16.
Λόγος του Αλκιβιάδου υπέρ της εκστρατείας
"Και περισσότερον αρμόζει εις εμέ, Αθηναίοι, η στρατηγία παρά εις άλλους (διότι αναγκάζομαι ν' αρχίσω από αυτό, αφού ο Νικίας με έθιξε), και άξιος αυτής νομίζω ταυτοχρόνως ότι είμαι. Καθόσον εκείνα, διά τα οποία κατακραυγάζουν εναντίον μου, εις μεν τους προγόνους μου και εμέ αυτόν φέρουν τιμήν, εις δε την πατρίδα και ωφέλειαν. Διότι, ένεκα της μεγαλοπρεπείας, την οποίαν ανέπτυξα κατά την συμμετοχήν μου εις τους ολυμπιακούς αγώνας, οι Έλληνες, οι οποίοι προηγουμένως ενόμιζαν τας Αθήνας εξηυτελισμένας ένεκα του πολέμου, συνέλαβαν περί της δυνάμεως αυτών ιδέαν ανωτέραν και της πραγματικής. Καθόσον επτά άρματα έστειλα, διά να λάβουν μέρος εις τους αγώνας, όσα κανείς ποτέ ιδιώτης προηγουμένως, και πρώτος νικητής ανεδείχθην και δεύτερον και τέταρτον βραβείον έλαβα και τα λοιπά πάντα διηυθέτησα ανταξίως της νίκης. Ασχέτως προς την τιμήν, η οποία κατά την κρατούσαν αντίληψιν συνοδεύει τοιαύτας επιτυχίας, η επιδεικνυομένη κατ' αυτάς δραστηριότης δημιουργεί την εντύπωσιν δυνάμεως. Η λάμψις, εξ άλλου, η οποία με περιβάλλει εντός της πόλεως, οσάκις επιχορηγώ χορούς, και εις άλλας αναλόγους περιστάσεις, μολονότι προκαλεί φυσικά τον φθόνον μεταξύ των πολιτών, θεωρείται, εν τούτοις, υπό των ξένων ως νέον τεκμήριον δυνάμεως. Και δεν είναι άχρηστος η ανοησία αυτή, την οποίαν επιδεικνύει εκείνος, όστις, δαπανών εξ ιδίων, ωφελεί όχι μόνον εαυτόν, αλλά και την πόλιν. Ούτε είναι άδικον, εάν ο τοιούτος, έχων συναίσθησιν της προσωπικής υπεροχής του, αρνήται να θεωρή τους άλλους ίσους του, αφού ο κακοτυχών δεν συμμερίζεται με άλλους την κακοτυχίαν του. Αλλ' όπως, όταν δυστυχούμεν, ουδείς μας απευθύνει τον λόγον και πάντες αποφεύγουν την συναναστροφήν μας, πρέπει επίσης ν' ανέχεται τις την υπεροψίαν των ευτυχούντων, Άλλως, οφείλει να συμπεριφέρεται προς τους άλλους ως ίσους του, διά να έχη το δικαίωμα ν' απαιτή το αυτό εκ μέρους των. Γνωρίζω ότι οι τοιούτοι και όσοι άλλοι διεκρίθησαν διά της υπεροχής των εις κάτι τι, εφόσον μεν ευρίσκονται εις την ζωήν, είναι οχληροί εις τους ομοίους των προ πάντων και κατά δεύτερον λόγον εις τους άλλους, με τους οποίους έρχονται εις επαφήν. Αλλ' ότι μετά θάνατον αφίνουν οπίσω των τοιούτον όνομα, ώστε τινές διεκδικούν αυτούς, ψευδώς πολλάκις, ως συγγενείς των, και γίνονται καύχημα διά την πατρίδα των, η οποία τους θεωρεί όχι ως ξένους, ουδέ ως διαπράξαντας σφάλματα, αλλ' ως ίδια αυτής τέκνα και ως κατορθώσαντας έργα μεγάλα. Αλλ' ενώ τοιαύτη είναι η φιλοδοξία μου και τοιούτοι οι λόγοι, ένεκα των οποίων κατακραυγάζουν κατά του ιδιωτικού μου βίου, παρακαλώ να εξετάσετε, εάν υπάρχη εις την διαχείρισιν των δημοσίων κανείς ανώτερός μου. Συνασπίσας τας ισχυροτάτας πόλεις της Πελοποννήσου εις ένα σύνδεσμον, ηνάγκασα τους Λακεδαιμονίους εις την Μαντίνειαν να διακινδυνεύσουν τα πάντα εις τον αγώνα μιας ημέρας, χωρίς να σας εκθέσω εις μεγάλους κινδύνους και δαπανάς. Και, ως εκ τούτου, μολονότι η μάχη απέβη υπέρ αυτών, ούτε μέχρι σήμερον ανέκτησαν εντελώς το θάρρος των.

17. "Ταύτα κατώρθωσεν η νεότης μου και η ανοησία μου, η οποία φαίνεται ότι υπερβαίνει κάθε όριον. Τοιουτοτρόπως επολιτεύθην απέναντι της δυνάμεως των Πελοποννησίων, ομιλών μετά περισκέψεως, ενώ η ορμή μου παρέσυρεν αυτούς να με ακολουθήσουν. Και τώρα μη φοβείσθε την νεότητά μου, αλλ' εφόσον αυτή ευρίσκεται εις την ακμήν της, και εφόσον ο Νικίας φαίνεται τυχερός, χρησιμοποιήσατε τας υπηρεσίας και των δύο μας. Αποφασίσαντες την εκστρατείαν, μη μεταβάλετε γνώμην, θεωρούντες την Σικελίαν ως μεγάλην δύναμιν. Διότι η πολυανθρωπία των πόλεών της συγκροτείται από συμμίκτους όχλους, και η σύστασις του πληθυσμού των υφίσταται συνεχείς μεταβολάς και προσθήκας, και δι' αυτό κανείς δεν θεωρεί ότι έχει πατρίδα ιδικήν του, και συνεπώς, ούτε οι πολίται είναι εφοδιασμένοι δι' όπλων, και η χώρα στερείται των αναγκαίων εγκαταστάσεων. Αλλά καθείς φροντίζει να εφοδιάζεται με ό,τι νομίζει ότι ημπορεί ν' αποσπάση από το κοινόν, είτε διά της πειθούς των λόγων, είτε διά στασιαστικών κνημάτων, διά να τα χρησιμοποιήση, εν περιπτώσει αποτυχίας, όπως εγκατασταθή εις άλλην χώραν. Και εύκολον είναι, να συμπεράνη κανείς, ότι όχλος εκ τοιούτων στοιχείων αποτελούμενος, ούτε κατά τας διασκέψεις φθάνει εις κοινάς αποφάσεις, ούτε την εκτέλεσιν έργων αναλαμβάνει με κοινήν κατεύθυνσιν, αλλ' ότι ταχέως θα προσχωρήσουν προς ημάς τμηματικώς, εάν απευθύνωμεν προς αυτούς επαγωγούς λόγους, προ πάντων, εάν, όπως μανθάνομεν, μαστίζωνται από εμφυλίους σπαραγμούς. Αλλ' ούτε εκείνοι έχουν όσους καυχώνται οπλίτας ως απεδείχθη προκειμένου και περί των άλλων Ελληνικών πόλεων, ότι οι αριθμοί εκάστης εξ αυτών ήσαν εξωγκωμένοι, και ότι η Ελλάς, δεινώς πλανηθείσα ως προς τον αριθμόν των οπλιτών της, μόλις κατά την διάρκειαν του παρόντος πολέμου κατώρθωσε να παρασκευάση επαρκή αριθμόν εκ τούτων. Τοιαύτη λοιπόν είναι η κατάστασις, την οποίαν θα εύρωμεν εκεί, εξ όσων ακούω, και ακόμη ευνοϊκωτέρα, καθόσον πολλοί εκ των βαρβάρων, από έχθραν προς τους Συρακουσίους, θα συμπράττουν μαζί μας εις την κατ' αυτών επίθεσιν. Και τα εδώ δε δεν θα παράσχουν κανέν πρόσκομμα, εάν σωφρονήτε. Διότι οι πατέρες ημών, έχοντες εχθρούς αυτούς τούτους, τους οποίους και τώρα ισχυριζόμεθα ότι θα αφίσωμεν οπίσω μας εκστρατεύοντες, και συγχρόνως την αντίθεσιν των Περσών, απέκτησαν την ηγεμονίαν, εις ουδέν άλλο στηριζόμενοι, παρά εις την υπεροχήν του ναυτικού των. Και τώρα οι Πελοποννήσιοι, οι οποίοι ποτέ άλλοτε δεν είχαν ολιγωτέρας απέναντι ημών ελπίδας επιτυχίας, οσονδήποτε αισιόδοξοι και αν ήσαν, άλλο δεν ημπορούν να κάμουν παρά να εισβάλουν εις το έδαφός μας, το οποίον, άλλωστε, ημπορούν να κάμουν και αν ακόμη δεν εκπλεύσωμεν κατά της Σικελίας. Αλλά καμμίαν δεν ημπορούν να μας προξενήσουν βλάβην διά του στόλου των, αφού θ' αφίσωμεν οπίσω μας στόλον ικανόν ν' αντιταχθή προς αυτούς.

18. "Ποίαν λοιπόν εύλογον αιτίαν θα ημπορούσαμεν να προβάλωμεν διά τους ενδοιασμούς μας ή να επικαλεσθώμεν απέναντι των συμμάχων μας, εις την Σικελίαν ως δικαιολογίαν του ότι δεν σπεύδομεν εις βοήθειάν των, ενώ καθήκον ημών είναι να τους βοηθήσωμεν, αφού ενόρκως υπεσχέθημεν τούτο, και να μη αντιτάσσωμεν ότι δεν μας εβοήθησαν και εκείνοι; Διότι δεν προσέλαβαμεν αυτούς συμμάχους διά να έλθουν εδώ προς βοήθειαν μας, αλλά διά να παρενοχλούν τους εκεί εχθρούς μας και εμποδίζουν αυτούς να έρχωνται εδώ. Και την ηγεμονίαν, άλλωστε, απεκτήσαμεν (όπως και κάθε άλλος που απέκτησεν ηγεμονίαν) σπεύδοντες προθύμως εις βοήθειαν παντός, είτε Έλληνος, είτε βαρβάρου, ο οποίος εκάστοτε επεκαλείτο αυτήν. Ενώ, αντιθέτως, εάν εμέναμεν αδρανείς, ή καθιερώναμεν φυλετικάς διακρίσεις, διά να εξακριβώσωμεν ποίους πρέπει να βοηθήσωμεν, πολύ ολίγα θα ημπορούσαμεν να προσθέσωμεν εις την ηγεμονίαν μας και θα εξεθέταμεν μάλλον αυτήν ολόκληρον εις κίνδυνον. Διότι, τους υπερέχοντας εις δύναμιν δεν αποκρούομεν μόνον επιτιθεμένους, αλλά και λαμβάνομεν προφυλακτικά μέτρα, διά να μη μας επιτεθούν. Ούτε ημπορούμεν να υπολογίζωμεν μετ' ακριβείας τα όρια, πέραν των οποίων δεν θα ηθέλαμεν να εκταθή η ηγεμονία μας, αλλ' είμεθα υποχρεωμένοι, αφού άπαξ εφθάσαμεν εις το σημείον που ευρισκόμεθα σήμερον, να συγκρατούμεν τους μεν και να επιδιώκετε την ησυχίαν, όπως άλλοι, εφόσον δεν εφαρμόζετε πολιτικήν ομοίαν προς την ιδικήν των.
Έχοντες λοιπόν υπ' όψιν ότι θ' αυξήσωμεν μάλλον την εδώ δύναμίν μας, εάν επιτεθώμεν, διευθυνόμενοι κατά των εκεί εχθρών μας, ας εκπλεύσωμεν, όπως και των Πελοποννησίων την υπερηφάνειαν ταπεινώσωμεν, καθώς θα συμβή, όταν δείξωμεν ότι περιφρονούντες την σημερινήν ειρηνικήν κατάστασιν εκστρατεύσωμεν και κατά της Σικελίας και συγχρόνως γίνωμεν κύριοι και της όλης Ελλάδος, όπως θα συμβή πιθανώς, όταν εις τας κτήσεις μας προστεθούν αι εκεί. Εν πάση περιπτώσει, θα βλάψωμεν σοβαρώς τους Συρακουσίους και ούτω θα ωφεληθώμεν και οι ίδιοι και οι σύμμαχοί μας. Ως προς δε την ασφάλειάν μας, και διά να μείνωμεν, εν περιπτώσει επιτυχίας, και διά να επιστρέψωμεν, θα την παράσχη ο στόλος μας. Διότι θα κυριαρχούμεν της θαλάσσης, ακόμη και εάν όλοι οι Σικελιώται συνασπισθούν εναντίον μας. Ούτε πρέπει να σας αποτρέψη από τον σκοπόν σας ο Νικίας, συμβουλεύων την αδράνειαν ή εξωθών διά των λόγων του τους νέους εις διάστασιν προς τους πρεσβυτέρους. Αλλά κατά την κρατούσαν συνήθειαν, όπως οι πατέρες ημών, συνδιασκεπτόμενοι νέοι συγχρόνως μετά πρεσβυτέρων, ανύψωσαν τα πράγματα της πόλεως εις τοιαύτην περιωπήν, κατά τον αυτόν τρόπον και τώρα προσπαθήσατε να προαγάγετε την πόλιν. Και έχετε υπ' όψιν ότι νεότης και γήρας, χωρίς αμοιβαίαν βοήθειαν, τίποτε δεν ημπορούν να κατορθώσουν, ενώ η κοινή συνεργασία όλων, αώρων και ωρίμων και ωριμωτάτων, δημιουργεί κυρίως την δύναμιν. Και ότι η πόλις, υπέρ παν άλλο πράγμα, εάν μένη αδρανούσα, θα κατατριβή αφ' εαυτής και η επιτηδειότης εις κάθε τι θα τείνη να καταπέση, ενώ εάν αγωνίζεται, το κεφάλαιον της εμπειρίας της διαρκώς θα αυξάνη και θα συνηθίση να υπερασπίζη εαυτήν δι' έργων μάλλον παρά διά λόγων. Εν συντόμω, αποφαίνομαι ότι, κατά την γνώμην μου, πόλις συνηθισμένη εις την δραστηριότητα θα καταστραφή ταχέως διά μεταπτώσεως εις την αδράνειαν, και ότι εκείνοι οι λαοί είναι ασφαλέστατοι, όσοι πολιτεύονται κατά τρόπον όσον το δυνατόν ολιγώτερον απομακρυνόμενον από τα κρατούντα ήθη και τους ισχύοντας νόμους, έστω και αν είναι ούτοι ατελείς".

 

[Προηγούμενο] [Συνέχεια βιβλίου]