10.
Συμπλοκή μεταξύ Αθηναίων και Λακεδαιμονίων, θάνατος του Βρασίδα και του Κλέωνος
Μετά τους ολίγους τούτους λόγους, ο Βρασίδας προέβη εις τας αναγκαίας παρασκευάς δια την έξοδον του υπ' αυτόν αποσπάσματος, και ετοποθέτησε τον λοιπόν στρατόν υπό τας διαταγάς του Κλεαρίδα, πλησίον των καλουμένων Θρακικών, πυλών, όπως εξέλθουν εκείθεν σύμφωνα με τας οδηγίας του. Αλλά είχε θεαθή, ότε κατέβαινε από το Κερδύλιον, και ότε εντός της πόλεως προσέφερε θυσίαν εις τον ναόν της Αθηνάς, και ητοιμάζετο δια την έξοδον, διότι το εσωτερικόν της πόλεως φαίνεται από όλα τα πέριξ. Εις τον Κλέωνα, ο οποίος την ώραν ακριβώς αυτήν είχε προχωρήσει προς αναγνώρισιν της θέσεως, ανηγγέλθη ότι ο εχθρικός στρατός εφαίνετο συγκεντρωμένος εντός της πόλεως και ότι πολλοί πόδες ανδρών και ίππων, ετοίμων να εξέλθουν, διεκρίνοντο κάτω από τας πύλας, Ακούσας τούτο ο Κλέων, επλησίασε και εβεβαιώθη ο ίδιος περί του πράγματος. Αλλά μη θέλων να διακινδυνεύση μάχην πριν έλθουν προς αυτόν αι αναμενόμεναι επικουρίαι, και νομίζων ότι θα επρολάμβανε ν' αποσυρθή, διέταξε να δοθή το σημείον της αναχωρήσεως και παρήγγελλε συγχρόνως εις τα εκκινούντα στρατεύματα να στραφούν αριστερά επί της οδού της Ηιόνος, η οποία ήτο η μόνη οδός υποχωρήσεως. Επειδή όμως ενόμισεν, ότι η υποχώρησις εγίνετο βραδέως, διέταξε το δεξιόν κέρας να στραφή αριστερά, και ούτως εξέθηκε κατά την υποχώρησιν το ακάλυπτον πλευρόν των στρατιωτών απέναντι του εχθρού. Κατά την στιγμήν αυτήν, ο Βρασίδας, βλέπων τους Αθηναίους κινουμένους, και θεωρήσας επιστάσαν την ευκαιρίαν, λέγει προς τους υπό τας αμέσους διαταγάς του και τον άλλον στρατόν: "Οι άνθρωποι αυτοί δεν εννοούν ν' αντισταθούν, όπως φαίνεται καθαρά από την κίνησιν των δοράτων και των κεφαλών των. Άνθρωποι που έχουν σκοπόν ν' αντισταθούν κατά των επιτιθεμένων δεν κινούνται κατ' αυτόν τον τρόπον. Ανοίξατέ μου τας πύλας που παρήγγειλα και ας επιτεθώμεν εναντίον αυτών μετά θάρρους και χωρίς να χάνωμεν στιγμήν". Και εξελθών δια της πύλης, η οποία είναι προς το μέρος του χαρακώματος, και δια της πρώτης πύλης του υφισταμένου τότε μακρού τείχους, ώρμησε τρέχων κατ' ευθείαν επί του δρόμου, εις το αποτομώτατον μέρος του οποίου, καθώς ανέρχεται κανείς, είναι στημένον τρόπαιον και επιτεθείς εναντίον του κέντρου των Αθηναίων, οι οποίοι ήσαν τρομαγμένοι δια την ιδίαν των αταξίαν και κατάπληκτοι δια την τόλμην αυτού, τρέπει αυτούς εις φυγήν, ενώ ο Κλεαρίδας, σύμφωνα με τας διαταγάς που είχε λάβει, εξελθών με τον λοιπόν στρατόν δια των Θρακικών πυλών, ώρμησε συγχρόνως κατ' αυτών. Και ούτω συνέβη, ώστε ένεκα της απροσδοκήτου και αιφνιδίας κινήσεως εκ δύο συγχρόνως μερών, οι Αθηναίοι περιήλθαν εις σύγχυσιν. Και το μεν αριστερόν κέρας αυτών, το διευθυνόμενον προς την Ηιόνα και που είχεν ήδη προχωρήσει προς τα εκεί, αποκοπέν του λοιπού στρατεύματος, ετράπη αμέσως εις φυγήν. Ενώ δ' ήδη έφευγε τούτο και ο Βρασίδας στραφείς επετίθετο κατά του δεξιού επληγώθη και έπεσε. Οι Αθηναίοι δεν αντελήφθησαν τούτο, αλλ' οι πλησίον αυτού ευρισκόμενοι στρατιώται τον εσήκωσαν και τον μετέφεραν εις την πόλιν. Το δεξιόν των Αθηναίων αντείχε καλλίτερον. Και ο μεν Κλέων, ο οποίος ευθύς εξ αρχής δεν είχε σκοπόν ν αντισταθή ετράπη αμέσως εις φυγήν, αλλά Μυρκίνιος πελταστής τον επρόφθασε και τον εφόνευσε. Οι οπλίται όμως, συγκεντρωθέντες επί του λόφου, απέκρουσαν τον Κλεαρίδαν, μολονότι επετέθη κατ' αυτών δίς ή τρίς, και τότε μόνον υπεχώρησαν, όταν το ιππικόν των Μυρκινίων και των Χαλκιδέων και οι πελτασταί, περικυκλώσαντες και βάλλοντες αυτούς δι' ακοντίων, τους έτρεψαν εις φυγήν. Και τότε πλέον η φυγή εγενικεύθη εις όλον τον Αθηναϊκόν στρατόν, και όσοι δεν εφονεύθησαν αμέσως κατά την συμπλοκήν ή κατά την επακολουθήσασαν καταδίωξιν υπό του Χαλκιδικού ιππικού και των πελταστών, έφθασαν μετά μεγάλης δυσκολίας εις την Ηιόνα, κατόπιν πολλών περιπλανήσεων δια μέσου των ορέων. Ο Βρασίδας μετεφέρθη ασφαλώς εκ του πεδίου της μάχης εντός της πόλεως. Ανέπνεεν ακόμη και ημπόρεσε ν' αντιληφθή ότι ο στρατός του ενίκησεν αλλά μετ' ολίγον εξέπνευσε. Ο λοιπός στρατός, επιστρέφων μετά του Κλεαρίδα εκ της καταδιώξεως, εσκύλευσε τους νεκρούς και έστησε τρόπαιον.


11. Μετά τούτο, ετάφη ο Βρασίδας εντός της πόλεως, απέναντι της σημερινής Αγοράς. Εις τον νεκρόν αυτού απεδόθησαν δημοτελείς τιμαί και όλος ο συμμαχικός στρατός ηκολούθησεν ένοπλος την ταφήν. Οι Αμφιπολίται περιέβαλαν το μνήμα του δια κιγκλιδώματος και μέχρι σήμερον προσφέρουν θυσίας εις αυτόν ως εις ήρωα, και εγκατέστησαν προς τιμήν του αγώνας και ιεράς κατ' έτος τελετάς. Ανέθεσαν επίσης εις αυτόν την πόλιν των, ανακηρύξαντες αυτόν ιδρυτήν αυτής, κατεδαφίσαντες τα οικοδομήματα του Άγνωνος και εξαφανίσαντες κάθε τι που ημπορούσε να υπενθυμίζη εις το μέλλον την υπό τούτου ίδρυσιν της αποικίας. Διότι ενόμισαν ότι ο Βρασίδας υπήρξε σωτήρ των, και ακόμη διότι υπό τας παρούσας περιστάσεις, εκ φόβου προς τους Αθηναίους, επεδίωκαν την διατήρησιν της συμμαχίας προς τους Λακεδαιμονίους, ενώ ένεκα της προς τους Αθηναίους εχθρότητός των η απονομή των τιμών τούτων εις τον Άγνωνα ούτε συμφέρουσα ήτο εις αυτούς, ούτε ευχάριστος εις εκείνον. Απέδωκαν εις τους Αθηναίους τους νεκρούς των, ανελθόντας εις εξακοσίους, ενώ εκ μέρους των έπεσαν μόνον επτά. Διότι δεν έλαβε χώραν μάχη εκ παρατάξεως, αλλ' η συμπλοκή υπήρξεν αποτέλεσμα απροβλέπτου περιστάσεως, και οι Αθηναίοι είχαν καταληφθή υπό πανικού, πριν ακόμη αρχίση αυτή. Μετά την ανακομιδήν των νεκρών, οι Αθηναίοι απέπλευσαν εις τα ίδια, ενώ ο Κλεαρίδας και οι μετ' αυτόν έμειναν, όπως ρυθμίσουν τα πράγματα της Αμφιπόλεως.

12. Κατά τον αυτόν περίπου χρόνον, και περί το τέλος του θέρους, οι Λακεδαιμόνιοι Ραμφίας, Αυτοχαρίδας και Επικυλίδας ήσαν καθ' οδόν, φέροντες εις τας πόλεις της Χαλκιδικής επικουρίας εννεακοσίων οπλιτών. Φθάσαντες δε εις Ηράκλειαν της Τραχίνος, ενησχολήθησαν όπως διευθετήσουν τα μη καλώς έχοντα εκεί. Και ενώ ακόμη διέτριβαν εκεί, συνέβη η μάχη της Αμφιπόλεως. Και το θέρος ετελείωσε.

13.
Οι Λακεδαιμόνιοι εις τα ίδια
Επελθόντος του χειμώνος, ο Ραμφίας και οι μετ' αυτού επροχώρησαν μέχρι του Πιερίου της Θεσσαλίας. Αλλ' επειδή οι Θεσσαλοί δεν τους επέτρεπαν να προχωρήσουν περαιτέρω, και επί πλέον ο Βρασίδας, προς τον οποίον έφεραν τας ενισχύσεις, είχεν αποθάνει, επέστρεψαν εις τα ίδια. Εθεώρησαν ότι η ευκαιρία δια την εκστρατείαν είχε παρέλθει, αφού οι Αθηναίοι, συνεπεία της ήττης των, είχαν ήδη απέλθει, και αυτοί δεν ήσαν εις θέσιν να πραγματοποιήσουν οι ίδιοι τα μεγάλα σχέδια του Βρασίδα. Αλλ' ο κύριος λόγος της επιστροφής των ήτο ότι εγνώριζαν, όταν ανεχώρησαν, ότι οι Λακεδαιμόνιοι έκλιναν έτι μάλλον υπέρ της ειρήνης.


14.
Οι εμπόλεμοι κλίνουν προς διαπραγματεύσεις ειρήνης δια πεντήκοντα έτη
Το γεγονός είναι ότι, μετά την μάχην της Αμφιπόλεως και την εκ Θεσσαλίας επιστροφήν του Ραμφίου, ουδέτερος των εμπολέμων ανέλαβε περαιτέρω πολεμικάς επιχειρήσεις, αλλ' αμφότεροι έκλιναν μάλλον προς την ειρήνην. Οι μεν Αθηναίοι, διότι είχαν υποστή την σοβαράν ήτταν του Δηλίου και ολίγον ύστερον της Αμφιπόλεως, και επομένως δεν είχαν πλέον εμπιστοσύνην επί την ιδίαν δύναμιν, επί της οποίας στηριζόμενοι είχαν απορρίψει προηγουμένως τας περί ειρήνης προτάσεις, καθόσον επίστευαν ότι μετά την καλήν τύχην που είχαν τότε, η οριστική αυτών επικράτησις ήτο βεβαία. Εφοβούντο, άλλωστε, μήπως πολλαπλασιασθούν αι αποστασίαι των συμμάχων των, θρασυνομένων από τας αποτυχίας των, και μετεμελούντο, διότι δεν συνομολόγησαν ειρήνην μετά τα γεγονότα της Πύλου, ότε η περίστασις ήτο τόσον εύθετος. Οι Λακεδαιμόνιοι, εξ άλλου, διότι η πορεία του πολέμου είχε διαψεύσει τας προσδοκίας των, ενώ είχαν φαντασθή ότι ερημώνοντες την χώραν των Αθηναίων, θα κατώρθωναν εντός ολίγων ετών να καταρρίψουν την δύναμίν των. Αντί τούτου, είχαν υποστή την συμφοράν της Σφακτηρίας, ομοίαν της οποίας δεν είχεν άλλοτε υποστή η Σπάρτη, η χώρα αυτών υφίστατο τας ληστρικάς επιδρομάς, των οποίων ορμητήριον ήτο η Πύλος και τα Κύθηρα, και οι Είλωτες ηυτομόλουν, υπήρχε δε διαρκής ο φόβος μήπως οι μένοντες επί τόπου, στηριζόμενοι εις τους αυτομολήσαντας, επιχειρήσουν, όπως και προηγουμένως, να ανατρέψουν την τάξιν των πραγμάτων. Συνέπεσε, προς τούτοις, η Τριακονταετής συνθήκη ειρήνης προς τους Αργείους να είναι εις τας παραμονάς της λήξεώς της, και οι Αργείοι ηρνούντο την ανανέωσιν αυτής, εφόσον δεν τους απεδίδετο η Κυνουρία, και οι Λακεδαιμόνιοι εθεώρουν προφανές ότι δεν ημπορούσαν να διεξαγάγουν διμέτωπον πόλεμον κατά τε των Αργείων και των Αθηναίων. Υπώπτευαν, συγχρόνως, ότι μερικοί εκ των Πελοποννησιακών πόλεων θ' απεσπώντο απ' αυτούς, δια να ενωθούν με τους Αργείους, όπως πράγματι και συνέβη.


15. Ταύτα αναλογιζόμενοι, έκριναν αμφότεροι οι εμπόλεμοι, αλλά προ πάντων οι Λακεδαιμόνιοι, ότι επεβάλλετο η συνομολόγησις της ειρήνης, διότι οι τελευταίοι επεθύμουν ζωηρώς να ανακτήσουν τους αιχμαλώτους Σφακτηρίας, καθόσον οι εξ αυτών Σπαρτιάται είτε ανήκαν εις τας πρώτας οικογενείας, είτε ήσαν εξ ίσου με αυτούς συγγενείς των αρχόντων της Λακεδαίμονος. Ως εκ τούτου, ήρχισαν αμέσως μετά την αιχμαλωσίαν διαπραγματεύσεις δια την απελευθέρωσίν των. Αλλ' οι Αθηναίοι, εφ' όσον η τύχη ήτο ευμενής προς αυτούς, δεν ήθελαν με κανένα τρόπον να δεχθούν ειρήνην υπό όρους δικαίους. Όταν όμως υπέστησαν την ήτταν του Δηλίου, οι Λακεδαιμόνιοι αντελήφθησαν αμέσως ότι θα ήσαν τώρα περισσότερον ευδιάθετοι προς συνεννόησιν, και συνωμολόγησαν την ενιαυσίαν ανακωχήν, κατά την διάρκειαν της οποίας πρέσβεις των δυο εμπολέμων ώφειλαν συναντώμενοι να διαπραγματευθούν την συνομολόγησιν οριστικής ειρήνης.

16. Αλλά μετά την νέαν ήτταν, την οποίαν οι Αθηναίοι έπαθαν εις την Αμφίπολιν, και τον θάνατον του Κλέωνος και του Βρασίδα, οι οποίοι προ πάντων αντέπρατταν κατά της ειρήνης από τα δύο μέρη (ούτος ένεκα των επιτυχιών και της γενικής εκτιμήσεως που του προσεπόριζεν ο πόλεμος, εκείνος διότι ενόμιζεν ότι αποκαθισταμένης της ησυχίας, η μοχθηρία του θα ήτο καταφανεστέρα και αι διαβολαί του ολιγώτερον πιστευταί), οι δύο κυριώτατοι υποστηρικταί της πολιτικής της ειρήνης εις τας δύο πόλεις, ο Πλειστοάναξ, υιός του Παυσανίου, βασιλεύς των Λακεδαιμονίων, και ο Νικίας, υιός του Νικηράτου, ο οποίος ήτο ο ευτυχέστερος στρατηγός της εποχής του, τότε πλέον με μεγαλύτερον παρά ποτέ ζήλον, υπεστήριζαν την πολιτικήν ταύτην. Ο μεν Νικίας, διότι ήθελεν, εφόσον ακόμη δεν είχεν υποστή ατυχίαν τινά, και εξηκολούθει απολαυών της κοινής εκτιμήσεως, να εξασφαλίση οριστικώς την καλήν του τύχην, ν' αναπαυθή ο ίδιος του λοιπού από τας ταλαιπωρίας του πολέμου και εξασφαλίση εις τους συμπολίτας του ομοίαν ανάπαυσιν, και ν' αφίση εις τους μεταγενεστέρους το όνομα ανδρός, ο οποίος ουδέποτε καθ' όλην του την ζωήν έγινεν αιτία βλάβης εις την πόλιν. Διότι ενόμιζεν ότι η καλλιτέρα οδός, δια της οποίας ημπορεί κανείς να επιτύχη τούτο, ήτο να εμπιστεύεται όσον το δυνατόν ολιγώτερον εις την τύχην και αποφεύγη τους κινδύνους, και ότι η ειρήνη μόνη εξασφαλίζει από τους κινδύνους. Ο Πλειστοάναξ, εξ άλλου, διότι οι εχθροί του διέβαλλαν αυτόν, εξ αφορμής της επανόδου του εκ της εξορίας, και δεν έπαυαν, οσάκις επήρχετο ατυχία τις, να διεγείρουν τας ανησυχίας της συνειδήσεως των Λακεδαιμονίων, αποδίδοντες αυτήν εις την παράνομον επιστροφήν του. Διότι κατηγόρουν αυτόν και τον αδελφόν του Αριστοκλή ότι παρέπεισαν την Πυθίαν, οσάκις Λακεδαιμόνιοι αντιπρόσωποι ήρχοντο να συμβουλευθούν το μαντείον, να δίδη πάντοτε την εξής απάντησιν: "Ανακαλέσατε εκ της ξένης γης εις την χώραν σας το σπέρμα του ημιθέου υιού του Διός, ειδεμή θ' αροτριώσετε την γην με αργυράν υνίδα" μέχρις ου επί τέλους η Πυθία, μετά εξορίαν δέκα εννέα ετών, έπεισε τους Λακεδαιμονίους να τον επαναφέρουν με τους ιδίους χορούς και θρησκευτικάς τελετάς, με τας οποίας, αφού έκτισαν την Λακεδαίμονα, ενεθρόνισαν τους πρώτους βασιλείς των. Καθόσον είχεν εξορισθή τότε, λόγω της από την Αττικήν υποχωρήσεώς του, η οποία απεδόθη εις δωροδοκίαν, και κατά την διάρκειαν της εξορίας του εις το όρος Λύκαιον, όπου είχε καταφύγει, διέμενεν, εκ φόβου των Λακεδαιμονίων, εντός οικίας, της οποίας το ήμισυ εκείτο εντός του περιβόλου του ναού του Διός.

17. Δυσφορών λοιπόν δια την διαβολήν ταύτην και νομίζων ότι εν καιρώ ειρήνης, ότε δεν θα συνέβαιναν ατυχήματα, και ότε επί πλέον οι Λακεδαιμόνιοι θ' ανέκτων τους αιχμαλωτισθέντας συμπολίτας των, δεν θα εξετίθετο ο ίδιος εις επιθέσεις των εχθρών του, ενώ εφόσον υφίσταται πόλεμος, κάθε αποτυχία παρέχει κατ' ανάγκην αφορμήν διαβολών κατά των πολιτικών ηγετών, επεθύμει διακαώς την συνεννόησιν.
Κατά την διάρκειαν του χειμώνος, διεξήγοντο διαπραγματεύσεις, και προσεγγίζοντος ήδη του έαρος, οι Λακεδαιμόνιοι επέσεισαν την απειλήν πολεμικών παρασκευών δώσαντες οδηγίας εις τας συμμαχικάς πόλεις, όπως ετοιμασθούν δια την ανέγερσιν φρουρίου επί του εδάφους της Αττικής, πιστεύοντες, ότι οι Αθηναίοι θα ήσαν περισσότερον διατεθειμένοι ν' ακούσουν τας προτάσεις των. Μετά πολλάς, άλλωστε, συνδιασκέψεις και πολλάς απαιτήσεις, προβληθείσας εκατέρωθεν, κατέληξαν εις συμφωνίαν, όπως συνομολογήθη ειρήνη, υπό τον όρον ν' αποδώση έκαστος των εμπολέμων ό,τι κατέλαβε δια των όπλων. (Οι Αθηναίοι, εν τούτοις, θα εκράτουν την Νίσαιαν, διότι ότε ανταπήτησαν την απόδοσιν των Πλαταιών, οι Θηβαίοι αντέταξαν ότι κατέλαβαν αυτάς, όχι δια βίας, ούτε δια προδοσίας, αλλά κατόπιν συμφωνίας με τους κατοίκους της πόλεως, και οι Αθηναίοι ανταπήντησαν ότι κατά τον αυτόν τρόπον κατέλαβαν και αυτοί την Νίσαιαν). Οι Λακεδαιμόνιοι τότε συνεκάλεσαν τους συμμάχους των, και πάντες οι λοιποί, πλην των Βοιωτών, των Κορινθίων, των Ηλείων και των Μεγαρέων, οι οποίοι δεν ενέκριναν τας μεταξύ Λακεδαιμονίων και Αθηναίων συνεννοήσεις, εψήφισαν υπέρ του τερματισμού του πολέμου. Και ούτω συνωμολογήθη τελικώς η επομένη πρώτη ειρήνη και επεκυρώθη δι' όρκων και σπονδών, των Λακεδαιμονίων δεσμευθέντων προς τους Αθηναίους και τούτων προς τους Λακεδαιμονίους.


18.
Tο κείμενον της υπογραφείσης συνθήκης είρήνης
"Οι Αθηναίοι και οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοι αμφοτέρων συνωμολόγησαν υπό τους επομένους όρους ειρήνην, δια την τήρησιν της οποίας εκάστη πόλις ωρκίσθη ιδιαιτέρως.
(1) "Πας ο βουλόμενος έχει το δικαίωμα να μεταβαίνη αφόβως δια ξηράς ή δια θαλάσσης εις τους εθνικούς ναούς, δια να προσφέρη θυσίας, να συμβουλεύεται το μαντείον ή ν' αντιπροσωπεύη την χώραν του κατά τα πατροπαράδοτα έθιμά του.
(2) "Ο ναός και ο ιερός περίβολος του Απόλλωνος εις τους Δελφούς ως και οι κάτοικοι των Δελφών θα είναι ανεξάρτητοι, έχοντες την ελεύθερον διάθεσιν των προσόδων των και τα ίδια αυτών δικαστήρια δια τας αφορώσας αυτούς προσωπικάς ή κτηματικάς διαφοράς, σύμφωνα με τα πατροπαράδοτα έθιμα.
(3) "Η ειρήνη μεταξύ των Αθηναίων και των συμμάχων των αφ' ενός, και των Λακεδαιμονίων και των συμμάχων των αφ' ετέρου, θα ισχύση δια πενήντα έτη κατά ξηράν και κατά θάλασσαν, αδόλως και αβλαβώς.
(4) "Δεν επιτρέπονται με κανένα τρόπον και υπό ουδεμίαν πρόφασιν εχθροπραξίαι, ούτε εκ μέρους των Λακεδαιμονίων και των συμμάχων των κατά των Αθηναίων και των συμμάχων των, ούτε εκ μέρους των Αθηναίων και των συμμάχων των κατά των Λακεδαιμονίων και των συμμάχων των. Εάν αναφυή διαφορά τις των μεν προς τους δε, θα λύεται δια της δικαστικής οδού και της επιβολής όρκων, καθ' οιονδήποτε τρόπον ήθελαν περί τούτου μείνει σύμφωνοι.
(5) "Οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοί των θ' αποδώσουν την Αμφίπολιν εις τους Αθηναίους. Εις τους κατοίκους των πόλεων, των παραδιδομένων υπό των Λακεδαιμονίων εις τους Αθηναίους, επιτρέπεται ν' απέλθουν οπουδήποτε θέλουν, παραλαμβάνοντες ό,τι τους ανήκει. Αι πόλεις αυταί θα είναι ανεξάρτητοι, υπό τον όρον της καταβολής του ενιαυσίου φόρου, ο οποίος είχε προσδιορισθή επί Αριστείδου, και δεν επιτρέπεται εις τους Αθηναίους και εις τους συμμάχους των να επιχειρούν εχθροπραξίας κατ αυτών, εφόσον καταβάλλουν τον φόρον, από της ημέρας της αποκαταστάσεως της ειρήνης. Αι περί ων ο λόγος πόλεις είναι η Άργιλος, τα Στάγειρα, η Άκανθος, η Σκώλος, η Όλυνθος, η Σπάρτωλος, και δεν θα είναι σύμμαχοι ούτε των Λακεδαιμονίων, ούτε των Αθηναίων. Αλλ' εάν οι Αθηναίοι πείσουν τας πόλεις αυτάς να γίνουν σύμμαχοί των εξ ελευθέρας αυτών προαιρέσεως, επιτρέπεται εις τούτους να τας δεχθούν.
(6) "Οι Μηκυβερναίοι, οι Σαναίοι και οι Σίγγιοι θα κατοικούν τας πόλεις των, υφ' ους όρους κατοικούν τας ιδικάς των οι Ολύνθιοι και οι Ακάνθιοι.
(7) "Οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοί των θ' αποδώσουν εις τους Αθηναίους το Πάνακτον. Οι Αθηναίοι θ' αποδώσουν εις τους Λακεδαιμονίους το Κορυφάσιον, τα Κύθηρα, τα Μέθανα, τον Πτελεόν και την Αταλάντην. Οι Αθηναίοι θ' απολύσουν τους Λακεδαιμονίους, τους κρατουμένους εις τας φυλακάς των Αθηνών ή άλλου τινός μέρους, υποκειμένου εις την ηγεμονίαν των Αθηναίων. Θ' αφίσουν επίσης ελευθέρους τους εις την Σκιώνην πολιορκουμένους Πελοποννησίους και τους άλλους εκεί συμμάχους των Λακεδαιμονίων και όσους απέστειλεν εκεί ο Βρασίδας, καθώς επίσης και κάθε σύμμαχον των Λακεδαιμονίων, ο οποίος τυχόν κρατείται εις τας φυλακάς των Αθηνών ή αλλού τινός μέρους, υποκειμένου εις την Αθηναϊκήν ηγεμονίαν. Κατά τον αυτόν τρόπον, θ' αποδώσουν και οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοί των όσους κρατούν Αθηναίους και συμμάχους αυτών.
(8) "Ως προς την Σκιώνην, την Τορώνην, την Σερμυλίαν, και κάθε άλλην πόλιν υπό την εξουσίαν των Αθηναίων, ούτοι δικαιούνται ν' αποφασίσουν περί αυτών, ως και περί πάσης άλλης πόλεως υπό την εξουσίαν των, κατά το δοκούν.
(9) "Οι Αθηναίοι θα δεσμευθούν δι' όρκων απέναντι των Λακεδαιμονίων και εκάστης των συμμάχων πόλεών των χωριστά. Ο όρκος θα δοθή υπό δέκα επτά αντιπροσώπων εκάστης πόλεως, κατά τον τύπον, ο οποίος θεωρείται επισημότατος εις εκάστην εξ αυτών. Ο δοθησόμενος όρκος θα έχη ως εξής : "Υπόσχομαι να τηρήσω τας διατάξεις της συνθήκης και ειρήνης ταύτης μετά δικαιοσύνης και ευθύτητος". Με τον αυτόν όρκον θα δεσμευθούν και οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοί των απέναντι των Αθηναίων. Ο όρκος ούτος θ' ανανεώνεται κατ' έτος υπό των δύο μερών.
(10) "Η παρούσα συνθήκη θ' αναγραφή εις στήλας, αι οποίαι θα στηθούν εις την Ολυμπίαν, τους Δελφούς, τον Ισθμόν, την Ακρόπολιν των Αθηνών, και τον ναόν του Αμυκλαίου Απόλλωνος, εις την Λακεδαίμονα.
(11) "Εάν ελησμονήθη τι περί οιουδήποτε ζητήματος εκ μέρους του ενός ή του άλλου των συμβαλλομένων, δεν θα θεωρηθή ασυμβίβαστον προς τον δοθέντα όρκον, όπως κατόπιν συζητήσεως μετ' ευθύτητος διεξαγομένης, επέλθουν εις την συνθήκην οιαιδήποτε αλλαγαί, περί των οποίων θα έμεναν σύμφωνοι Αθηναίοι και Λακεδαιμόνιοι συγχρόνως.


19. "Η ισχύς της συνθήκης αρχίζει την εικοστήν εβδόμην ημέραν του μηνός Αρτεμισίου, εφόρου όντος εις την Λακεδαίμονα του Πλειστόλα, και την εικοστήν πέμπτην ημέραν του μηνός Ελαφηβολιώνος, άρχοντος όντος εις τας Αθήνας του Αλκαίου. Οι επόμενοι ωρκίσθησαν και επεκύρωσαν την συνθήκην:
Εκ μέρους των Λακεδαιμονίων, οι Πλειστοάναξ, Άγις, Πλειστόλας, Δαμάγητος, Χίονις, Μεταγένης, Άκανθος, Δάϊθος, Ισχαγόρας, Φιλοχαρίδας, Ζευξίδας, Άντιππος, Τέλλις, Αλκινάδας,
Εμπεδίας, Μηνάς και Λάφιλος. Εκ μέρους δε των Αθηναίων, οι εξής: οι Λάμπων, Ισθμιόνικος, Νικίας, Λάχης, Ευθύδημος, Προκλής, Πυθόδωρος, Άγνων, Μυρτίλος, Θρασυκλής, Θεαγένης, Αριστοκράτης, Ιώλκιος, Τιμοκράτης, Λέων, Λάμαχος και Δημοσθένης".

 

 

[Προηγούμενο] [Συνέχεια βιβλίου]