|
Έτος 7ον : 425 - 424 π.Χ.
1.
Επιχειρήσεις εις Σικελίαν |
Κατά το ακόλουθον θέρος, την εποχήν περίπου που τα
σιτάρια σταχίζουν, δέκα πλοία των Συρακουσίων και άλλα τόσα των Λοκρών εξέπλευσαν,
κατά πρόσκλησιν των κατοίκων της Μεσσήνης της Σικελίας, και κατέλαβαν την
πόλιν, η οποία ως εκ τούτου απεσπάσθη από τους Αθηναίους. Εις τούτο προέβησαν
κυρίως, οι μεν Συρακούσιοι, διότι εθεώρουν ότι η Μεσσήνη είναι το κλειδί
της Σικελίας και εφοβούντο μήπως οι Αθηναίοι την καταστήσουν μίαν ημέραν
βάσιν επιχειρήσεων και επιτεθούν εναντίον των με υπερτέρας δυνάμεις. Οι
δε Λοκροί, λόγω της έχθρας των εναντίον των Ρηγίνων, τους οποίους επεδίωκαν
να εξαντλήσουν, διεξάγοντες τον πόλεμον εναντίον των από ξηράς συγχρόνως
και από θαλάσσης. Είχαν, άλλωστε, εισβάλει συγχρόνως οι Λοκροί με όλον τον
στρατόν των εις την χώραν των Ρηγίνων, αφ' ενός δια να τους εμποδίσουν να
έλθουν εις βοήθειαν των Μεσσηνίων, και εξ άλλου, διότι τους παρεκίνουν εις
τούτο και οι μεταξύ των διατρίβοντες Ρηγίνοι φυγάδες. Διότι από πολύν καιρόν
το Ρήγιον εσπαράσσετο από φατριαστικάς έριδας και δεν ήτο τότε εις θέσιν
ν' αντισταθή εις τους Λοκρούς, οι οποίοι ένεκα τούτου έτι μάλλον επετίθεντο
εναντίον του. Αφού ηρήμωσαν την χώραν, οι Λοκροί απέσυραν τον στρατόν των
της ξηράς, αλλά τα πλοία των εξηκολούθουν να φρουρούν την Μεσσήνην. Οι σύμμαχοι,
άλλωστε, εξώπλισαν και άλλην μοίραν στόλου, με τον σκοπόν να εγκατασταθή
εις τον λιμένα της πόλεως αυτής ως ορμητήριον και διεξάγη από εκεί τον πόλεμον.
2.
Νέα επιδρομή Λακεδαιμονίων εις Αττικήν. Νέος στόλος
αποστέλλεται εις Σικελίαν |
Την ιδίαν περίπου εποχήν της ανοίξεως, πριν ωριμάσουν
τα σιτάρια, οι Πελοποννήσιοι και οι σύμμαχοί των, υπό την αρχηγίαν του βασιλέως
των Λακεδαιμονίων Άγιδος, υιού του Αρχιδάμου, εισέβαλαν εις την Αττικήν,
και αφού εστρατοπέδευσαν, ήρχισαν να ερημώνουν την χώραν. Οι Αθηναίοι, εξ
άλλου, απέστειλαν εις την Σικελίαν τα σαράντα πλοία που ητοίμαζαν και τους
υπολοίπους δύο στρατηγούς, τον Ευρυμέδοντα και τον Σοφοκλή (καθόσον ο τρίτος,
ο Πυθόδωρος, είχε φθάσει προηγουμένως εις την Σικελίαν). Εις τους στρατηγούς
έδωκαν συγχρόνως διαταγήν, όταν περνούν από την Κέρκυραν, να φροντίσουν
και δια τους κατοίκους της πόλεως, οι οποίοι εληστεύοντο από τους φυγάδας
που είχαν καταφύγει εις το όρος. Προς υποστήριξιν των τελευταίων, είχαν
στείλει και οι Πελοποννήσιοι στόλον εξήντα πλοίων, και επειδή επεκράτει
μεγάλη πείνα εις την πόλιν, ήλπιζαν ότι θα γίνουν ευκόλως κύριοι των πραγμάτων.
Ο Δημοσθένης, ο οποίος, αφότου επέστρεψεν από την Ακαρνανίαν, ιδιώτευεν,
εξουσιοδοτήθη κατ' αίτησίν του από τους Αθηναίους να χρησιμοποιήση, εάν
θέλη, την μοίραν των σαράντα πλοίων, τον καιρόν που θα έπλεε γύρω από την
Πελοπόννησον.
3.
Κατάληψις της Πύλου υπό του Αθηναϊκού στόλου |
Ως εκ τούτου, όταν κατά τον πλουν έφθασαν εις τα
παράλια της Λακωνικής και έμαθαν ότι ο στόλος των Πελοποννησίων ήτο ήδη
εις την Κέρκυραν, ο Ευρυμέδων και ο Σοφοκλής ήθελαν να σπεύσουν εκεί,
ο Δημοσθένης όμως επέμενε να προσεγγίσουν πρώτον εις την Πύλον και μη
συνεχίσουν τον πλουν, παρά αφού κάμουν εκεί ό,τι θα επέβαλαν αι περιστάσεις.
Αλλ' ενώ εκείνοι αντέλεγαν, εσηκώθη κατά τύχην κακοκαιρία, η οποία παρέσυρε
τα πλοία εις την Πύλον. Ο Δημοσθένης επέμενε να κατασκευάσουν αμέσως οχύρωμα
εκεί, λέγων ότι με τον σκοπόν αυτόν συνώδευε τον στόλον, και τους εδείκνυεν
ότι υπήρχαν εκεί άφθονα ξύλα και πέτραι και ότι η θέσις ήτο εκ φύσεως
οχυρά και όχι μόνον αυτό το μέρος, αλλά και το εσωτερικόν, εις ικανήν
απόστασιν, ήσαν ακατοίκητα. Η Πύλος, τωόντι, την οποίαν οι Λακεδαιμόνιοι
ονομάζουν Κορυφάσιον, κείται επί του εδάφους της αρχαίας Μεσσηνίας, και
απέχει από την Σπάρτην τετρακόσια περίπου στάδια. Οι άλλοι στρατηγοί απήντησαν
ότι υπάρχουν εις την Πελοπόννησον πολλά ακατοίκητα ακρωτήρια, τα οποία
ημπορεί να καταλάβη, εάν θέλη να υποβάλη την πόλιν εις έξοδα. Αλλ' εις
τον Δημοσθένη εφαίνετο ότι η θέσις αυτή παρουσιάζει πλεονεκτήματα εντελώς
εξαιρετικά. Εκτός του ότι υπήρχεν εκεί πέραν λιμήν, εθεώρει ότι οι Μεσσήνιοι,
οι οποίοι ήσαν οι παλαιοί κύριοι του μέρους και ωμίλουν την ιδίαν με τους
Λακεδαιμονίους διάλεκτον, ημπορούσαν, χρησιμοποιούντες αυτό ως ορμητήριον,
να προξενούν μεγάλας ζημίας, και θα ήσαν συγχρόνως αξιόπιστοι φρουροί
της θέσεως.
4. Επειδή όμως δεν ημπορούσε να πείση ούτε τους στρατηγούς,
ούτε τους στρατιώτας, μολονότι ανεκοίνωσεν ακολούθως τα σχέδιά του και
εις αυτούς δια μέσου των αξιωματικών των, έμειναν εκεί αδρανούντες, επειδή
ο καιρός ήταν ακατάλληλος δια πλουν έως ότου οι ίδιοι οι στρατιώται εβαρύνθησαν
να μένουν αργοί και τους ήλθεν η ζωηρά επιθυμία να μοιρασθούν γύρω από
την θέσιν και συμπληρώσουν με τεχνικά έργα την φυσικήν οχυρότητά της.
Και ήρχισαν να εργάζωνται σοβαρώς, μολονότι δε δεν είχαν εργαλεία προς
κατεργασίαν των λίθων, τους εξέλεγαν όμως ένα προς ένα και τους ετοποθέτουν,
όπως καθείς ετύχαινε να προσαρμόζεται. Και οπουδήποτε υπήρχεν ανάγκη πηλού,
δι' έλλειψιν πινακίων, τον μετέφεραν εις την ράχην των, σκύβοντες, εις
τρόπον ώστε να συγκρατήται καλλίτερα, και συμπλέκοντες τα χέρια από πίσω
δια να μη χύνεται. Και με κάθε τρόπον εβιάζοντο να προλάβουν να συμπληρώσουν
τα πλέον αδύνατα μέρη, πριν έλθουν οι Λακεδαιμόνιοι και τους επιτεθούν.
Διότι το μεγαλύτερον μέρος της θέσεως ήτο εκ φύσεως ισχυρόν, ώστε να μη
έχη καμμίαν ανάγκην οχυρώσεως.
5. Αλλ' οι Λακεδαιμόνιοι έτυχε να τελούν τότε κάποιαν πανήγυριν, και
εκτός τούτου, όταν έμαθαν την είδησιν, δεν επήραν το πράγμα υπό σοβαράν
έποψιν, διότι επίστευαν ότι είτε οι Αθηναίοι δεν θα αντισταθούν καθόλου,
όταν προελάσουν εναντίον των, είτε, εάν αντισταθούν, αυτοί θα ημπορέσουν
ευκόλως να καταλάβουν την θέσιν δια της βίας. Και η απουσία, άλλωστε,
του στρατού των εις την Αττικήν συνετέλεσεν εν μέρει εις την καθυστέρησίν
των. Οι Αθηναίοι, αφού εις διάστημα εξ ημερών ωχύρωσαν την θέσιν προς
το μέρος της ξηράς, και ιδίως εις τα σημεία που ήτο μεγαλυτέρα η ανάγκη,
άφισαν προς προστασίαν της τον Δημοσθένη με πέντε πλοία, και το μεγαλύτερον
μέρος του στόλου επέσπευσαν τον πλουν του προς την Κέρκυραν και την Σικελίαν.
6.
Αναχώρησις των Λακεδαιμονίων εκ της Αττικής |
Ο Πελοποννησιακός στρατός, που ευρίσκετο εις την Αττικήν,
ευθύς ως ήκουσαν την κατάληψιν της Πύλου, έσπευσαν να επιστρέψουν εις τα
ίδια, διότι ο βασιλεύς Άγις και οι Λακεδαιμόνιοι εθεώρουν ότι η υπόθεσις
της Πύλου ήτο ζήτημα ζωτικού δι' αυτούς ενδιαφέροντος, εξ άλλου, διότι η
εισβολή είχε γίνει πολύ ενωρίς, και τα σιτάρια ήσαν ακόμη χλωρά, ώστε δεν
είχαν επαρκή τροφήν δια τους στρατιώτας, και τέλος διότι επήλθε μεγάλη κακοκαιρία,
συνήθης δια την εποχήν αυτήν του έτους, από την οποίαν υπέφερε πολύ ο στρατός.
Συνεπώς, πολλοί λόγοι συνετέλεσαν δια να επισπεύσουν την επάνοδόν των και
αποβή η εισβολή αυτή συντομωτέρα από κάθε άλλην. Πράγματι, δέκα πέντε μόνον
ημέρας έμειναν εις την Αττικήν.
7.
Οι Αθηναίοι καταλαμβάνουν την Ηιόνα της Χαλκιδικής |
Κατά την ιδίαν εποχήν, ο Αθηναίος στρατηγός Σιμωνίδης,
συγκεντρώσας ολίγους Αθηναίους από τας φρουράς και πολλούς συμμάχους των
μερών εκείνων, κατέλαβε δια προδοσίας των κατοίκων την επί της Χαλκιδικής
κειμένην Ηιόνα, αποικίαν των Μενδαίων και εχθράν των Αθηναίων. Αλλ' οι Χαλκιδείς
και οι Βοττιαίοι έσπευσαν προς βοήθειάν της και όχι μόνον τον εξετόπισαν,
αλλά και έχασε πολλούς από τους άνδρας του.
8.
Οι Σπαρτιαται σπεύδουν να ελευθερώσουν την Πύλον |
Μετά την επιστροφήν των Πελοποννησίων από την Αττικήν,
οι Σπαρτιάται, με τους πλησιεστέρους από τους περιοίκους, έσπευσαν ευθύς
δια να ελευθερώσουν την Πύλον. Οι επίλοιποι όμως Λακεδαιμόνιοι, επειδή μόλις
προ μικρού είχαν επιστρέψει από άλλην εκστρατείαν, εξεκίνησαν αργότερα.
Έστειλαν επίσης οδηγίας εις όλην την Πελοπόννησον, δια να στείλουν όσον
το δυνατόν ταχύτερον επικουρίας εις την Πύλον, και συγχρόνως προσεκάλεσαν
την μοίραν των εξήντα πλοίων που ήσαν εις την Κέρκυραν. Τα πλοία αυτά, αφού
μετεφέρθησαν συρόμενα δια του Ισθμού της Λευκάδος και διέφυγαν την προσοχήν
της μοίρας του Αθηναϊκού στόλου, που είχε φθάσει εις την Ζάκυνθον, κατέπλευσαν
εις Πύλον, όπου είχεν ήδη συγκεντρωθή και ο στρατός της ξηράς. Αλλ' ο Δημοσθένης
επρόφθασε, πριν ακόμη καταπλεύση η Πελοποννησιακή μοίρα του στόλου, να στείλη
ασφαλώς δύο πλοία εις Ζάκυνθον, δια να ειδοποιήση τον Ευρυμέδοντα και την
μοίραν του Αθηναϊκού στόλου ότι πρέπει να έλθη κατεπειγόντως, διότι η Πύλος
εκινδύνευεν. Αλλ' ενώ η ειρημένη μοίρα έπλεεν εσπευσμένως εις βοήθειαν του
Δημοσθένους, σύμφωνα με την πρόσκλησίν του, οι Λακεδαιμόνιοι ητοιμάζοντο
να επιτεθούν εναντίον του τείχους από ξηράς συγχρόνως και από θαλάσσης,
διότι ήλπιζαν να κυριεύσουν ευκόλως οχύρωμα, το οποίον είχε κατασκευασθή
εσπευσμένως και είχεν ολιγάριθμον φρουράν. Επειδή όμως επερίμεναν ότι και
η μοίρα του Αθηναϊκού στόλου θα φθάση από την Ζάκυνθον προς βοήθειαν της
Πύλου, εσχεδίαζαν να φράξουν τα στόμια του λιμένος, δια να μην ημπορέσουν
να τον καταστήσουν ορμητήριον των Αθηναίων, εις περίστασιν που δεν θα κατώρθωναν
τυχόν να καταλάβουν την Πύλον προ του κατάπλου της. Το φράξιμον των στομίων
ήτο εύκολον, διότι η νήσος Σφακτηρία, η οποία εκτείνεται κατά μήκος της
ακτής και πολύ πλησίον της, καθιστά όχι μόνον τον λιμένα ασφαλή, αλλά και
τα στόμιά του στενά. Από το ένα στόμιον, το απέναντι της Πύλου και του Αθηναϊκού
οχυρώματος, δύο μόνον πλοία ημπορούν να περάσουν συγχρόνως, ενώ από το δεύτερον,
το απέναντι του άλλου μέρους της ξηράς, οκτώ ή εννέα. Ήτο προς τούτοις σκεπασμένη
από δάσος και καθό ακατοίκητος δεν είχε δρόμους. Το μάκρος της είναι έως
δέκα πέντε στάδια, επάνω κάτω. Οι Λακεδαιμόνιοι λοιπόν εσχεδίαζαν να κλείσουν
τα στόμια με πλοία, κολλητά το ένα με το άλλο και με τας πρώρας εστραμμένας
προς την θάλασσαν. Επειδή, εξ άλλου, εφοβούντο μήπως η Σφακτηρία χρησιμοποιηθή
εναντίον των ως ορμητήριον δια τας εχθροπραξίας, απεβίβασαν εκεί μερικούς
οπλίτας και ετοποθέτησαν συγχρόνως άλλους κατά μήκος της απέναντι ακτής.
Διότι κατ' αυτόν τον τρόπον ελογάριαζαν, ότι και η νήσος θα ήτο απρόσιτος
εις τους Αθηναίους, αλλά και η ξηρά, η οποία άλλωστε δεν είχε μέρος που
να ημπορή κανείς ν' αποβιβασθή. (Καθόσον, εκτός του στομίου του λυμένος,
τα παράλια της ιδίας της Πύλου προς το μέρος του πελάγους είναι αλίμενα,
και δεν θα είχαν που να εγκαταστήσουν ορμητήριον δια να βοηθήσουν τους ιδικούς
των). Επομένως οι Λακεδαιμόνιοι, χωρίς να εκτεθούν εις τον κίνδυνον ναυμαχίας,
θα κατώρθωναν πιθανώς να εκπολιορκήσουν την θέσιν, η οποία είχε καταληφθή
με ανεπαρκείς προετοιμασίας και εστερείτο τρόφιμα. Ευθύς, τωόντι, ως κατέληξαν
εις τα συμπεράσματα αυτά, απεβίβασαν εις την νήσον τους οπλίτας, κληρώσαντες
αυτούς από όλους τους λόχους. Και είχαν περάσει και άλλοι προτήτερα, αλλάζοντες
εκ περιτροπής. Αλλ' οι τελευταίοι αποβιβασθέντες, οι οποίοι και απεκλείσθησαν
εκεί, ήσαν τετρακόσιοι είκοσι, και χωριστά οι Είλωτες υπηρέται των. Αρχηγός
δ' αυτών ήτο ο Επιτάδας, υιός του Μολόβρου.
9.
Οι Αθηναίοι παρασκευάζονται να αποκρούσουν τους Λακεδαιμονίους |
Ο Δημοσθένης, βλέπων ότι οι Λακεδαιμόνιοι ητοιμάζοντο
να επιτεθούν δια ξηράς συγχρόνως και δια θαλάσσης, παρεσκευάζετο και αυτός.
Έσυρε τα τρία πλοία που του έμεναν κάτω από το οχύρωμα και τα περιέβαλεν
εκεί δια χαρακώματος. Επήρε τους ναύτας από τα πλοία και τους ώπλισε με
ασπίδας κατωτέρας ποιότητος, τας περισσοτέρας από πλεγμένους κλάδους λυγαριάς,
διότι εις τόπον ακατοίκητον δεν ήτο δυνατόν να προμηθευθούν όπλα, αλλά και
αυτά ακόμη που είχαν τα είχαν πάρει από δύο πειρατικά πλοία, το ένα τριαντάκωπον
και το άλλο ελαφρόν ακάτιον, τα οποία ανήκαν εις τους Μεσσηνίους που έτυχε
να φθάσουν και από τους οποίους συνεκεντρώθησαν σαράντα περίπου οπλίται,
τους οποίους ο Δημοσθένης εχρησιμοποίησε μαζί με τους άλλους που είχεν.
Ετοποθέτησεν ακολούθως τους περισσοτέρους στρατιώτας του, τόσον τους αόπλους
όσον και τους οπλισμένους, εις το απέναντι της στερεάς μέρος του οχυρώματος,
το οποίον ήτο ισχυρότερον και καλύτερα ωχυρωμένον, και τους διέταξε ν' αποκρούσουν
τον στρατόν της ξηράς, εάν τους επιτεθή. Ο ίδιος, εξ άλλου, εκλέξας από
όλον τον στρατόν εξήντα οπλίτας και ολίγους τοξότας, εξήλθε μετ' αυτών από
το τείχος προς την θάλασσαν, εις μέρος όπου προ πάντων υπέθετεν ότι ο εχθρός
θα επεχείρει απόβασιν. Το μέρος αυτό ήτο αληθώς δύσβατον και πετρώδες και
ανοικτόν προς το πέλαγος, αλλ' επειδή το Αθηναϊκόν τείχος ήτο προς το ίδιον
μέρος πολύ αδύνατον, επίστευεν ότι οι Πελοποννήσιοι θα παρασυρθούν να επιχειρήσουν
εκεί την απόβασιν. Διότι οι Αθηναίοι, επειδή δεν επίστευαν ποτέ ότι θα νικηθούν
κατά θάλασσαν, δεν ωχύρωσαν δυνατά το μέρος τούτο, και ο Δημοσθένης αντελαμβάνετο,
ότι αν οι Λακεδαιμόνιοι κατώρθωναν ν' αποβιβασθούν εκεί δια της βίας, θα
τους ήτο εύκολον να κυριεύσουν την θέσιν. Εις το μέρος λοιπόν αυτό επροχώρησεν
όσον ημπορούσε πλησιέστερα προς την θάλασσαν και παρέταξε τους οπλίτας του,
δια να εμποδίση, ει δυνατόν, την απόβασιν. Και δια να εξυψώση το φρόνημά
των, τους απηύθυνε τους επομένους προτρεπτικούς λόγους:
10.
Λόγος του στρατηγού Δημοσθένους προς τους στρατιώτας του |
"Στρατιώται, όσοι απεφασίσατε να συμμερισθήτε
μαζί μου τον κίνδυνον αυτόν, εις περίστασιν τόσον κρίσιμον, καθώς η παρούσα,
κανείς από σας ας μη θελήση να φανή έξυπνος, υπολογίζων με ακρίβειαν όλην
την έκτασιν του κινδύνου που μας περιστοιχίζει. Οφείλει τουναντίον καθείς
εμπνεόμενος μάλλον από ευέλπιδα απερισκεψίαν, γεμάτος από ελπίδα και θέτων
κατά μέρος κάθε ενδοιασμόν, ν' αντιμετωπίση τον εχθρόν, με την πεποίθησιν
ότι θα εξέλθη θριαμβεύων και από τους κινδύνους αυτούς. Διότι εις περιστάσεις
καθώς η παρούσα, όπου δεν επιτρέπεται εκλογή, κάθε υπολογισμός είναι μάταιος
και εκείνο που χρειάζεται προ πάντων είναι η ταχίστη αντιμετώπισις του κινδύνου.
Αλλ' εγώ βλέπω ότι και αι περισσότεραι πιθανότητες είναι με το μέρος μας,
εάν μόνον αποφασίσωμεν να σταθώμεν ακλόνητοι και να μη θυσιάσωμεν τα πλεονεκτήματα
που έχομεν, καταπληττόμενοι από την αριθμητικήν του εχθρού υπεροχήν. Διότι
και το δυσπρόσιτον της θέσεως νομίζω ότι είναι εις όφελός μας, καθόσον εάν
σταθώμεν ακλόνητοι, αυξάνει η δύναμίς μας, ενώ άπαξ υποχωρήσωμεν, και μολονότι
η θέσις είναι δύσβατος, θ' αποβή ευπρόσιτος εις τον εχθρόν, καθόσον κανείς
δεν θα αντετάσσετο εναντίον του. Και αν ακόμη ημπορούσεν ακολούθως να πιεσθή
από ημάς, θ' απέβαινε φοβερώτερος, αφού δεν θα ήτο εύκολος εις αυτόν η υποχώρησις.
Διότι, εφόσον είναι ακόμη επάνω εις τα πλοία, η απόκρουσίς του είναι πολύ
εύκολος, άμα όμως άπαξ αποβιβασθή, είναι εις ίσην απέναντί μας θέσιν. Και
την αριθμητικήν του υπεροχήν δεν πρέπει να φοβούμεθα πολύ. Διότι, όσον πολλοί
και αν είναι, θα υποχρεωθούν να πολεμήσουν κατά μικρά αποσπάσματα, λόγω
της δυσκολίας της προσορμίσεως. Ούτε έχομεν ν' αντιμετωπίσωμεν στρατόν επί
της ξηράς, ο οποίος μάχεται υπό ομοίας με ημάς περιστάσεις, είναι όμως αριθμητικώς
ανώτερος, αλλά στρατόν, που μάχεται από το κατάστρωμα πλοίων, τα οποία έχουν
ανάγκην πολλών ευνοϊκών περιστάσεων μέσα εις την θάλασσαν. Ώστε θεωρώ ότι
τα μειονεκτήματά των ισοφαρίζουν τον μικρόν αριθμόν μας. Από σας, οι οποίοι
είσθε Αθηναίοι και γνωρίζετε εκ πρακτικής πείρας τί σημαίνει ναυτική απόβασις
ενώπιον εχθρού, και ότι δεν ημπορεί να εκβιασθή, εφόσον εκείνος είναι αποφασισμένος
ν' αντισταθή και δεν υποχωρήση από τον φόβον του κρότου της κωπηλασίας και
την απειλητικήν θέαν των ορμητικώς προσεγγιζόντων πλοίων - από σας ήλθε
τώρα η ώρα ν' απαιτήσω να σταθήτε ακλόνητοι, εμποδίζοντες τον εχθρόν να
πατήση το πόδι του εις την παραλίαν, και να σώσετε και εαυτούς και την θέσιν
αυτήν".
[Προηγούμενο βιβλίο] [Συνέχεια βιβλίου]
|