Έτος 6ον : 426 - 425 πΧ

89.
Σεισμοί αποτρέπουν τους Λακεδαιμονίους να εισβάλουν εις την Αττικήν
Κατά το επόμενον θέρος, οι Πελοποννήσιοι και οι σύμμαχοι, υπό την αρχηγίαν του βασιλέως των Λακεδαιμονίων Άγιδος, υιού του Αρχιδάμου, ήλθαν μέχρι του Ισθμού με την πρόθεσιν να εισβάλουν εις την Αττικήν αλλ' επειδή έγιναν πολλοί σεισμοί επέστρεψαν οπίσω, χωρίς να γίνη εισβολή. Κατά την ιδίαν περίπου εποχήν, ενώ εξηκολούθουν οι σεισμοί, η θάλασσα, αφού απεσύρθη από την παραλίαν των Οροβιών της Ευβοίας και επυργώθη εις κύμα, επέδραμε τμήμα της πόλεως, και εν μέρει μεν υπεχώρησεν, εν μέρει όμως κατέκλυσε την ακτήν, ούτως ώστε ό,τι πριν ήτο γη, είναι σήμερον θάλασσα, και όσοι δεν επρόφθασαν να καταφύγουν εις τα υψηλότερα σημεία, επνίγησαν. Και περί την νήσον Αταλάντην, κειμένην πλησίον της παραλίας των Οπουντίων Λοκρών, έγινε παρομοία πλημμύρα, η οποία παρέσυρε μέρος του Αθηναϊκού φρουρίου και συνέτριψεν εν εκ των δύο πλοίων, τα οποία ήσαν ανειλκυσμένα επί της ξηράς. Και εις την Πεπάρηθον [13], η θάλασσα απεσύρθη από την παραλίαν αλλά δεν κατέκλυσε την ξηράν, σεισμός όμως κατέρριψε μέρος του τείχους και το πρυτανείον και ολίγας άλλας οικίας. Αιτία του φαινομένου αυτού κατά την γνώμην μου είναι ότι ο σεισμός, εις το σημείον όπου ήτο ισχυρότερος, έσπρωξε προς τα οπίσω την θάλασσαν και με την αιφνιδίαν παλινδρόμησίν της κατέστησε την πλημμύραν βιαιοτέραν, χωρίς τον σεισμόν όμως μου φαίνεται ότι δεν ημπορούσε να συμβή τούτο.

90.
Επιτυχίαι των Αθηναίων εις την Σικελίαν
Κατά το ίδιον θέρος, και άλλοι λαοί διεξήγαν εις την Σικελίαν διαφόρους πολεμικάς επιχειρήσεις και οι ίδιοι οι Έλληνες κάτοικοι της νήσου επολέμουν εναντίον αλλήλων, των Αθηναίων συμπραττόντων με τους ιδικούς των συμμάχους. Μόνον τας αξιολογωτέρας πράξεις, εις τας οποίας έλαβαν μέρος οι Αθηναίοι, είτε επιτιθέμενοι με τους συμμάχους των, είτε αμυνόμενοι εναντίον των εχθρών των, θα μνημονεύσω. Φονευθέντος του στρατηγού των Αθηναίων Χαροιάδου υπό των Συρακουσίων εις μάχην ο Λάχης μείνας μόνος αρχηγός του στόλου, εξεστράτευσε με τους συμμάχους εναντίον των Μύλων, πόλεως ανηκούσης εις τους Μεσσηνίους. Αι Μύλαι έτυχε τότε να φρουρούνται από δύο τάγματα Μεσσηνίων, οι οποίοι είχαν στήσει ενέδραν κατά του αποβατικού σώματος των Αθηναίων. Αλλ' οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοι έτρεψαν εις φυγήν τους ενεδρεύοντας και εφόνευσαν πολλούς απ' αυτούς, και επιτεθέντες κατά του φρουρίου, ηνάγκασαν την φρουράν να παραδώση δια συνθήκης την ακρόπολιν και βαδίση μαζί των εναντίον της Μεσσήνης. Μετά τούτο, οι Μεσσήνιοι, βλέποντες την προσέγγισιν των Αθηναίων και των συμμάχων των, εσυνθηκολόγησαν και αυτοί, δώσαντες ομήρους και ρυθμίσαντες τα πράγματά των κατά τρόπον παρέχοντα εμπιστοσύνην εις τους Αθηναίους.

91.
Εκστρατείαι των Αθηναίων περί την Πελοπόννησον, κατά της Μήλου και της Τανάγρας
Κατά την διάρκειαν του ιδίου θέρους, οι Αθηναίοι έστειλαν περί την Πελοπόννησον μοίραν στόλου 30 πλοίων, υπό την αρχηγίαν του Δημοσθένους, υιού του Αλκισθένους, και του Προκλέους, υιού του Θεοδώρου, και άλλην μοίραν εξήντα πλοίων και δυο χιλιάδας οπλίτας εις την Μήλον [14], υπό την αρχηγίαν του Νικίου, υιού του Νικηράτου. Διότι ήθελαν να εξαναγκάσουν να ταχτούν με το μέρος των τους Μηλίους, οι οποίοι, αν και νησιώται ηρνούντο να υποταχτούν εις αυτούς και δεν ήθελαν να λάβουν μέρος εις την συμμαχίαν των. Επειδή όμως, μολονότι ηρήμωναν την γην των, αυτοί δεν υπέκυπταν, αποπλεύσαντες εκ της Μήλου έπλευσαν εις τον Ωρωπόν της Γραϊκής, όπου προσήγγισαν την νύκτα και οι πεζοναύται αποβιβασθέντες προήλασαν αμέσως δια ξηράς εις την περιφέρειαν της Τανάγρας της Βοιωτίας. Εκεί, ειδοποιηθείσα δια σήματος, ήλθεν εις προϋπάντησίν των εξ Αθηνών δια ξηράς όλη η διαθέσιμος στρατιωτική δύναμις, υπό την αρχηγίαν του Ιππονίκου, υιού του Καλλίου, και του Ευρυμέδοντος, υιού του Θουκλέους. Και στρατοπεδεύσαντες, ελεηλάτουν καθ' όλην την ημέραν την περιφέρειαν της Τανάγρας, όπου και διενυκτέρευσαν. Και την επομένην, νικήσαντες τους Ταναγραίους, οι οποίοι εξήλθαν από την πόλιν δια να τους επιτεθούν, και μερικούς Θηβαίους, οι οποίοι είχαν προστάξει εις βοήθειάν των, αφού εσκύλευσαν τους πεσόντας και έστησαν τρόπαιον, επέστρεψαν οι μεν εις την πόλιν, οι δε εις τα πλοία των. Και ο Νικίας πλεύσας με τον στόλον των εξήντα πλοίων παρά την ακτήν, κατέστρεψε τα παράλια μέρη της Λοκρίδος και ακολούθως επέστρεψαν εις τα ίδια.

92.
Οι Λακεδαιμόνιοι ιδρύουν την αποικίαν Ηράκλειαν εις Τραχινίαν
Κατά την ιδίαν περίπου εποχήν, οι Λακεδαιμόνιοι ήρχισαν την ίδρυσιν της Ηρακλείας, αποικίας των εις την Τραχινίαν, με την εξής πρόθεσιν. Το σύνολον των Μαλιέων διαιρούνται εις τρία, τους Παραλίους, τους Ιερείς και τους Τραχινίους. Εξ αυτών οι Τραχίνιοι, αφού κατεστράφησαν συνεπεία πολέμου προς τους γείτονάς των Οιταίους, εσκέφθησαν κατ' αρχάς να προσχωρήσουν προς τους Αθηναίους, αλλά φοβηθέντες μήπως δεν τους εύρουν πιστούς, εξέλεξαν και έστειλαν ως πρέσβυν εις την Λακεδαίμονα τον Τεισαμενόν, δια να επικαλεστούν την βοήθειάν των. Της πρεσβείας μετέσχον και απεσταλμένοι της Λωρίδος, μητροπόλεως της Λακεδαίμονος, οι οποίοι υπέβαλαν την ιδίαν αίτησιν, καθ' όσον και αυτοί υπέφεραν μεγάλως από τους Οιταίους. Αφού ήκουσαν την αίτησίν των, οι Λακεδαιμόνιοι απεφάσισαν την ίδρυσιν της αποικίας, όχι μόνον δια να βοηθήσουν τους Τραχινίους και τους Δωριείς, αλλά και συγχρόνως διότι ενόμιζαν ότι η ίδρυσις της νέας πόλεως παρείχε στρατηγικά πλεονεκτήματα διά την διεξαγωγήν του πολέμου εναντίον των Αθηναίων. Διότι και ναυτικόν ημπορούσε να εξοπλισθή εκεί, εις τρόπον ώστε από μικράν απόστασιν να ημπορούν να διαβούν προς επίθεσιν κατά της Ευβοίας, και η θέσις ήτο χρήσιμος δια την κατά μήκος της ακτής αποστολήν στρατού εις την Χαλκιδικήν [15], και με ολίγας λέξεις είχαν ζωηράν επιθυμίαν να ιδρύσουν την αποικίαν αυτήν. Πρώτον, λοιπόν, συνεβουλεύθησαν το μαντείον των Δελφών, και κατά προτροπήν αυτού, εξέπεμψαν τους αποίκους, από τους ιδικούς των πολίτας και από τους περιοίκους, προσκαλέσαντες συγχρόνως να μετάσχουν της αποικίας και όσοι από τους άλλους Έλληνας ήθελαν, εκτός Ιώνων, Αχαιών και μερικών άλλων φύλων. Αρχηγοί της αποικίας και οργανωταί αυτής απεστάλησαν υπό των Λακεδαιμονίων τρεις, ο Λέων, ο Αλκίδας, και ο Δαμάγων,οι οποίοι εγκατασταθέντες εκεί έκτισαν νέον τείχος της πόλεως, η οποία σήμερον ονομάζεται Ηράκλεια, απέχουσα από μεν τας Θερμοπύλας σαράντα περίπου στάδια, από δε την θάλασσαν είκοσι. Ήρχισαν συγχρόνως να κατασκευάζουν νεώρια, και χάριν ασφαλεστέρας αμύνης της πόλεως απέφραξαν το προς τας θερμοπύλας μέρος, δια κατασκευής τείχους επάνω εις αυτό το στενόν.

93. Οι Αθηναίοι, άμα ως ήρχισεν ο συνοικισμός της νέας πόλεως, εφοβήθησαν κατ' αρχάς, διότι ενόμισαν ότι ιδρύεται ως απειλή κατά της Ευβοίας, λόγω της μικράς δια θαλάσσης αποστάσεώς της από το Κήναιον, ακρωτήριον της εν λόγω νήσου. Έπειτα όμως οι φόβοι των διεψεύσθησαν, διότι ουδεμία προήλθεν από την πόλιν αυτήν ζημία. Καθόσον, αφ' ενός μεν οι Θεσσαλοί,οι οποίοι είχαν την υπεροχήν εις τα μέρη αυτά και το έδαφος των οποίων ηπειλείτο από την ίδρυσιν της νέας πόλεως, φοβούμενοι μήπως οι κάτοικοί της αποβούν ισχυροί και επικίνδυνοι γείτονες, δεν έπαυαν να τους πολεμούν και να τους καταστρέφουν μόλις είχαν εγκατασταθή, έως ότου τους εξήντλησαν καθολοκληρίαν, μολονότι ήσαν κατ' αρχάς πολυάριθμοι (διότι, εφόσον την οργάνωσιν της αποικίας ανέλαβαν οι Λακεδαιμόνιοι, καθείς προσήρχετο με θάρρος, θεωρών την νέαν πόλιν ασφαλή). Αφ' ετέρου όμως, εις την καταστροφήν των πραγμάτων και την ελάττωσιν του πληθυσμού της πόλεως συνετέλεσαν όχι ολιγώτερον οι υπό των ιδίων των Λακεδαιμονίων αποστελλόμενοι άρχοντες, οι οποίοι με την καταπιεστικήν και πολλάκις άδικον διοίκησίν των απεθάρρυναν τους πολλούς, εις τρόπον ώστε εις το τέλος οι γείτονες κατώρθωσαν να τους καταβάλουν ευκόλως.

94.
Ο Αθηναίος στρατηγός Δημοσθένης εκστρατεύει εις Λευκάδα
Κατά την διάρκειαν του ιδίου θέρους, και περί την ιδίαν εποχήν που οι Αθηναίοι έχαναν τον καιρόν των εις την Μήλον, οι στρατιώται που επέβαιναν επί της μοίρας των τριάντα Αθηναϊκών πλοίων, ενώ επεριπόλουν περί την Πελοπόννησον, έστησαν κατ' αρχάς ενέδραν εις τον Ελλομενόν της χώρας των Λευκαδίων και εφόνευσαν μερικούς από την φρουράν. Ακολούθως εξεστράτευσαν εναντίον της πόλεως της Λευκάδος με μεγαλυτέραν στρατιωτικήν δύναμιν, δηλαδή με όλους τους Ακαρνάνας, οι οποίοι εξαιρουμένων των Οινιαδών, ηκολούθησαν με όλας τας στρατιωτικάς δυνάμεις των, μερικούς Ζακυνθίους και Κεφαλλήνας και δέκα πέντε Κερκυραϊκά πλοία. Και οι μεν Λευκάδιοι, μολονότι έβλεπαν λεηλατουμένην την χώραν των και την έξω του ισθμού και την εντός αυτού, όπου κείται και η πόλις και ο ναός του Απόλλωνος, έμεναν αδρανείς, αναγκαζόμενοι εις τούτο από την αριθμητικήν υπεροχήν των εχθρών. Οι Ακαρνάνες, εξ άλλου, απήτουν από τον στρατηγόν των Αθηναίων Δημοσθένη να τους αποκλείσει δια της οικοδομής τείχους, διότι επίστευαν ότι ευκόλως θα τους ηνάγκαζαν να παραδοθούν και θ' απηλλάσσοντο κατ' αυτόν τον τρόπον από μίαν ανέκαθεν εχθρικήν προς αυτούς πόλιν.

Ο Δημοσθένης επιτίθεται κατά των Αιτωλών και ηττάται
Αλλά κατά τον ίδιον ακριβώς καιρόν, ο Δημοσθένης επείσθη από τους Μεσσηνίους της Ναυπάκτου ότι ήτο λαμπρά δι' αυτόν ευκαιρία, αφού είχεν άπαξ συγκεντρώσει τόσον στρατόν, να επιτεθή εναντίον των Αιτωλών, και διότι ήσαν εχθροί της Ναυπάκτου, και διότι, εάν τους νικήση, θα υποτάξη ευκόλως εις τους Αθηναίους και τα παρακείμενα μέρη της Στερεάς. Καθόσον υπεστήριζαν ότι ο Αιτωλικός λαός είναι αληθώς πολυάριθμος και πολεμικός, αλλ' επειδή κατοικεί εις κώμας ατειχίστους, αι οποίαι μάλιστα κείνται εις μεγάλην απόστασιν η μία από την άλλην, και είναι ελαφρώς ωπλισμένοι, δεν είναι δύσκολον να νικηθούν πριν συγκεντρωθούν προς κοινήν άμυναν. Συνίστων δε να επιτεθή πρώτον εναντίον των Αποδοτών, έπειτα εναντίον των Οφιονέων και τελευταία εναντίον των Ευρυτάνων, οι οποίοι αποτελούν το μεγαλύτερον μέρος των Αιτωλών, ομιλούν γλώσσαν πολύ δυσνόητον και τρώγουν, καθώς λέγουν, άψητον κρέας. Μετά την υποταγήν τωόντι αυτών, και οι λοιποί θα προσχωρήσουν ευκόλως.

95. Ο Δημοσθένης επείσθη όχι μόνον δια να υποχρεώση τους Μεσσηνίους, αλλά κυρίως διότι επίστευεν ότι χωρίς ενισχύσεις από τας Αθήνας ημπορεί, αφού οι Αιτωλοί ενωθούν μαζί του, να βαδίση με τους Στερεολλαδίτας συμμάχους δια ξηράς εναντίον της Βοιωτίας. Προς τούτο, θα διήρχετο από το έδαφος των Οζολών Λοκρών, δια να φθάση εις το Κυτίνιον της Δωρίδος, έχων δεξιά τον Παρνασσόν, έως ότου κατέλθη εις το έδαφος των Φωκέων, οι οποίοι εθεωρούντο ότι θα ελάμβαναν προθύμως μέρος εις την εκστρατείαν, λόγω της κατά παράδοσιν φιλίας των με τους Αθηναίους, ή άλλως θα ημπορούσαν να εξαναγκασθούν εις τούτο. Και όταν έφθανεν εις την Φωκίδα ήτο πλέον εις τα όρια της Βοιωτίας. Εξέπλευσε λοιπόν από την Λευκάδα, εναντίον της γνώμης των Ακαρνάνων, με όλας του τας δυνάμεις, και ήλθε πλέων πλησίον της ακτής, εις το Σόλλιον, όπου τους ανεκοίνωσε το σχέδιόν του. Αλλ' επειδή οι Ακαρνάνες δεν το ενέκριναν, λόγω της αρνήσεώς του ν' αποκλείση την Λευκάδα, αυτός με τον υπόλοιπον στρατόν, αποτελούμενον από Κεφαλλήνας, Μεσσηνίους, Ζακυνθίους, και τριακοσίους Αθηναίους πεζοναύτας, οι οποίοι επέβαιναν επί των Αθηναϊκών πλοίων (διότι τα δέκα πέντε Κερκυραϊκά είχαν αναχωρήσει), εξεστράτευσεν εναντίον των Αιτωλών, εκκινήσας από τον Οινεώνα της Λοκρίδος. Οι Οζόλαι αυτοί Λοκροί ήσαν σύμμαχοι των Αθηναίων, και επρόκειτο να έλθουν με όλας των τας δυνάμεις εις συνάντησίν των εις το εσωτερικόν της χώρας, καθόσον, ως γείτονες των Αιτωλών και φέροντες τον ίδιον οπλισμόν, εθεωρούντο ότι θα ήσαν χρησιμώτατον να λάβουν μέρος εις την εκστρατείαν, διότι και τον τρόπον του πολέμου των Αιτωλών εγνώριζαν και την χώραν.

96. Αφού δε διενυκτέρευσε με τον στρατόν εις τον περίβολον του ναού του Νεμείου Διός, εντός του οποίου ως λέγεται, εφονεύθη υπό των κατοίκων ο ποιητής Ησίοδος, εις τον οποίον χρησμός είχε προείπει ότι θ' αποθάνη εις την Νεμέαν, εξεκίνησε κατά τα εξημερώματα, διευθυνόμενος εις την Αιτωλίαν. Την πρώτην ημέραν εκυρίευσε την Ποτιδανίαν, την δευτέραν το Κρωκύλειον και την τρίτην το Τείχιον, όπου και έμεινεν, αποστείλας τα λάφυρα εις το Ευπάλιον της Λοκρίδος, διότι εσκόπευε να υποτάξη τα άλλα μέρη προηγουμένως, να επιστρέψη έπειτα εις την Ναύπακτον, και τότε μόνον να εκστρατεύση εναντίον των Οφιονέων, εάν ηρνούντο να προσχωρήσουν. Αλλ' η στρατιωτική αυτή ετοιμασία δεν διέφυγε την προσοχήν των Αιτωλών, ούτε όταν το πρώτον εσχεδιάσθη, και μόλις εισέβαλεν ο στρατός εις το έδαφός των, όλοι έτρεξαν εις απόκρουσίν του με μεγάλας δυνάμεις εις τρόπον ώστε προσήλθαν και οι πλέον απομακρυσμένοι από τους Οφιονείς, οι Βωμιείς δηλαδή και οι Καλλιείς, οι οποίοι κατοικούν προς την διεύθυνσιν του Μαλιακού κόλπου.

97. Οι Μεσσήνιοι εξηκολούθουν να δίδουν εις τον Δημοσθένη τας ιδίας συμβουλάς που του έδιδαν εξ αρχής. Του εξήγουν ότι η καθυπόταξις των Αιτωλών ήτο εύκολος και συνίστων να επιτεθή το ταχύτερον εναντίον των διαφόρων κωμοπόλεων, προσπαθών να καταλάβη κάθε φοράν εκείνας που είναι εις τον δρόμον του, χωρίς να περιμένη έως ότου συγκεντρωθούν όλοι εναντίον του. Ο Δημοσθένης επείσθη εις τους λόγους των, και τας ελπίδας του εστήριξεν εις την καλήν του τύχην, διότι όλα επήγαιναν κατ' ευχήν. Χωρίς δε να περιμένη τους Λοκρούς, οι οποίοι επρόκειτο να έλθουν εις βοήθειάν του και τους οποίους εχρειάζετο (διότι του έλειπαν προ πάντων ελαφροί ακοντισταί), επετέθη εναντίον του Αιγιτίου και το κατέλαβε με την πρώτην έφοδον και χωρίς αντίστασιν. Διότι οι κάτοικοι το είχαν εκκενώσει κρυφίως και είχαν καταλάβει τους υπερκείμενους της πόλεως λόφους. Η πόλις, τωόντι, ήτο κτισμένη πλησίον εις υψώματα και απείχεν από την θάλασσαν ογδοήντα περίπου στάδια [16]. Αλλ' οι Αιτωλοί, οι οποίοι είχαν ήδη σπεύσει προς βοήθειαν του Αιγιτίου, επετίθεντο εναντίον των Αθηναίων και των συμμάχων των, κατερχόμενοι άλλοι δρομαίως και ένα λόφον και άλλοι από άλλον και βάλλοντες εναντίον των με ακόντια. Και οσάκις μεν ο στρατός των Αθηναίων προήλαυνεν, αυτοί υπεχώρουν, οσάκις δε εκείνος υπεχώρει, αυτοί επετίθεντο. Το είδος τούτο της μάχης, το οποίον συνίστατο εις αλλεπαλλήλους καταδιώξεις και υποχωρήσεις, διήρκεσεν επί πολύ, και οι Αθηναίοι ήσαν υποδεέστεροι και εις τας δύο.

98. Εφόσον οι τοξόται των είχαν βέλη και την δύναμιν να τα μεταχειρίζονται, οι Αθηναίοι αντείχαν, διότι οι Αιτωλοί, οι οποίοι έφεραν ελαφρόν οπλισμόν, εφόσον ετοξεύοντο, ανεχαιτίζοντο. Αλλ' όταν οι τοξόται, μετά τον θάνατον του αρχηγού των, διεσκορπίσθησαν, καί το κύριον σώμα του στρατού ήτο κατάκοπον, λόγω της πολύ μακράς και μονοτόνου πάλης, και οι Αιτωλοί τους επίεζαν εκ του πλησίον, ακοντίζοντες αυτούς, τότε πλέον ετράπησαν εις φυγήν, και επειδή ο οδηγός των Χρόμων, ο Μεσσήνιος, είχε φονευθή, έπιπταν μέσα εις αδιεξόδους χαράδρας και εις μέρη που δεν εγνώριζαν και εκεί εύρισκαν τον θάνατον. Οι Αιτωλοί, εξ άλλου, που ήσαν ωκύποδες και ελαφρώς οπλισμένοι, τους κατεδίωκαν κατά πόδας, τους ηκόντιζαν, και συλλαμβάνοντες πολλούς την ώραν ακριβώς που έφευγαν, τους υφόνευαν. Τους περισσοτέρους όμως, οι οποίοι έχασαν τον δρόμον και έπεσαν μέσα εις το δάσος, από το οποίον δεν υπήρχε διέξοδος, έφεραν φωτιά, με την οποίαν ήναψαν το δάσος από όλα τα μέρη, και τους έκαυσαν. Ο στρατός των Αθηναίων εδοκίμασε κάθε είδος φυγής και εδοκιμάσθη από κάθε είδος ολέθρου, και όσοι περιεσώθησαν με πολλήν δυσκολίαν κατόρθωσαν να καταφύγουν εις τον παραθαλάσσιον Οινεώνα της Λοκρίδος, από όπου ακριβώς είχαν εκκινήσει. Εφονεύθησαν δε και από τους συμμάχους πολλοί και από τους ιδίους τους Αθηναίους εκατόν είκοσι οπλίται. Τόσοι πολλοί και εις το άνθος της ηλικίας των εφονεύθησαν εκεί, οι καλλίτεροι αληθώς στρατιώται, τους οποίους η πόλις των Αθηνών έχασε κατά την διάρκειαν του πολέμου αυτού. Εφονεύθη δε και ο Προκλής, εις από τους δύο στρατηγούς. Και αφού εζήτησαν από τους Αιτωλούς βραχείαν ανακωχήν προς συλλογήν των νεκρών των, επέστρεψαν εις Ναύπακτον, από όπου μετεφέρθησαν ακολούθως εις Αθήνας δια του στόλου. Αλλ' ο Δημοσθένης παρέμεινεν εις την Ναύπακτον και τα πέριξ, διότι ένεκα των γενομένων εφοβείτο τους Αθηναίους.

99.
Επιτυχία του Αθηναϊκοϋ στρατού εις Σικελίαν
Την ιδίαν περίπου εποχήν και ο Αθηναϊκός στρατός που ήτο εις την Σικελίαν έπλευσεν εις την Λοκρίδα, όπου ενήργησεν απόβασιν κατά την οποίαν ενίκησαν τους προσδραμόντας εναντίον των Λοκρούς, και κατέλαβαν έρυμα κείμενον πλησίον του ποταμού Άληκος.

100.
Εισβολή των Λακεδαιμονίων εις Οζόλας Λοκρούς
Κατά το ίδιον θέρος, οι Αιτωλοί, οι οποίοι είχαν στείλει από πριν εις την Κόρινθον και την Λακεδαίμονα πρέσβεις, τον Οφιονέα Τόλοφον, τον Ευρυτάνα Βοριάδην, και τον Αποδωτόν Τείσανδρον, τους παρεκίνουν να τους στείλουν στρατόν, δια να τιμωρήσουν την Ναύπακτον, διότι επροκάλεσε την Αθηναϊκήν εισβολήν. Οι Λακεδαιμόνιοι έστειλαν τωόντι περί το φθινόπωρον τρεις χιλιάδας οπλίτας από τους συμμάχους, εκ των οποίων οι πεντακόσιοι ήσαν από την πόλιν Ηράκλειαν, η οποία είχε κτισθή νεωστί εις την Τραχίνα. Αρχηγός της εκστρατείας ήτο ο Σπαρτιάτης Ευρύλοχος, έχων βοηθούς τους συμπολίτας του Μακάριον και Μενεδάϊον.

101. Όταν ο στρατός συνεκεντρώθη εις τους Δελφούς, ο Ευρύλοχος έστειλε κήρυκα προς τους Οζόλας Λοκρούς, και διότι ο δρόμος προς την Ναύπακτον διέρχεται δια του εδάφους των, και διότι ήθελε να τους αποσπάση από την συμμαχίαν των Αθηναίων. Από τους Λοκρούς, οι κάτοικοι της Αμφίσσης ιδίως συνέπραξαν μαζύ του, ένεκα του φόβου, τον οποίον τους ενέπνεεν η έχθρα των Φωκέων. Αυτοί πρώτοι, δώσαντες ομήρους, έπεισαν και άλλους, οι οποίοι εφοβούντο τον επερχόμενον στρατόν, να κάμουν το ίδιον, πρώτον τους γείτονάς των Μυονείς (διότι δια του εδάφους των η είσοδος εις την Λοκρίδα είναι δυσχερεστάτη), και έπειτα τους Ιπνείς, τους Μεσσαπίους, τους Τριταιείς, τους Χαλαίους, τους Τολοφωνίους, τους Ησσίους και τους Οιανθείς. Όλοι αυτοί έλαβαν μέρος εις την εκστρατείαν. Οι Ολπαίοι έδωσαν μεν ομήρους, αλλά δεν ηκολούθησαν τους άλλους, ενώ οι Υαίοι δεν έδωσαν ομήρους, παρά αφού εκυριεύθη η κωμόπολίς των η οποία ονομάζεται Πόλις.

102. Όταν τα πάντα ήσαν έτοιμα, και ετοποθέτησε τους ομήρους εις το Κυτίνιον της Δωρίδος προς φύλαξιν, ο Ευρύλοχος προήλασε με τον στρατόν εναντίον της Ναυπάκτου δια του εδάφους των Λοκρών, κατά την πορείαν δε κατέλαβε τας Λοκρικάς πόλεις Οινεώνα και Ευπάλιον, αι οποίαι ηρνήθησαν να προσχωρήσουν. Άμα δ' έφθασαν εις την Ναυπακτίαν και συγχρόνως οι Αιτωλοί είχαν ήδη έλθει προς βοήθειαν, ήρχισαν να ερημώνουν την χώραν και κατέλαβαν τα προάστεια, τα οποία ήσαν ατείχιστα. Ακολούθως ήλθαν εις το Μολύκρειον, που ήτο αποικία των Κορινθίων αλλ' υποτελές εις τας Αθήνας, και το εκυρίευσαν. Ο Αθηναίος εν τούτοις Δημοσθένης (όστις μετά την αποτυχίαν που είχε πάθει εις την Αιτωλίαν, ευρίσκετο ακόμη εις τα πέριξ της Ναυπάκτου) επληροφορήθη εγκαίρως τα της εκστρατείας, και επειδή ανησύχησε δια την ασφάλειαν της πόλεως, ήλθε προς τους Ακαρνάνας και τους έπεισε, μολονότι με πολλήν δυσκολίαν, λόγω της αναχωρήσεώς του από την Λευκάδα, να έλθουν εις βοήθειαν της Ναυπάκτου. Οι Ακαρνάνες έστειλαν υπό τας διαταγάς του χιλίους οπλίτας, οι οποίοι μετεφέρθησαν δια του στόλου και εισελθόντες εις την πόλιν, την έσωσαν. Διότι υπήρχε φόβος μήπως, ένεκα του μεγέθους του τείχους και της ανεπαρκείας των υπερασπιστών του δεν θα αντείχε. Ο Ευρύλοχος, εξ άλλου, με τον στρατόν του, άμα έμαθαν την είσοδον της δυνάμεως αυτής και το αδύνατον επομένως του να κυριεύσουν την πόλιν εξ εφόδου ανεχώρησαν όχι εις την Πελοπόννησον, αλλ' εις την χώραν, η οποία ονομάζεται σήμερον Αιολίς, εις την Καλυδώνα δηλαδή, την Πλευρώνα και τα γειτονικά μέρη, και εις το Πρόσχιον της Αιτωλίας. Διότι οι Αμπρακιώται ήλθαν και τους παρεκίνουν να επιτεθούν από κοινού με αυτούς εναντίον του Αμφιλοχικού Άργους και της λοιπής Αμφιλοχίας και συγχρόνως εναντίον της Ακαρνανίας, υπεστηρίζοντες ότι αν γίνουν κύριοι των μερών αυτών, όλοι οι κάτοικοι της Στερεάς θα γίνουν σύμμαχοι των Λακεδαιμονίων. Ο Ευρύλοχος επείσθη, και αφού απέλυσε τους Αιτωλούς, παρέμεινεν ησυχάζων εις τα μέρη αυτά με τον στρατόν του περιμένων έως ότου επιστρατευθούν οι Αμπρακιώται και έλθη τοιουτοτρόπως η κατάλληλος ώρα, δια να σπεύση εις βοήθειάν των εναντίον του Άργους. Και τοιουτοτρόπως έληξε το θέρος.

 

[Προηγούμενο] [Συνέχεια βιβλίου]