12. Ο Βρασίδας όχι μόνον τους άλλους εξώθει κατ' αυτόν τον τρόπον, αλλά
και τον πηδαλιούχον του ηνάγκασε να ρίψη έξω το πλοίον, και επροχώρει
προς την αποβάθραν του πλοίου, αλλ' ενώ επεχείρει ν' αποβιβασθή, ανεκόπη
από τους Αθηναίους, και επειδή ετραυματίσθη εις πολλά μέρη του σώματος,
ελιποθύμησε. Την στιγμήν που έπιπτε εις το εμπροσθινόν μέρος του πλοίου,
η ασπίς του εγλίστρησε εις την θάλασσαν, η οποία την έρριψεν εις την παραλίαν,
και οι Αθηναίοι την επήραν και την εχρησιμοποίησαν ακολούθως δια το τρόπαιον,
που έστησαν, εις ανάμνησιν της επιτυχίας των κατά την απόκρουσιν της επιθέσεως
αυτής. Οι επίλοιποι, παρ' όλας των τας προσπάθειας, δεν ημπόρεσαν ν' αποβιβασθούν,
και δια το δύσβατον της θέσεως και διότι οι Αθηναίοι έστεκαν ακλόνητοι
και δεν υπεχώρουν ούτε βήμα. Αλλόκοτος τωόντι τροπή της τύχης έφερεν,
ώστε οι μεν Αθηναίοι κατά ξηράν, και μάλιστα επί εδάφους Λακωνικού, ν'
αποκρούσουν τας εκ της θαλάσσης επιθέσεις των Λακεδαιμονίων, ενώ οι Λακεδαιμόνιοι
επεχείρουν από πλοία ν' αποβιβασθούν εις το ιδικόν των έδαφος, το οποίον
είχεν ήδη καταστή εχθρικόν και εύρισκαν αντιμέτωπους τους Αθηναίους. Πράγματι,
εφημίζοντο τότε μεγάλως οι Λακεδαιμόνιοι ως κατ' εξοχήν χερσαίοι δια τον
άριστον στρατόν των, οι Αθηναίοι ως ναυτικοί δια την μεγάλην υπεροχήν
του στόλου των. 13. Ύστερον από τας επιθέσεις που ενήργησαν την ημέραν εκείνην και μέρος
της επομένης, οι Πελοποννήσιοι έμεναν ήσυχοι. Την τρίτην ημέραν έστειλαν
κατά μήκος της ακτής μερικά από τα πλοία των εις την Ασίνην, δια να φέρουν
ξύλα προς κατασκευήν μηχανών, με την ελπίδα ότι δια της χρήσεως αυτών
θα κατώρθωναν να καταλάβουν το προς τον λιμένα μέρος του τείχους, όπου
ήτο μεν τούτο αρκετά υψηλόν, αλλ' η απόβασις ήτο πολύ εύκολος. Εις το
σημείον τούτο ευρίσκοντο τα πράγματα, όταν έφθασεν εκ Ζακύνθου η μοίρα
του Αθηναϊκού στόλου, αποτελούμενη από πενήντα πλοία, καθόσον είχεν ενισχυθή
με μερικά από τα πλοία που εφρούρουν την Ναύπακτον και τέσσαρα Χιακά πλοία.
Αλλά καθώς είδαν ότι η στερεά και η νήσος ήσαν γεμάται από οπλίτας και
ότι η Πελοποννησιακή μοίρα ήτο εντός του λυμένος, χωρίς διάθεσιν να εξέλθη,
ηπόρουν που να προσορμισθούν. Επί τέλους έπλευσαν εις την νήσον Πρώτην,
η οποία ήτο ακατοίκητος και δεν απείχε πολύ, και διενυκτέρευσαν εκεί.
Την επομένην όμως εξέπλευσαν, αφού ητοιμάσθησαν, δια να δώσουν μάχην,
είτε εις την ανοικτήν θάλασσαν, εις περίστασιν που ο εχθρός θα ήτο διατεθειμένος
να εκπλεύση εναντίον των, είτε εις εναντίαν περίστασιν εισερχόμενοι οι
ίδιοι εις τον λιμένα δια να του επιτεθούν. Οι Πελοποννήσιοι, εν τούτοις,
δεν εξέπλευσαν εναντίον των, και εξ άλλου είχαν παραμελήσει να φράξουν
τα στόμια του λιμένος, όπως εσχεδίαζαν. Κατεγίνοντο με την ησυχίαν των
εις την ξηράν να επιβιβάζουν τα πληρώματά των και να ετοιμάζωνται, εάν
ο εχθρός εισπλεύση, να ναυμαχήσουν εντός του λυμένος, ο οποίος είχε μεγάλην
ευρυχωρίαν. 14. Οι Αθηναίοι, εξ άλλου, άμα αντελήφθησαν την κατάστασιν, ώρμησαν εναντίον
των και από τα δύο στόμια του λιμένος. Τα περισσότερα Πελοποννησιακά πλοία
είχαν ήδη απομακρυνθή από την παραλίαν, έτοιμα προς μάχην. Εναντίον των
πλοίων αυτών επέπεσαν και τα έτρεψαν εις φυγήν, και επειδή τα κατεδίωκαν
εκ του συστάδην, επροξένησαν ζημίας εις πολλά, συνέλαβαν πέντε, το εν
μάλιστα με ολόκληρον το πλήρωμα, και εξηκολούθησαν να επιτίθενται δια
του εμβόλου εναντίον των λοιπών, και όταν ακόμη είχαν καταφύγει εις την
ξηράν. Και εις άλλα πάλιν πλοία κατώρθωσαν να προξενήσουν σοβαράς βλάβας,
και πριν εκκινήσουν, την ώραν που επεβιβάζοντο ακόμη τα πληρώματά των.
Μερικά μάλιστα που είχαν εγκαταλειφθή από τα πληρώματά των, τα έδεσαν
και ήρχισαν να τα ρυμουλκούν κενά. Τούθ' όπερ βλέποντες οι Λακεδαιμόνιοι
και περίλυποι δια την συμφοράν, διότι οι επί της νήσου συναγωνισταί των
απεκόπτοντο πραγματικώς, έσπευδαν εις βοήθειαν, και αφού εισώρμων ωπλισμένοι
εις την θάλασσαν, ήρπαζαν με τα χέρια των τα ρυμουλκούμενα ήδη πλοία και
προσεπάθουν να τα τραβήξουν αντιθέτως προς την ξηράν. Και κανείς επίστευεν
ότι όπου εκείνος δεν ανεμιγνύετο προσωπικώς, εκεί τίποτε δεν ημπορούσε
να γίνη. Η επελθούσα άλλωστε σύγχυσις και ο θόρυβος ήσαν τρομερά, και
εις τον αγώνα αυτόν περί των πλοίων, οι δύο μαχηταί συνήλλαξαν τον συνήθη
εις καθένα απ' αυτούς τρόπον του μάχεσθαι. Διότι και οι Λακεδαιμόνιοι,
εις την έξαψιν και απελπισίαν που ευρίσκοντο, άλλο δεν έκαμναν ουσιαστικώς
παρά να ναυμαχούν από την ξηράν, και οι Αθηναίοι, οι οποίοι ενίκων και
ήθελαν να εκμεταλλευθούν όσον ημπορούσαν περισσότερον την σημερινήν καλήν
των τύχην, επεζομάχουν από τα καταστρώματα των πλοίων. Τέλος, αφού απεχωρίσθησαν
φέροντες πολλά τραύματα και οι Λακεδαιμόνιοι κατώρθωσαν να διασώσουν τα
κενά των πλοία, εκτός εκείνων που είχαν συλληφθή κατ' αρχάς, και τα δύο
μέρη επέστρεψαν εις τα στρατόπεδά των. Οι Αθηναίοι, αφ' ενός, έστησαν
τρόπαιον, επέτρεψαν εις τον εχθρόν να παραλάβη τους νεκρούς του, εσύναξαν
τα ναυάγια και ήρχισαν ευθύς να περιπλέουν και επιτηρούν την νήσον, θεωρούντες
τους επ' αυτής εχθρούς ως αποκλεισμένους. Οι επί της ξηράς Πελοποννήσιοι,
εξ άλλου, με τας ενισχύσεις που είχαν φθάσει εν τω μεταξύ από όλα τα μέρη,
έμεναν εις τας θέσεις των, απειλούντες την Πύλον. 15. Όταν η είδησις περί των γεγονότων της Πύλου έφθασεν εις την Σπάρτην, απεφάσισαν, επειδή επρόκειτο περί μεγάλης συμφοράς, να κατέλθουν οι άρχοντες εις το στρατόπεδον δια να ιδούν τα πράγματα αυτοπροσώπως, και λάβουν επί τόπου οίας δήποτε αποφάσεις εγκρίνουν. Όταν είδαν ότι ήτο αδύνατον να βοηθήσουν τους επί της νήσου στρατιώτας των, και δεν ήθελαν εξ άλλου να τους αφίσουν ή ν' αποθάνουν από την πείναν ή να υποκύψουν εις την αριθμητικήν υπεροχήν του εχθρού, και συλληφθούν αιχμάλωτοι, απεφάσισαν να προτείνουν προς τους στρατηγούς των Αθηναίων την συνομολόγησιν ανακωχής περί της Πύλου, εάν συνήνουν εις τούτο, και ν' αποστείλουν πρέσβεις εις Αθήνας δια την ειρήνην και επιδιώξουν την ταχίστην απόδοσιν των στρατιωτών των.
18. "Δια να πεισθήτε, αρκεί να ρίψετε εν βλέμμα εις τας σημερινάς
μας ατυχίας. Ημείς, οι οποίοι κατέχομεν υπέροχον εντελώς θέσιν μεταξύ
των Ελλήνων, προσερχόμεθα σήμερον ενώπιόν σας, δια να ζητήσωμεν εκείνο
που έως τώρα ενομίζαμεν ότι είμεθα ημείς περισσότερον από κάθε άλλον εις
θέσιν να παραχωρήσωμεν. Και εν τούτοις, ούτε από έλλειψιν δυνάμεως επάθαμεν
την ατυχίαν αυτήν, ούτε διότι από υπερβολήν δυνάμεως εγίναμεν αλαζόνες,
αλλά διότι, αν και έχομεν την ιδίαν όπως πάντοτε δύναμιν, εσφάλαμεν εις
τους υπολογισμούς μας, πράγμα το οποίον ημπορεί να συμβή εις τον καθένα.
Δεν πρέπει, επομένως, και σεις, ένεκα της δυνάμεως που σας δίδουν οι πόροι
της πόλεώς σας και των μερών επί των οποίων εκτείνεται η ηγεμονία σας,
να πιστεύετε ότι και η τύχη θα είναι πάντοτε με το μέρος σας. Φρόνιμοι
άνθρωποι είναι εκείνοι, οι οποίοι ασφαλίζουν τα κέρδη των με το να μη
τα θεωρούν απολύτως ασφαλή (και οι τοιούτοι ημπορούν να συμπεριφέρωνται
με μεγαλυτέραν σύνεσιν εις τας ατυχίας), και εκείνοι που εννοούν ότι ο
πόλεμος δεν περιορίζεται εντός των ορίων, τα οποία θέλουν να του επιβάλουν,
αλλ' ακολουθεί τον δρόμον εις τον οποίον τους οδηγούν αι περιπέτειαι της
τύχης των. Οι τοιούτοι εκτίθενται σπανιώτατα εις αποτυχίας, διότι δεν
επαίρονται, εμπιστευόμενοι εις τας στρατιωτικάς επιτυχίας των, αλλά σπεύδουν
να συνομολογήσουν ειρήνην εν μέσω των επιτυχιών των. Αυτή είναι η πολιτική,
την οποίαν συμφέρον έχετε, Αθηναίοι, ν' ακολουθήσετε σήμερον απέναντί
μας και όχι εις το μέλλον, δια να μην αποδοθούν αργότερα εις την τύχην
και αι τωριναί επιτυχίαι σας, όπως θα συμβή, εάν τυχόν απορρίψετε τας
προτάσεις μας και οδηγηθήτε ακολούθως εις πολλάς αποτυχίας, όπως είναι
ενδεχόμενον να συμβή, ενώ ημπορείτε, αν θέλετε, να κληροδοτήσετε εις τους
μεταγενεστέρους ασφαλή υπόληψιν δυνάμεως συγχρόνως και συνέσεως. 19. "Οι Λακεδαιμόνιοι, ως εκ τούτου, σας προτείνουν συνθηκολογίαν
προς τερματισμόν του πολέμου. Σας προσφέρουν ειρήνην και συμμαχίαν και
εκτός τούτου στενήν φιλίαν και σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης, και σας
ζητούν ως αντάλλαγμα να τους αποδώσετε τους στρατιώτας της Σφακτηρίας.
Νομίζουν προτιμότερον και δια τους δύο να μην αφίσωμεν τα πράγματα εις
το σημείον, ώστε είτε να επωφεληθούν οι στρατιώται μας καταλλήλου ευκαιρίας
που ημπορεί να τους παρουσιασθή και διαφύγουν δια της βίας, είτε να αιχμαλωτισθούν,
εάν εξαναγκασθούν εις τούτο από την πείναν. Πιστεύομεν, προς τούτοις,
ότι αι μεγάλαι έχθραι ημπορούν να τερματισθούν ασφαλέστερα, όχι όταν κανείς
ζητή εκδίκησιν, και αφού νικήση οριστικώς τον αντίπαλόν του, τον δεσμεύει
με αναγκαστικούς όρκους και του επιβάλλει ειρήνην με αδίκους όρους, αλλ'
όταν δυνάμενος να επιτύχη την ειρήνην σύμφωνα με τας υπαγορεύσεις της
επιείκειας, νικά τον αντίπαλον και δια της μεγαλοφροσύνης του και συνδιαλλάσσεται
προς αυτόν, υπό όρους απροσδοκήτως μετριοπαθείς. Διότι ο αντίπαλος, εις
τοιαύτην περίπτωσιν, επειδή δεν υπέκυψεν εις βίαν, αισθάνεται το καθήκον
όχι να εκδικηθή αλλά ν' ανταποδώση την επιδειχθείσαν γενναιοφροσύνην,
και είναι προθυμότερος από αίσθημα αυτοσεβασμού να μείνη πιστός εις τας
συμφωνίας του. Και οι άνθρωποι κλίνουν εις τοιαύτην συμπεριφοράν απέναντι
των μεγαλυτέρων εχθρών των, περισσότερον, παρά απέναντι εκείνων, προς
τους οποίους περιήλθαν εις διενέξεις δι' επουσιώδη πράγματα. Και τέλος
η φύσις των τους σπρώχνει να δείχνωνται προθύμως ενδοτικοί απέναντι εκείνων,
οι οποίοι πρώτοι έδειξαν συμβιβαστικάς διαθέσεις, αλλά να συνεχίζουν τον
αγώνα μέχρι τέλους, έστω και παρά την κρίσιν των, εναντίον υπερόπτου αντιπάλου. 20. "Τώρα περισσότερον από κάθε άλλην στιγμήν, είναι καιρός και
δια τους δύο να συμβιβασθώμεν, πριν κανείς μας πάθη εν τω μεταξύ καμμίαν
ανεπανόρθωτον συμφοράν, η οποία, κοντά εις την επίσημον εναντίον αλλήλων
έχθραν, θα προσθέση και άσβεστον προσωπικόν μίσος, και θα σας στερήση
τα πλεονεκτήματα που προσφέρομεν τώρα. Ας συμφιλιωθώμεν, επομένως εφόσον
ο αγών είναι αναποφάσιστος, εφόσον ημπορείτε ν' αποκτήσετε προσθέτως και
δόξαν και την ιδικήν μας φιλίαν, και εφόσον η ατυχία μας, προτού γίνη
ατιμωτική, ημπορεί να επανορθωθή υπό όρους επιεικείς. Ας προτιμήσωμεν
την ειρήνην αντί του πολέμου δι' εαυτούς και ας δώσωμεν ανάπαυλαν από
τα τόσα παθήματα εις τους άλλους Έλληνας οι οποίοι εις σας προ πάντων
θα θεωρήσουν ότι οφείλουν και το καλόν τούτο. Διότι, ενώ υφίστανται τας
ταλαιπωρίας του πολέμου, χωρίς να γνωρίζουν ασφαλώς ποίος είναι ο αίτιος,
εάν γίνη σήμερον ειρήνη, η οποία από σας κυρίως εξαρτάται, εις σας θα
οφείλουν την χάριν. Εάν, άλλωστε, δεχθήτε τας προτάσεις μας, ημπορείτε,
με το μέσον μάλλον της γενναιοφροσύνης παρά της βίας, να εξασφαλίσετε
την διαρκή φιλίαν των Λακεδαιμονίων, οι οποίοι αυτοί, πρώτοι σας την προσφέρουν.
Σκεφθήτε τα μεγάλα πλεονεκτήματα που είναι φυσικόν να φέρη μία τοιαύτη
πολιτική. Διότι πρέπει να γνωρίζετε ότι εάν σεις και ημείς είμεθα σύμφωνοι,
ο λοιπός Ελληνικός κόσμος, υποδεέστερος ημών κατά την δύναμιν, θα τρέφη
τον μεγαλύτερον σεβασμόν και προς τους δύο μας".
[Προηγούμενο] [Συνέχεια βιβλίου]
|
||||