31.
Πρέσβεις της Κορίνθου και της Κερκύρας εις Αθήνας
Επί δύο ολόκληρα έτη μετά την ναυμαχίαν, οι Κορίνθιοι, εξηρεθισμένοι από την πορείαν του πολέμου προς τους Κερκυραίους, εναυπήγουν πλοία, παρασκευάζοντες ισχυρότατον στόλον, και εναυτολόγουν από την ιδίαν Πελοπόννησον και από την άλλην Ελλάδα ερέτας, τους οποίους προσείλκυαν διά του μισθού. Οι Κερκυραίοι, εξ άλλου, μανθάνοντες τας προετοιμασίες αυτάς, εφοβήθησαν, και επειδή δεν ήσαν σύμμαχοι με κανέν από τα Ελληνικά κράτη, και δεν είχαν καταταχθή εις την ομοσπονδίαν ούτε των Αθηναίων, ούτε των Λακεδαιμονίων, απεφάσισαν να υπάγουν προς τους Αθηναίους, διά να επιδιώξουν να γίνουν σύμμαχοι των και επιτύχουν, αν ημπορέσουν, επικουρίαν από αυτούς. Αλλά και οι Κορίνθιοι, όταν έμαθαν το πράγμα, απέστειλαν και αυτοί πρέσβεις εις τας Αθήνας, εκ φόβου μήπως η προσθήκη του Αθηναϊκού ναυτικού εις το Κερκυραϊκόν εμποδίση αυτούς να τερματίσουν ικανοποιητικώς τον πόλεμον. Συγκληθείσης εκτάκτου συνελεύσεως του λαού, εξέθεσαν ενώπιον αυτής ο εις μετά τον άλλον τ' αντίθετα επιχειρήματά των. Και οι μεν Κερκυραίοι ωμίλησαν ως εξής περίπου:

32.
Λόγοι των Κερκυραίων Πρέσβεων
"Άνδρες Αθηναίοι, όσοι, όπως ημείς τώρα, προσέρχονται διά να ζητήσουν την βοήθειαν των αλλων, προς τους οποίους ούτε διά προηγουμένης συμμαχίας συνδέονται, ούτε σημαντικός υπηρεσίας ποτέ επρόσφεραν, ορθόν είναι κατά πρώτον λόγον να τους πείσουν, εάν ημπορούν, ότι η παροχή της ζητούμενης συνδρομής είναι συμφέρουσα δι' αυτούς, η τουλάχιστον ότι δεν είναι επιζήμια, και δεύτερον ότι η ευγνωμοσύνη των θα είναι διαρκής. Εάν δε ούτε το εν, ούτε το άλλο αποδείξουν, πρέπει να μην οργίζωνται, εάν αποτύχουν. Οι Κερκυραίοι, ως εκ τούτου, μας απέστειλαν, διότι πιστεύουν ότι, ζητούντες την συμμαχίαν σας, είναι συγχρόνως εις θέσιν να σας δώσουν εγγυήσεις ως προς τα δυο αυτά σημεία. Συμβαίνει, εν τούτοις, η μέχρι τούδε πολιτική μας να είναι και ασυμβίβαστος με την αίτησιν που σας υποβάλλομεν σήμερον και ασύμφορος συγχρόνως δι' ημάς υπό τας παρούσας περιστάσεις. Διότι, ενώ κανενός ποτέ δεν ηθελήσαμεν εις το παρελθόν να γίνωμεν σύμμαχοι, ερχόμεθα σήμερον να ζητήσωμεν την συμμαχίαν άλλων, και συγχρόνως, ένεκα της πολιτικής μας αυτής, ανελάβαμεν μεμονωμένοι τον παρόντα πόλεμον προς τους Κορινθίους. Και δι' αυτό, ό,τι πριν εθεωρείτο σύνεσις εκ μέρους μας, το να μη περιπλεκώμεθα δηλαδή εις ξένας συμμαχίας και εκτιθέμενα ούτως εις κινδύνους, οι οποίοι είναι συνέπεια της πολιτικής άλλων, κατήντησεν ήδη φανερά ασυνεσία και πηγή αδυναμίας. Είναι αληθές ότι κατά την ναυμαχίαν, η οποία έλαβε χώραν, απεκρούσαμεν τους Κορινθίους μόνοι, χωρίς την βοήθειαν αλλων. Τώρα όμως που είναι έτοιμοι να μας επιτεθούν με ακόμη μεγαλυτέρας στρατιωτικάς δυνάμεις, τας οποίας έχουν συγκεντρώσει από την Πελοπόννησον και την άλλην Ελλάδα, βλέπομεν ότι είμεθα ανίσχυροι ν' αντισταθώμεν επιτυχώς με μόνας τας ιδικάς μας δυνάμεις, και ότι, εξ άλλου, θα κινδυνεύσωμεν τον έσχατον κίνδυνον, εάν περιέλθωμεν υπό την εξουσίαν των. Ευρισκόμεθα επομένως εις την ανάγκην να ζητήσωμεν βοήθειαν και από σας και από κάθε άλλον, και πρέπει να θεωρηθώμεν άξιοι συγγνώμης, εάν, όχι από χαμέρπειαν, αλλά μάλλον διότι αναγνωρίζομεν την πλάνην μας, ενεργούμεν αδιστάκτως κατά τρόπον αντίθετον προς την προηγουμένην πολιτικήν της απομονώσεως.

33. "Η αποδοχή της αιτήσεώς μας κατά την στιγμήν αυτήν είναι δι' εσάς ευκαιρία, όπως πολλαπλήν πορισθήτε ωφέλειαν. Πρώτον, διότι θα παράσχετε την συνδρομήν σας εις αδικούμενους και όχι εις αδικούντας, έπειτα δε, διότι παρέχοντες την συμμαχίαν σας προς ανθρώπους, των οποίων τα ζωτικά συμφέροντα ευρίσκονται εις κίνδυνον, θ' αποταμιεύσετε εις τας καρδίας μας, με όλην τη δυνατήν ασφάλειαν, θησαυρόν αιωνίας ευγνωμοσύνης, και τέλος, διότι έχομεν στόλον μεγαλύτερον από κάθε άλλον, εκτός του ιδικού σας. Και σκεφθήτε πόσον σπανία είναι η ευτυχία αυτή, η οποία προς μεγάλην λύπην των εχθρών σας ασφαλίζει εις σας τούτο, ότι η δύναμις εκείνη, την συμμαχίαν της οποίας θα εκρίνατε αξίαν πολλών χρημάτων και μεγάλης ευγνωμοσύνης, προσέρχεται σήμερον απρόσκλητος, προσφερομένη χωρίς κινδύνους και δαπάνας ιδικάς σας, ασφαλίζουσα συγχρόνως την εκτίμησιν των πολλών διά την γενναιοφροσύνην σας, την ευγνωμοσύνην εκείνων, τους οποίους θα βοηθήσετε, και την αύξησιν της ιδικής σας δυνάμεως. Εις πολύ ολίγους, τωόντι, ανθρώπους έτυχε να προσφερθούν καθ' όλον το παρελθόν τόσα πολλά πλεονεκτήματα συγχρόνως. Ολίγοι, εξ άλλου, έχοντες ανάγκην συμμαχίας, προσέρχονται προσφέροντες εις εκείνους, από τους οποίους την ζητούν, ασφάλειαν και τιμήν ίσην προς εκείνην, την οποίαν πρόκειται να λάβουν από αυτούς οι ίδιοι. Αλλ' εάν κανείς από σας νομίζη ότι ο πόλεμος, που θα μας δώση την ευκαιρίαν να φανώμεν χρήσιμοι, δεν θα γίνη, πλανάται, και δεν αντιλαμβάνεται ότι οι Λακεδαιμόνιοι επιθυμούν τον πόλεμον, διότι φοβούνται την αύξησιν της δυνάμεώς σας, και ότι οι Κορίνθιοι, οι οποίοι είναι εχθροί σας, όχι μόνον ασκούν μεγάλην επιρροήν επ' αυτών, αλλά και προπαρασκευάζουν την εναντίον σας επίθεσιν, ζητούντες να καταβάλουν ημάς προηγουμένως. Διότι δεν θέλουν, ωθούμενοι από το κοινόν ημών μίσος εναντίον των, να τους αντιμετωπίσωμεν ηνωμένοι, μήτε να τρέξουν τον κίνδυνον, πριν ημείς ενωθώμεν, να αποτύχουν εις τον διπλούν αυτών σκοπόν, να βλάψουν δηλαδή ημάς, να ενισχυθούν δε οι ίδιοι. Καθήκον αντιθέτως έχομεν να λάβωμεν την πρωτοβουλίαν, ημείς μεν προσφέροντες, σεις δε δεχόμενοι την συμμαχίαν, και να τους προλάβωμεν μάλλον εις τα σχέδια των παρά να ματαιώσωμεν αυτά εκ των υστέρων.

34. "Αλλ' εάν ισχυρίζωνται ότι δεν είναι δίκαιον να δέχεσθε σεις τους ιδικούς των αποίκους, οφείλουν να μάθουν ότι κάθε αποικία τιμά την μητρόπολιν, εάν αυτή την μεταχειρίζεται καλώς, αδικουμένη όμως, αποξενούται από αυτήν. Διότι οι άποικοι απομακρύνονται από το πάτριον έδαφος, όχι διά να είναι δούλοι εκείνων που μένουν οπίσω, αλλά διά να είναι ίσοι με αυτούς. Ότι, άλλωστε, είχαν άδικον είναι προφανές. Διότι, ενώ επροτείναμεν εις αυτούς διαιτησίαν διά το ζήτημα της Επιδάμνου, ηθέλησαν να επιδιώξουν την ικανοποίησιν των αιτιάσεών των διά πολέμου μάλλον παρά δι' αμερόληπτου διαδικασίας. Και η συμπεριφορά των προς ημάς, οι οποίοι συνδεόμεθα με αυτούς διά της κοινής καταγωγής, ας χρησιμεύση διά σας ως κάποια προειδοποίησις, ώστε, εάν μεν επιδιώξουν να σας παραπλανήσουν, να μη παρασυρθήτε από αυτούς, εάν δε ζητήσουν φανερά την συνδρομήν σας, να τους την αρνηθήτε. Καθόσον εκείνος εξασφαλίσει αποτελεσματικώτερον την ησυχίαν του, ο οποίος σπανιώτατα λαμβάνει αφορμήν να μεταβληθή, διότι εχαρίσθη προς τους αντιπάλους του.

35. "Ούτε, άλλωστε, θα διαρρήξετε την συνθήκην της ειρήνης προς τους Λακεδαιμονίους, εάν δεχθήτε ημάς, οι οποίοι δεν είμεθα σύμμαχοι ούτε του ενός, ούτε του άλλου. Διότι η συνθήκη ορίζει ότι αι Ελληνικαί πόλεις, όσαι είναι έξω από την συμμαχίαν, ημπορούν να προσέλθουν κατ' αρέσκειαν προς το εν ή το άλλο μέρος. Και θα ήτο τερατώδες, εάν αυτοί μεν ημπορούν να καταρτίζουν τα πληρώματα του στόλου των και από τους συμμάχους των και από την άλλην Ελλάδα και προ πάντων από τους ιδικούς σας υπηκόους, ημάς δε να εμποδίζουν όχι μόνον από την συμμαχίαν αυτήν, εις την οποίαν έκαστος δύναται να προσέλθη ελευθέρως, αλλά και από την βοήθειαν εξ οιουδήποτε άλλου μέρους, και έπειτα να χαρακτηρίζουν ως έγκλημα, εάν πεισθήτε ν' αποδεχθήτε την αίτησίν μας. Πολύ ευλογωτέρας αιτίας παραπόνων θα έχωμεν ημείς, εάν δεν πεισθήτε να την αποδεχθήτε. Διότι ημάς μεν θ' αποκρούσετε, ενώ κινδυνεύομεν και δεν είμεθα εχθροί σας, αυτούς όμως όχι μόνον δεν θα εμποδίσετε, ενώ και εχθροί σας είναι και πρώτοι επιτίθενται, αλλά και θα επιτρέψετε εις αυτούς να προσλάβουν από την επικράτειάν σας νέαν δύναμιν. Τούτο όμως δεν είναι δίκαιον, αλλά πρέπει ή και αυτούς να εμποδίσετε από του να στρατολογούν μισθοφόρους από την επικράτειάν σας ή και εις ημάς να στείλετε βοήθειαν καθ' οιονδήποτε τρόπον εγκρίνετε. Το καλύτερον μάλιστα θα είναι να μας δεχθήτε και μας βοηθήσετε φανερά ως συμμάχους. Καθώς άλλωστε εξ αρχής εδηλώσαμεν, πολλά είναι τα πλεονεκτήματα, τα οποία σας εξασφαλίζει η προσφορά μας, και το σπουδαιότερον όλων ότι οι αντίπαλοί μας είναι αντίπαλοί σας- το οποίον είναι η καλύτερα εγγύησις της πίστεως ενός συμμάχου- και ότι οι αντίπαλοι αυτοί είναι όχι ασθενείς, αλλ' ικανοί να βλάψουν εκείνους πού αποσπώνται απ' αυτούς, διά να προσέλθουν εις άλλους. Και όταν σας προσφέρεται η συμμαχία ναυτικού και όχι ηπειρωτικού κράτους, ο προσεταιρισμός ή η αποξένωσίς του δεν είναι πράγμα αδιάφορον. Τουναντίον συμφέρον έχετε, προ πάντων μεν, εάν ημπορήτε, να μη επιτρέπετε εις άλλους να έχουν στόλον, ειδεμή να έχετε φίλον εκείνον, ο οποίος είναι ισχυρότατος κατά την ναυτικήν δύναμιν.

36. "Αλλ' εάν κανείς αναγνωρίζη μεν ότι όσα υποστηρίζομεν είναι συμφέροντα, φοβείται όμως μήπως η αποδοχή της προτάσεώς μας γίνη αφορμή πολέμου, οφείλει να μάθη ότι εκείνο που προκαλεί τον φόβον του, ενισχυόμενον από δύναμιν, θα εμπνεύση μεγαλύτερον φόβον εις τους αντιπάλους του, ενώ το θάρρος του (Σ.Μ.: ήτοι η πίστις του εις το ασφαλές της ειρήνης), εάν τον εξωθεί εις απόκρουσιν της συμμαχίας μας, επειδη θα ήτο ανίσχυρον, θα επροκάλει ολιγώτερον φόβον εις τους εχθρούς σας, οι οποίοι είναι ισχυροί. Και συγχρόνως πρέπει να μη λησμονή ότι την στιγμήν αυτήν σκέπτεται περί του συμφέροντος των ιδίων των Αθηνών περισσότερον παρά της Κερκύρας, και ότι δεν προνοεί περί του συμφέροντός των κατά τον καλύτερον τρόπον, όταν, από υπερβολικήν προσήλωσιν προς το άμεσον παρόν, ενδοιάζη να ασφάλιση υπέρ αυτών, δια τον επικείμενον και σχεδόν παρόντα πόλεμον, χώραν, της οποίας η φιλία ή η έχθρα συνεπάγεται σπουδαιοτάτας συνεπείας. Διότι η Κέρκυρα κείται προσφορώτατα διά την ακτοπλοϊκήν μετάβασιν εις Ιταλίαν και Σικελίαν, διά να είναι εις θέσιν και να παρεμπόδιση την εκείθεν αποστολήν ναυτικής επικουρίας προς τους Πελοποννησίους και να συνοδεύση διά προπομπής την εντεύθεν αποστολήν στόλου προς τα εκεί, και πολλά άλλα παρέχει πλεονεκτήματα, Συγκεφαλαιώνοντες το σύνολον και τα καθέκαστα των επιχειρημάτων, ένεκα των οποίων δεν πρέπει να μας εγκαταλείψετε, λέγομεν ότι τρεις υπάρχουν στόλοι άξιοι λόγου εις την Ελλάδα, ο ιδικός σας, ο ιδικός μας και ο των Κορινθίων. Αλλ' εάν επιτρέψετε να μας υποτάξουν προηγουμένως οι Κορίνθιοι και να ενωθούν τοιουτοτρόπως οι δυο εκ τούτων, θα έχετε ν' αγωνισθήτε κατά θάλασσαν εναντίον των Κερκυραίων συγχρόνως και των Πελοποννησίων, ενώ, εάν μας δεχθήτε ως συμμάχους, θα δυνηθήτε ν' αγωνισθήτε εναντίον των με τον στόλον σας ενισχυμένον διά του ιδικού μας". Και οι μεν Κερκυραίοι ωμίλησαν ούτω, οι δε Κορίνθιοι ως εξής:

37.
Λόγοι των Κορινθίων Πρέσβεων
"Εφόσον οι Κερκυραίοι εδώ ωμίλησαν όχι μόνον περί της παραδοχής των εις την συμμαχίαν σας, αλλά και περί του ότι η ενέργειά μας είναι άδικος και ο εναντίον των πόλεμος αδικαιολόγητος, αναγκαίον είναι, όπως και ημείς θίξωμεν προηγουμένως και τα δύο αυτά σημεία, και τότε μόνον προβώμεν εις την περαιτέρω ανάπτυξιν του λόγου μας, ώστε και την αξίωσίν μας να γνωρίσετε εκ των προτέρων ασφαλέστερον, και την αίτησιν, την οποίαν αυτοί εδώ σας υποβάλλουν, απορρίψετε, κατόπιν πλήρους γνώσεως του ζητήματος. Ισχυρίζονται, τωόντι, ότι από σύνεσιν δεν εδέχθησαν την συμμαχίαν κανενός μέχρι τούδε. Η πολιτική των, εν τούτοις, δεν ενεπνέετο από ελατήρια ευγενή, αλλά επεδίωκε σκοπούς κακοβούλους. Διότι δεν ήθελαν να έχουν κανένα ούτε σύμμαχον, ούτε μάρτυρα των εγκλημάτων των, ούτε να εντροπιάζωνται ζητούντες την βοήθειάν του δι' αυτά. Η αυτάρκης, άλλωστε, θέσις της πόλεώς των επιτρέπει εις αυτούς να γίνωνται ευκολώτερον οι ίδιοι δικασταί των εναντίον άλλων αδικημάτων των, παρά αν ούτοι ωρίζοντο διά συνθηκών. Καθ' όσον, σπανίως καταπλέοντες αυτοί εις ξένας ακτάς, δέχονται τους άλλους καταπλέοντας εξ ανάγκης συχνά εις τας ιδικάς των. Και υπό τας περιστάσεις αυτάς την ευπρόσωπον αποφυγήν συμμαχιών περιβάλλονται ως προσωπίδα, όχι πράγματι διά να μη παρασύρωνται από άλλους εις διάπραξιν αδικημάτων, αλλά διά να διαπράττουν αυτοί τοιαύτα άνευ της συμπράξεως αλλων, και επομένως να ασκούν μεν βίαν οσάκις είναι ισχυροί, να πλουτούν δε αθεμίτως οσάκις ημπορούν να μην ανακαλυφθούν, και να μένουν χαλκοπρόσωποι οσάκις κατορθώσουν να νοσφισθούν κάτι τι. Μολονότι, εάν ήσαν πραγματικώς έντιμοι ανθρώποι, όπως ισχυρίζονται, όσον ολιγώτερον ευπρόσβλητοι είναι εκ μέρους άλλων τόσον φανερώτερον θα ημπορούσαν να καταδείξουν τα ευγενή των ελατήρια, διά της προθύμου προσφυγής εις διαιτησίαν.

38. "Αλλ' ούτε προς τους άλλους, ούτε προς ημάς δεικνύονται τοιούτοι, αλλ' ενώ είναι άποικοί μας, απέκοψαν ανέκαθεν κάθε προς ημάς δεσμόν και ήδη διεξάγουν εναντίον μας πόλεμον, λέγοντες ότι δεν εστάλησαν ως άποικοι, διά να τους μεταχειριζώμεθα κακώς. Αλλά και ημείς ισχυριζόμενα ότι δεν τους εστείλαμεν, διά να περιφρονούμεθα από αυτούς, αλλά διά να είμεθα ηγέται των και απολαμβάνωμεν τον νενομισμένον σεβασμόν. Αι άλλαι τουλάχιστον αποικίαι μας τιμούν και μας δεικνύουν εξαιρετικήν στοργήν. Και είναι φανερόν ότι, εάν αρέσκωμεν εις τους περισσοτέρους, δεν υπάρχει εύλογος αιτία, διά την οποίαν ν' απαρέσκωμεν εις αυτούς μόνους, ούτε θα διεξήγαμεν τον ασυνήθη τούτον πόλεμον μητροπόλεως εναντίον αποικίας, εάν και ο τρόπος, κατά τον οποίον ηδικήθημεν, δεν ήτο απαραδειγμάτιστος. Επεβάλλετο, άλλωστε, εις αυτούς, και εάν ακόμη ημείς είχαμεν άδικον, να δειχθούν ενδοτικοί απέναντι της οργής μας, οπότε θα ήτο αισχρόν δι' ημάς να μεταχειρισθώμεν βίαν απέναντι της μετριοπαθείας των. Αντί τούτου, ωθούμενοι από την αλαζονείαν και την δύναμιν του πλούτου των, και κατά πολλούς άλλους τρόπους μας έχουν αδικήσει και την Επίδαμνον, η οποία είναι ιδική μας, εφόσον μεν υπέφερε, δεν επρόβαλλαν καμμιάν επ' αυτής αξίωσιν, ευθύς όμως ως ημείς απήλθαμεν εις βοήθειάν της, την κατέλαβαν διά της βίας και εξακολουθούν να την κατέχουν.

39. "Ισχυρίζονται, αληθώς, ότι επρότειναν προηγουμένως να λυθή η διαφορά διά της δικαστικής οδού. Αλλά τοιαύτη πρότασις έχει αξίαν όταν γίνεται όχι εκ του ασφαλούς από εκείνον που κατέχει ήδη θέσιν πλεονεκτικήν, αλλ' από εκείνον, ο όποιος πριν προσφύγη εις τα όπλα, θέτει τον εαυτόν του εις ίσην θέσιν με τον αντίπαλόν του, συνδυάζων τους λόγους προς τα έργα. Αυτοί όμως την εύσχημον πρότασιν της διαιτησίας διετύπωσαν, όχι πριν αρχίσουν την πολιορκίαν της Επιδάμνου, αλλ' αφού ενόησαν ότι δεν θ' ανεχθώμεν ημείς τούτο. Και μη αρκούμενοι εις το κακόν, το οποίον οι ίδιοι διέπραξαν εκεί, έρχονται εδώ αξιούντες από σας να γίνετε όχι κυρίως σύμμαχοι, αλλά συνεργοί των αδικημάτων των, και να τους δεχθήτε, ενώ είναι ήδη εχθροί μας. Καθήκον, εν τούτοις, είχαν να προσχωρήσουν εις την συμμαχίαν σας τότε που ήσαν εις πλήρη ασφάλειαν, και όχι τώρα πού ημείς μεν είμεθα θύματα της αδικίας των, αυτοί δε κινδυνεύουν, και που σεις, χωρίς να πορισθήτε πρωτύτερα καμμιάν ωφέλειαν από την δύναμιν των, θα παράσχετε εις αυτούς τώρα την βοήθειάν σας, και ενώ δεν ελάβατε μέρος εις τα εγκλήματα των, θα θεωρηθήτε από ημάς εξ ίσου υπεύθυνοι δι' αυτά. Μόνο εάν εξ αρχής σας καθιστών κοινωνούς της δυνάμεώς των θα ημπορούσαν να σας έχουν κοινωνούς και των συνεπειών των πράξεων των.

40. "Σαφώς κατεδείχθη λοιπόν και ότι προσερχόμενοι ενώπιον σας έχοντες βασίμους αιτιάσεις και ότι οι Κερκυραίοι είναι βίαιοι και πλεονέκται. Υπολείπεται ήδη να μάθετε ότι δεν ημπορείτε να τους δεχθήτε δικαίως εις την συμμαχίαν σας. Τωόντι, αν και ορίζει η συνθήκη ότι κάθε πόλις μη εγγεγραμμένη εις αυτήν δικαιούται να προσέλθη κατά βούλησιν εις την συμμαχίαν του ενός ή του άλλου μέρους, η διάταξις αυτή δεν εφαρμόζεται εις εκείνους, οι οποίοι προσέρχονται με σκοπόν να βλάψουν άλλους, αλλ' εις εκείνον μόνον, ο οποίος, χωρίς να παραβιάζη προηγουμένας προς άλλον υποχρεώσεις του, έχει ανάγκην να εξασφαλισθή κατά κινδύνου, και ο οποίος δεν πρόκειται να φέρη εις τους νέους φίλους του, υποτιθεμένου ότι ούτοι σωφρονούν, πόλεμον αντί ειρήνης. Πράγμα, το οποίον ακριβώς θα επαθαίνατε σεις τώρα, εάν δεν πεισθήτε εις τους λόγους μας. Διότι δεν θα εγίνεσθε μόνον σύμμαχοι αυτών, αλλά, διαρρηγνύοντες την μεταξύ μας συνθήκην ειρήνης, θα εγίνεσθε συγχρόνως εχθροί μας. Καθόσον, εάν ταχθήτε με το μέρος των, εξ ανάγκης και ημείς θ' αντιμετωπίσωμεν και αυτούς και σας αδιακρίτως. Μολονότι ορθόν είναι προ πάντων μεν να μη λάβετε το μέρος ούτε του ενός, ούτε του άλλου, ειδεμή, τουναντίον να βαδίσετε από κοινού με ημάς εναντίον αυτών (αφού προς μεν τους Κορινθίους τουλάχιστον συνδέεσθε διά συνθήκης ειρήνης, ενώ με τους Κερκυραίους ούτε ανακωχήν ποτέ συνήψατε), και να μη καθιερώσετε το ποοηγούμενον της παραδοχής ως συμμάχων εκείνων που αποστατούν από άλλους. Διότι και ημείς κατά την επανάστασιν των Σαμίων όχι μόνον δεν εψηφίσαμεν εναντίον σας, όταν οι άλλοι Πελοποννήσιοι εδιχάσθησαν επί του ζητήματος, αν έπρεπε να δοθή βοήθεια εις τους επαναστάτας, αλλά και απροκαλύπτως υπεστηρίξαμεν αντιθέτως ότι έκαστος δικαιούται να τιμωρή ο ίδιος τους συμμάχους του. Αλλ' εάν δεχθήτε και βοηθήσετε τους αδικούντας, θέλει ασφαλώς καταδειχθή ότι όχι ολιγώτεροι από τους συμμάχους σας θέλουν προσέλθει προς ημάς, και το προηγούμενον που θα καθιερώσετε θ' αποβή εις ιδικήν σας μάλλον βλάβην, παρά εις ιδικήν μας.

41. "Αυτά είναι τα επί του δικαίου στηριζόμενα επιχειρήματα, τα οποία έχομεν απέναντι σας, και είναι αρκετά, κατά τα κρατούντα μεταξύ Ελλήνων. Αλλ' έχομεν να διατυπώσωμεν και μίαν παραίνεσιν και αξίωσιν στηριζομένην επί προηγουμένης χάριτος, την οποίαν ισχυριζόμεθα ότι πρέπει να μας αποδώσετε σήμερον, εφόσον ούτε εχθροί είμεθα, ώστε να βλάπτη ο εις τον άλλον, ούτε πάλιν φίλοι, ώστε ν' αντιταχθή ότι μεταξύ φίλων χάριτες είναι φυσικαί και δεν συνεπάγονται υποχρέωσιν αποδόσεως. Διότι, όταν κάποτε, προ των Περσικών πολέμων, ελάβατε ανάγκην πλοίων πολεμικών, διά τον πόλεμον κατά των Αιγινητών, εδανείσθητε είκοσι τοιαύτα από τους Κορινθίους. Και η υπηρεσία αυτή σας έδωσε την νίκην κατά των Αιγινητών, όπως και η άλλη, όταν ημποδίσαμεν τους Πελοποννησίους να βοηθήσουν τους Σαμίους, σας επέτρεψε να τιμωρήσετε τους τελευταίους αυτούς. Και αι δύο αύται υπηρεσίαι παρεσχέθησαν εις περιστάσεις τοιαύτας, κατά τας οποίας οι ανθρώποι, επιτιθέμενοι κατά των εχθρών των, είναι αδιάφοροι διά κάθε άλλο εκτός της νίκης. Διότι φίλον μεν θεωρούν τον βοηθούντα αυτούς, και αν έτυχε πριν να είναι εχθρός, πολέμιον δε τον εναντιωθέντα, και αν έτυχε να είναι φίλος, αφού και τα ατομικά των συμφέροντα παραμελούν, ένεκα του επικρατούντος πυρετού της πάλης.

42. "Τας υπηρεσίας αυτάς ενθυμούμενοι (και οι νεώτεροι από σας ας μάθουν αυτά από τους πρεσβυτέρους), πρέπει ν' αναγνωρίσετε ότι καθήκον έχετε ν' ανταποδώσετε τα ίσα και μη νομίσετε ότι όσα μεν λέγομεν είναι δίκαια, άλλα δε εν περιπτώσει πολέμου είναι τα συμφέροντα. Διότι η ασφαλεστέρα οδός προς το συμφέρον είναι η οδός του δικαίου, και ο μέλλων πόλεμος, με τον οποίον σας φοβίζουν οι Κερκυραίοι, και ζητούν να σας εξωθήσουν εις αδικίαν, είναι άδηλον εάν ποτέ επέλθη. Ούτε αξίζει, παρασυρόμενοι από την προσδοκίαν μέλλοντος πολέμου, να επισύρετε την από τούδε φανεράν και όχι μέλλουσαν έχθραν των Κορινθίων. Η φρόνησις τουναντίον υπαγορεύει να μετριάσετε μάλλον την υφισταμένην ήδη ένεκα των Μεγαρέων δυσπιστίαν. Διότι η τελευταία χάρις, και αν είναι μικροτέρα, ημπορεί, παρεχομένη εις την κατάλληλον ώραν, να κάμη να λησμονηθούν προγενέστεροι μεγαλύτεραι αιτιάσεις. Ούτε πρέπει να παρασυρθήτε από το ότι σας προσφέρουν μεγάλην ναυτικήν συμμαχίαν. Διότι ασφαλεστέρα είναι η δύναμις εκείνου, ο οποίος δεν αδικεί τους ομοίους του, παρά εκείνου, ο οποίος, παρασυρόμενος από ό,τι λάμπει προς στιγμήν, αποκτά αθέμιτα κέρδη, συνεπαγόμενα κινδύνους.

43. "Ημείς, άλλωστε, περιελθόντες εις την περίπτωσιν, περί της οποίας ωμιλήσαμεν εις την Λακεδαίμονα, όταν δημοσία υπεστηρίξαμεν ότι έκαστος δικαιούται να τιμωρή ο ίδιος τους συμμάχους του, έχομεν την δικαίαν σήμερον απαίτησιν να επιτύχωμεν το ίδιον από σας, εις τρόπον ώστε σεις που ωφελήθητε από την ψήφον μας να μη μας βλάψετε διά της ιδικής σας. Οφείλετε τουναντίον να μας ανταποδώσετε τα ίσα, πειθόμενοι ότι η παρούσα περίστασις είναι από εκείνας, κατά τας οποίας ο βοηθών είναι κάλλιστος φίλος και ο αντιτιθέμενος χείριστος εχθρός. Ζητούμεν από σας, όπως ούτε ως συμμάχους δεχθήτε τους Κερκυραίους εδώ, εναντίον της γνώμης μας, ούτε τους βοηθήσετε αδικούντας. Και αν ακολουθήσετε την πολιτικήν αυτήν, όχι μόνον θα ενεργήσετε κατά τον προσήκοντα τρόπον, αλλά και θ' αποφασίσετε σύμφωνα με τα καλώς εννοούμενα συμφέροντά σας".

44.
Αμυντική συμμαχία μεταξύ Αθηναίων και Κερκυραίων
Κατ' αυτόν τον τρόπον ομίλησαν οι Κορίνθιοι. Οι Αθηναίοι, αφού ήκουσαν και τα δύο μέρη και συνεκρότησαν δύο συνεδριάσεις της συνελεύσεως του λαού, κατά μεν την πρώτην έρρεπαν μάλλον εις αποδοχήν των λόγων των Κορινθίων, αλλά κατά την συνεδρίασιν της επιούσης μετέβαλαν γνώμην. Και δεν απεφάσισαν μεν την σύναψιν επιθετικής και αμυντικής συμμαχίας μετά των Κερκυραίων, καθόσον εις τοιαύτην περίστασιν, εάν ούτοι εζήτουν από αυτούς να λάβουν μέρος εις εκστρατείαν κατά της Κορίνθου, θα διερρηγνύετο η μετά των Πελοποννησίων Τριακονταετής συνθήκη, συνωμολόγησαν όμως αμυντικήν συμμαχίαν, όπως βοηθήσουν αμοιβαίως, προς υπεράσπισιν του εδάφους των, εις περίστασιν που άλλος ήθελεν επιτεθή κατά της Κερκύρας ή των Αθηνών, ή των συμμάχων του ενός ή του άλλου. Διότι εθεώρουν τον πόλεμον προς τους Πελοποννησίους ως εις κάθε περίπτωσιν αναπόφευκτον, και διά τούτο ήθελαν να μη εγκαταλείψουν εις χείρας των Κορινθίων την Κέρκυραν, η οποία είχεν ισχυρόν στόλον, αλλά να επιτείνουν όσον το δυνατόν την σύγκρουσιν των μεν προς τους δε, ώστε εάν αναγκασθούν να περιέλθουν εις πόλεμον προς τους Κορινθίους και τας άλλας ναυτικάς πόλεις να εύρουν αυτάς εξησθενημένας. Εφαίνετο, άλλωστε, συγχρόνως εις αυτούς ότι η Κέρκυρα κείται προσφορώτατα διά την ακτοπλοϊκήν μετάβασιν εις Σικελίαν και Ιταλίαν.

 

[Προηγούμενο] [Συνέχεια βιβλίου]