, εμπρός χορό· γυναίκες, μην αργείτε.
   Σήμερα ας ζήσω ωραία — ποιό είναι το αύριο κανείς δεν ξέρει.

Μετάφραση Ν. Χουρμουζιάδη

5.73 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Δαίμονες͵ οὐκ ᾔδειν͵ ὅτι λούεται ἡ Κυθέρεια͵
    χερσὶ καταυχενίους λυσαμένη πλοκάμους.
ἱλήκοις͵ δέσποινα͵ καὶ ὄμμασιν ἡμετέροισι
    μήποτε μηνίσῃς θεῖον ἰδοῦσι τύπον.
νῦν ἔγνων· Ροδόκλεια καὶ οὐ Κύπρις. εἶτα τὸ κάλλος
    τοῦτο πόθεν; σύ͵ δοκῶ͵ τὴν θεὸν ἐκδέδυκας.

Εἰς Ῥοδόκλειάν τινα ἑταίραν ὡραίαν

Ώ θεοί! δεν είχα ιδέα ότι η Αφροδίτη παίρνει το λουτρό της
    κι η κόμη της ελεύθερη σκέπει τον τράχηλό της!
Δείξε έλεος, θεά μου! την οργή σου η χάρη σου ας μη στρέψει
    στα μάτια μου, που αντίκρισαν τη θεϊκή μορφή σου1.
Λάθος! πήρα για Κύπρη τη Ροδόκλεια — πες μου όμως, η δική σου
    τόση ομορφιά από πού; μήπως έχεις τη θεά ληστέψει;

1. Τη χειρότερη μορφή ιεροσυλίας αποτελούσε η θέαση μιας θεάς στη γυμνότητά της — τυπική η περίπτωση του νεαρού Ακτέωνα, που τόλμησε να δει την Άρτεμη λουόμενη, με αποτέλεσμα να τον μεταμορφώσει η θεά σε ελάφι και να τον παραδώσει βορά στα κυνηγόσκυλά του.

Μετάφραση Ν. Χουρμουζιάδη

 

Modigliani

5.74 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Πέμπω σοι͵ Ροδόκλεια͵ τόδε στέφος͵ ἄνθεσι καλοῖς
    αὐτὸς ὑφ΄ ἡμετέραις πλεξάμενος παλάμαις.
ἔστι κρίνον ῥοδέη τε κάλυξ νοτερή τ΄ ἀνεμώνη
    καὶ νάρκισσος ὑγρὸς καὶ κυαναυγὲς ἴον.
ταῦτα στεψαμένη͵ λῆξον μεγάλαυχος ἐοῦσα·
    ἀνθεῖς καὶ λήγεις καὶ σὺ καὶ ὁ στέφανος.

Εἰς τὴν αὐτὴν Ῥοδόκλειαν

THE MAIDEN'S POSY

I send thee, Rhodocleia, this garland, which myself have twined of fair flowers beneath my hands; here is lily and rose-chalice and moist anemone, and soft narcissus and dark-glowing violet; garlanding thyself with these, cease to be high-minded; even as the garland thou also dost flower and fall.

Μετάφραση J. W. Mackail

5.75 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Γείτονα παρθένον εἶχον Ἀμυμώνην Ἀφροδίτην͵
    ἥ μου τὴν ψυχὴν ἔφλεγεν οὐκ ὀλίγον.
αὕτη μοι προσέπαιζε καί͵ εἴ ποτε καιρός͵ ἐτόλμων.
    ἠρυθρία. τί πλέον; τὸν πόνον ᾐσθάνετο.
ἤνυσα πολλὰ καμών. παρακήκοα νῦν͵ ὅτι τίκτει.
    ὥστε τί ποιοῦμεν; φεύγομεν ἢ μένομεν;

Εἴς τινα παρθένον φθαρείσαν ὑπ' αὐτοῦ

Γειτονοπούλα μου ήταν, ώ Αφροδίτη,
κάποια παρθένα, η Αμυμώνη,
που την ψυχή βαθιά μου πυρπολούσε.
Μαζί μου παιζογέλαγε κι αν έβρισκα
την ευκαιρία καμιά φορά, τολμούσα·
κοκκίνιζε, τί άλλο; Ένιωθε πόνο· τέλος
με πολλούς κόπους πέτυχα. Και τώρα
μαθαίνω πως γεννάει. Λοιπόν τί κάνω;
Να φύγω ή να μείνω;

Μετάφραση Τ. Ρούσσου

5.76 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Αὕτη πρόσθεν ἔην ἐρατόχροος͵ εἰαρόμασθος͵
   εὔσφυρος͵ εὐμήκης͵ εὔοφρυς͵ εὐπλόκαμος.
ἠλλάχθη δὲ χρόνῳ καὶ γήραϊ καὶ πολιαῖσι͵
   καὶ νῦν τῶν προτέρων οὐδ΄ ὄναρ οὐδὲν ἔχει·
ἀλλοτρίας δὲ τρίχας καὶ ῥυσῶδες τὸ πρόσωπον͵
   οἷον γηράσας οὐδὲ πίθηκος ἔχει.

Εἰς πόρνην γηράσασαν· σκωπτικὸν

Αυτή πρωτύτερα είχε εράσμιο δέρμα, ολόανθους μαστούς,
    ωραία σφυρά, φρύδια γραμμένα, όμορφο σώμα, πλούσιους πλοκάμους.
Μ' αλλάχθηκε απ' το χρόνο κι απ' τα γερατιά κι από τα χιόνια
    και τώρα τίποτα απ' τα πρώτα, ούτε και στ' όνειρο, δεν έχει1
φοράει ξένα μαλλιά κι έχει το πρόσωπο όλο ζάρες,
    τέτοιο π' ούτε κι ο γερασμένος πίθηκος δεν έχει.

1. ούτε και στ' όνειρο, δεν έχει: παρόμοια ιδέα εκφράζει κι ο Καλλίμαχος (ΑΠ V 23, 3-6):
      «... ὡς τὸν ἐραστὴν
    κοιμίζεις, ἐλέου δ' οὐδ᾽ ὄναρ ἀντιάσαις.
Γείτονες οἰκτείρουσι· σὺ δ᾽ οὐδ᾽ ὄναρ. Ἡ πολιὴ δὲ
    αὐτίκ' ἀναμνήσει ταύτά σε πάντα κόμη».

Μετάφραση-Σχόλιο: Κ. Χωρεάνθης

 

Seated Nude Woman - Modigliani

5.77 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Εἰ τοίην χάριν εἶχε γυνὴ μετὰ Κύπριδος εὐνήν͵
   οὐκ ἄν τοι χρονέεσκεν ἀνὴρ ἀλόχῳ συνομιλῶν.
πᾶσαι γὰρ μετὰ κύπριν ἀτερπέες εἰσὶ γυναῖκες.

Εἰς τὰς γυναικῶν ὁμιλίας

Την ίδια χάρη σαν πριν
αν ύστερ' απ' το κρεβάτι της Κύπριδας
    είχ' η γυναίκα,
κόρο δε θάνιωθαν να συνομιλούνε οι άντρες
    με τις στεφανωτές τους.
Αλλ' όλες δυσάρεστες οι γυναίκες μετά τα έργα
    της Αφροδίτης.

Μετάφραση Α. Λεντάκη

5.87 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Ἀρνεῖται τὸν ἔρωτα Μελισσιάς͵ ἀλλὰ τὸ σῶμα
   κέκραγεν ὡς βελέων δεξάμενον φαρέτρην͵
καὶ φάσις ἀστατέουσα καὶ ἄστατος ἄσθματος ὁρμὴ
   καὶ κοῖλαι βλεφάρων ἰοτυπεῖς βάσιες.
ἀλλά͵ Πόθοι͵ πρὸς μητρὸς ἐυστεφάνου Κυθερείης͵
   φλέξατε τὴν ἀπιθῆ͵ μέχρις ἐρεῖ· Φλέγομαι.

Εἰς Μελισσιάδα τὴν ἑταίραν

Λέει πως δεν είναι ερωτευμένη η Μελισσιάς· μα το κορμί της
    λέει πως βελών ολόκληρη φαρέτρα έχει άδειασει
πάνω του· το ίδιο κι η κομμένη ανάσα κι η άστατη λαλιά της
    κι οι πονεμένοι κύκλοι γύρω από τα βλέφαρα της.
Εμπρός, Πόθοι, στο όνομα της μητέρας σας της Αφροδίτης,
    την άθλια αναφλέξτε, ώσπου «Φλέγομαι» να κραυγάσει.

Μετάφραση Ν. Χουρμουζιάδη

5.88 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Εἰ δυσὶν οὐκ ἴσχυσας ἴσην φλόγα͵ πυρφόρε͵ καῦσαι͵
   τὴν ἑνὶ καιομένην ἢ σβέσον ἢ μετάθες.

Πυρφόρε1, αν δεν μπορείς στην ίδια φλόγα και τους δυό να κάψεις,
   να σβήσεις τη φωτιά του ενός ή αλλού να την ανάψεις.

1. Η αποστροφή προς τον Έρωτα με τα πυρίφλογα βέλη.

Μετάφραση Ν. Χουρμουζιάδη

 

Modigliani-Cariatide

5.92 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Ὑψοῦται Ροδόπη τῷ κάλλεϊ· κἤν ποτε Χαῖρε
    εἴπω͵ ταῖς σοβαραῖς ὀφρύσιν ἠσπάσατο·
ἤν ποτε καὶ στεφάνους προθύρων ὕπερ ἐκκρεμάσωμαι͵
    ὀργισθεῖσα πατεῖ τοῖς σοβαροῖς ἴχνεσι.
ὦ ῥυτίδες καὶ γῆρας ἀνηλεές͵ ἔλθετε θᾶσσον·
    σπεύσατε͵ κἂν ὑμεῖς πείσατε τὴν Ροδόπην.

Εἰς Ῥοδόπην τὴν ἑταίραν

Ψηλώνει για την ομορφιά της η Ροδόπη· κι αν κάποτε «χαίρε!»
    της πω, με τα περήφανά της φρύδια μου απαντάει·
αν και στεφάνια κάποτε έξω απ' τα πρόθυρα κρεμάσω,
    με βήμα τα τσαλαπατεί περήφανο οργισμένη.
Ω ρυτίδες και γερατιά ανελέητα, γρήγορα τρέξτε!
    Βιαστείτε, κι ίσως εσείς πείσετε τη Ροδόπη.

Μετάφραση Κ. Χωρεάνθη

5.93 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Ὥπλισμαι πρὸς Ἔρωτα περὶ στέρνοισι λογισμόν͵
   οὐδέ με νικήσει͵ μοῦνος ἐὼν πρὸς ἕνα͵
θνατὸς δ΄ ἀθανάτῳ συστήσομαι. ἢν δὲ βοηθὸν
   Βάκχον ἔχῃ͵ τί μόνος πρὸς δύ΄ ἐγὼ δύναμαι;

Πρὸς Ἔρωτα

LOVE AND WINE

I am armed against Love with a breastplate of Reason, neither shall he conquer me, one against one; yes, I a mortal will contend with him the immortal: but if he have Bacchus to second him, what can I do alone against the two?

Μετάφραση J. W. Mackail

5.94 ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ

Ὄμματ΄ ἔχεις ῞Ηρης͵ Μελίτη͵ τὰς χεῖρας Ἀθήνης͵
    τοὺς μαζοὺς Παφίης͵ τὰ σφυρὰ τῆς Θέτιδος.
εὐδαίμων ὁ βλέπων σε͵ τρισόλβιος ὅστις ἀκούει͵
    ἡμίθεος δ΄ ὁ φιλῶν͵ ἀθάνατος δ΄ ὁ γαμῶν.

Εἰς Μελίτην· ὡραῖον

Η Ήρα μάτια, χέρια η Αθηνά, Μελίτη, η Κύπρη στήθια,
    η Θέτη πόδια σου έδωσε: είναι ευτυχής, αλήθεια,
όποιος σε βλέπει, είναι τρισόλβιος, αν ακούει τη φωνή σου,
    ημίθεος όποιος σε φιλεί, θεός, αν σμίγει μαζί σου.

Μετάφραση Ν. Χουρμουζιάδη

 

Modigliani

5.97 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Εἰ μὲν ἐπ΄ ἀμφοτέροισιν͵ Ἔρως͵ ἴσα τόξα τιταίνεις͵
   εἶ θεός· εἰ δὲ ῥέπεις πρὸς μέρος͵ οὐ θεὸς εἶ.

Ενάντια και στους δυό μας αν τεντώνεις,
Έρωτα, μ' όμοια δύναμη τα τόξα σου,
τότε είσαι θεός, άμα χαρίζεσαι όμως
στον έναν απ' τους δυό, θεός δεν είσαι.

Μετάφραση Τ. Ρούσσου

5.103 ΡΟΥΦΙΝΟΥ

Μέχρι τίνος͵ Προδίκη͵ παρακλαύσομαι; ἄχρι τίνος σε
   γουνάσομαι͵ στερεή͵ μηδὲν ἀκουόμενος;
ἤδη καὶ λευκαί σοι ἐπισκιρτῶσιν ἔθειραι͵
   καὶ τάχα μοι δώσεις ὡς Ἑκάβη Πριάμῳ.

Εἰς Προδίκην

Μέχρι πότε Προδίκη θα κλαίω μπροστά σου; Μέχρι πότε
θα γονατίζω και πετρωμένη δε θα μ' ακούει η καρδιά σου;
Οι λευκές τρίχες άρχισαν να ξεπροβάλλουν και σύντομα
   θα μου δοθείς σαν την Εκάβη στον Πρίαμο.

Μετάφραση Α. Λεντάκη

5.284 ΡΟΥΦΙΝΟΥ ΔΟΜΕΣΤΙΚΟΥ

Πάντα σέθεν φιλέω· μοῦνον δὲ σὸν ἄκριτον ὄμμα
   ἐχθαίρω͵ στυγεροῖς ἀνδράσι τερπόμενον.

Όλα σου εσένα τ' αγαπώ, τα μάτια μισώ μόνο,
   που γι' άνδρες ξελιγώνονται κ' εγώ θωρώ και λυώνω.

Μετάφραση Σίμου Μενάρδου

Βιβλιογραφία

  1. "Select Epigrams from The Greek Anthology"
    Edited with a Revised Text, Translation, and Notes, by J. W. Mackail
    London: Longmans, Green, and Co., 1890
  2. "Στέφανος"
    Εκλογαί Αρχαίων Ποιημάτων κατά μετάφρασιν Σίμου Μενάρδου
    Δίφρος 21971
  3. "Παλατινή Ανθολογία, εκλογή"
    μετάφραση Ανδρέα Λεντάκη,
    Κέδρος 1972
  4. "ΡΟΥΦΙΝΟΣ, Τα επιγράμματα , (εκλογή)",
    μτφρ. Τάσου Ρούσσου
    Νέα Εστία τ. 1725 (Ιούλιος-Αύγουστος 2000)
  5. "Παλατινή Ανθολογία, Ερωτικά Επιγράμματα",
    Επιλογή-Εισαγωγή-Μετάφραση-Σχόλια Νίκος Χ. Χουρμουζιάδης,
    στιγμή 1999
  6. "Ρουφίνου, Επιγράμματα Ερωτικά",
    Εισαγωγή-Μετάφραση-Σχόλια Κώστας Χωρεάνθης,
    Εκδόσεις Πατάκη 2000

 

 


Κείμενα με Μετάφραση Αρχή σελίδας

 


Μικρός Απόπλους
http://www.mikrosapoplous.gr/
Δεκέμβριος 2001