|
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΩΝ ΕΤΩΝ 413-411 (;)
Έτος 19ον : 413 - 412 π.Χ. (1-6)
1.
Οι Αθηναίοι μετά την αναγγελίαν της καταστροφής αποφασίζουν να παρασκευασθούν διά την συνέχισιν του αγώνος
|
Όταν αι εκ Σικελίας ειδήσεις έφθασαν εις τας Αθήνας, επί πολύν χρόνον
εδυσπίστουν εις το μέγεθος της πανωλεθρίας, παρ' όλας τας θετικάς πληροφορίας
των πλέον αξιοπίστων στρατιωτών που είχαν διαφύγει από το θέατρον της καταστροφής.
Αλλ' όταν εβεβαιώθησαν περί τούτου εμαίνοντο κατά των ρητόρων, οι οποίοι
τους είχαν εξωθήσει εις την εκστρατείαν, ως να μη την είχαν ψηφίσει οι ίδιοι,
και συγχρόνως ηγανάκτουν εναντίον των χρησμολόγων και των μάντεων και όλων
εκείνων, οι οποίοι διά των προφητειών των είχαν διεγείρει τότε την ελπίδα
κατακτήσεως της Σικελίας. Προς όλα τα σημεία, μόνον αφορμάς βαθυτάτης λύπης
διέβλεπαν και είχαν καταληφθή, ως εκ της επελθούσης καταστροφής, από μέγιστον
αληθώς φόβον και κατάπληξιν. Διότι δεν τους κατέθλιβαν μόνον αι ατομικαί
των απώλειαι και όσας υπέστη η πόλις, απωλέσασα τόσον πλήθος οπλιτών και
ιππέων και το άνθος της νεολαίας της, διά την οποίαν δεν είχαν υπολειφθή
πλέον αντικαταστάται. Αλλά συγχρόνως, βλέποντες ανεπαρκή πλοία εις τους
νεωσοίκους των, το δημόσιον ταμείον κενόν, έλλειψιν τεχνικού προσωπικού
διά τον στόλον, απηλπίζοντο, ότι ημπορούσαν την φοράν αυτήν να σωθούν, και
συγχρόνως εφαντάζοντο, ότι οι εκ Σικελίας εχθροί των, μετά την μεγάλην μάλιστα
νίκην των, θα πλεύσουν αμέσως με τον στόλον των εναντίον του Πειραιώς, και
ότι εκ της κυρίως Ελλάδος τοιούτοι, των οποίων αι πολεμικαί παρασκευαί είχαν
γενικώς διπλασιασθή, θα επετίθεντο ήδη κατ' αυτών διά ξηράς και διά θαλάσσης,
με όλας των τας δυνάμεις, βοηθούμενοι και από τους ιδίους των υπηκόους,
οι οποίοι θ' απεστάτουν απ' αυτούς. Παρ' όλα ταύτα, απεφάσισαν και με τα
μέσα που είχαν να μη υποκύψουν, αλλά και στόλον να παρασκευάσουν, προμηθευόμενοι
από όπου ημπορέσουν ξυλείαν και χρήματα, και τους συμμάχους να συγκρατήσουν
διά σταθεράς χειρός, και προ πάντων την Εύβοιαν, και τας δαπάνας της πόλεως
να περιορίσουν δι' οικονομιών και να εκλέξουν συμβούλιον εκ πρεσβυτέρων,
οι οποίοι, διασκεπτόμενοι, θα εισηγούνται προς τον λαόν τα εκάστοτε αναγκαία
μέτρα. Ο φόβος της στιγμής, όπως συνήθως συμβαίνει εις τας δημοκρατίας,
τους διέθεσε προς διαγωγήν γενικώς σώφρονα. Αι αποφάσεις αύται ετέθησαν
εις πλήρη εφαρμογήν, και το θέρος ετελείωσεν.
2.
Αι διαθέσεις των άλλων πολιτειών έναντι των Αθηναίων και των Λακεδαιμονίων
|
Ως εκ της μεγάλης καταστροφής των Αθηναίων εις την Σικελίαν, ολόκληρος η Ελλάς συνεταράχθη, κατά τον επακολουθήσαντα χειμώνα. Οι ουδέτεροι ήσαν πεπεισμένοι, ότι και απρόσκλητοι ακόμη οφείλουν να εγκαταλείψουν την μέχρι τούδε ουδετερότητα των και επιτεθούν εξ ιδίας πρωτοβουλίας κατά των Αθηναίων, διότι καθείς απ' αυτούς επίστευεν ότι, αν ούτοι επετύγχαναν εις την Σικελίαν, θα επετίθεντο και κατ' αυτών και συγχρόνως, ότι ο πόλεμος του λοιπού θα είναι σύντομος, και ότι τιμητικόν δι' αυτούς θα ήτο να μετάσχουν αυτού. Οι σύμμαχοι, εξ άλλου, των Λακεδαιμονίων ενεπνέοντο περισσότερον παρά πριν από τον κοινόν πόθον ν' απαλλαγούν ταχέως των μεγάλων ταλαιπωριών του πολέμου. Αλλ' οι υπήκοοι προ πάντων των Αθηναίων εδείκνυαν μεγάλην επιθυμίαν, όπως αποτινάξουν την κυριαρχίαν των, και αν ακόμη αι δυνάμεις των, ορθώς εκτιμώμεναι, δεν ήσαν επαρκείς εις τούτο, διότι εις τας κρίσεις των παρεσύροντο από τον επαναστατικόν οργασμόν και δεν ήθελαν να παραδεχθούν καν, ότι οι Αθηναίοι ήτο ενδεχόμενον να ανθέξουν κατά το προσεχές θέρος. Πάντα ταύτα ήσαν ενθαρρυντικώτατα διά τους Λακεδαιμονίους και προ πάντων η προσδοκία, ότι οι εκ Σικελίας σύμμαχοι των, προσαποκτήσαντες ήδη εκ της ανάγκης των περιστάσεων και στόλον, έμελλαν να έλθουν προς ενίσχυσιν των, με μεγάλας δυνάμεις κατά τας αρχάς της ανοίξεως. Και επειδή εξ όλων των σημείων εμειδία προς αυτούς η ελπίς, απεφάσισαν να συνεχίσουν τον πόλεμον μετ' εντάσεως, σκεπτόμενοι, ότι μετά το αίσιον αυτού τέρμα και από τοιούτους κινδύνους θ' απαλλαγούν του λοιπού, οποίοι θα τους ηπείλουν, εάν οι Αθηναίοι κατώρθωναν να προσθέσουν εις τους πόρους των και τους πόρους της Σικελίας, και θα εξασφαλίσουν δι' εαυτούς την ηγεσίαν της Ελλάδος, μετά την κατάλυσιν της ηγεμονίας των Αθηνών.
3.
Οι Λακεδαιμόνιοι ζητούν από τους συμμάχους των νέους εξοπλισμούς
|
Ως εκ τούτου, ο βασιλεύς αυτών Άγις, εκκινήσας αμέσως, διαρκούντος του
χειμώνος, εκ της Δεκελείας, επί κεφαλής μέρους του στρατού, εισέπραξε παρά
των συμμάχων χρηματικάς εισφοράς διά τον εξοπλισμόν του στόλου. Διευθυνθείς
ακολούθως προς τον Μαλιακόν κόλπον αφήρεσεν από τους Οιταίους, λόγω παλαιάς
έχθρας, το πλείστον των κτηνών των, προς απόδοσιν των οποίων τους υπεχρέωσε
να καταβάλουν λύτρα. Υπεχρέωσεν επίσης τους Αχαιούς της Φθιώτιδος και τους
άλλους εις τα μέρη ταύτα υπηκόους των Θεσσαλών, παρά την θέλησιν και τας
διαμαρτυρίας των τελευταίων τούτων, να καταβάλουν χρήματα και δώσουν ομήρους,
τους οποίους ετοποθέτησε προς φύλαξιν εις την Κόρινθον, και προσεπάθησε
να επιτύχη την προσχώρησίν των εις την συμμαχίαν. Η κυβέρνησις, εξ άλλου,
των Λακεδαιμονίων επέβαλεν εις τας διαφόρους συμμάχους πόλεις την κατασκευήν
εκατόν πολεμικών πλοίων, προσδιορίσασα δι' εαυτούς μεν και τους Βοιωτούς
την κατασκευήν ανά είκοσι πέντε πλοίων, διά τους Φωκείς και Λοκρούς δέκα
πέντε, διά τους Κορινθίους δέκα πέντε, διά τους Αρκάδας και Πελληνείς και
Σικυωνίους δέκα, διά τους Μεγαρείς και Τροιζηνίους και Επιδαυρίους και Ερμιονείς
δέκα. Και προέβαιναν συγχρόνως εις όλας τας άλλας παρασκευάς, όπως συνεχίσουν
τον πόλεμον, μόλις θα ήρχιζεν η άνοιξις.
4.
Οι Αθηναίοι κατασκευάζουν νέα πλοία
|
Και οι Αθηναίοι, διαρκούντος του χειμώνος, ησχολούντο εις τας αποφασισθείσας παρασκευάς. Προμηθευθέντες ξυλείαν, εναυπήγουν πλοία, ωχύρωσαν το Σούνιον, όπως εξασφαλίσουν τον περίπλουν αυτού εις τα πλοία που τους μετέφεραν σίτον, εγκατέλειψαν το οχύρωμα, το οποίον είχαν κατασκευάσει εις την Λακωνικήν παραλίαν, ότε έπλεαν προς την Σικελίαν, και περιώρισαν τας δαπανάς των διά της αποκοπής όλων, όσαι εθεωρήθησαν περιτταί, και προ πάντων επέστησαν την προσοχήν των, όπως προλάβουν αποστασίαν των συμμάχων των.
5.
Ο Άγις βοηθεί τους Ευβοείς και τους Λεσβίους εις την αποστασίαν των από τους Αθηναίους
|
Διαρκούντος του χειμώνος, ενώ αμφότεροι ησχολούντο εις τας παρασκευάς ταύτας μετά τόσου ζήλου, πού θα ενόμιζε κανείς, ότι τότε πρώτον παρεσκευάζοντο διά τον πόλεμον, πρώτοι οι Ευβοείς έστειλαν προς τον Άγιν πρέσβεις, όπως διαπραγματευθούν μετ' αυτού τα της αποστασίας των από τους Αθηναίους. Ο Άγις, δεχθείς τας προτάσεις των, έφερεν από την Σπάρτην, όπως τους αναθέση την στρατιωτικήν διοίκησιν της Ευβοίας, τον υιόν του Σθενελάδου Αλκαμένη και τον Μέλανθον, οι οποίοι έφθασαν, επί κεφαλής τριακοσίων περίπου Νεοδαμωδών. Αλλ' ενώ ητοίμαζε τα της εκεί διαβάσεως των, έφθασαν και Λεσβίοι, θέλοντες και αυτοί ν' αποστατήσουν. Επειδή δε υπεστηρίζοντο ούτοι υπό των Βοιωτών, κατεπείσθη ο Άγις να αναστείλη τας ενεργείας του, όσον αφορά την Εύβοιαν, και να βοηθήση τους Λεσβίους, όπως ετοιμάσουν την επανάστασίν των. Προς τούτο έδωσεν εις αυτούς ως αρμοστήν τον Αλκαμένη, τον οποίον προώριζε διά την Εύβοιαν, και τους υπεσχέθη δέκα πλοία αυτός και άλλα δέκα οι Βοιωτοί. Εις τας αποφάσεις ταύτας προέβη ο Άγις εξ ιδίας πρωτοβουλίας και χωρίς να ζητήση την συγκατάθεσιν της κυβερνήσεως του. Διότι εφόσον χρόνον έμενεν εις την Δεκέλειαν, επί κεφαλής του στρατού του, είχε το δικαίωμα ν' αποστέλλη στρατόν οπουδήποτε ήθελε, και να στρατολογή τοιούτον και καταναγκαστικάς εισφοράς να επιβάλλη. Και ημπορεί κανείς να είπη ότι κατά το διάστημα τούτο οι σύμμαχοι υπήκουαν εις αυτόν περισσότερον παρά εις την κυβέρνησιν του. Διότι ημπορούσε να παρουσιασθή παντού επί κεφαλής στρατιωτικής δυνάμεως και να εμπνεύση τον σεβασμόν και τον φόβον.
Αλλ'
Οι Χίοι απευθύνονται προς την Σπάρτην επιθυμούντες να αποστατήσουν από τας Αθήνας
|
ενώ ο Άγις παρείχε την συνδρομήν του εις τους Λεσβίους, οι Χίοι και οι Ερυθραίοι, οι όποιοι ήσαν επίσης έτοιμοι όπως αποστατήσουν, απηυθύνθησαν εις την Λακεδαίμονα και όχι προς αυτόν. Συγχρόνως με αυτούς, ήλθε και απεσταλμένος του Τισσαφέρνους, ο οποίος ήτο διωρισμένος υπό του βασιλέως Δαρείου, υιού του Αρταξέρξου, σατράπης της Μικρασιατικής παραλίας. Διότι και ο Τισσαφέρνης, επεκαλείτο
την
Ο Τισσαφέρνης ζητεί από τους Λακεδαιμονίους βοήθειαν προς είσπραξιν φόρων από πόλεις της Μικράς Ασίας
|
βοήθειαν των Λακεδαιμονίων, αναλαμβάνων την τροφοδοσίαν της αποσταλησομένης
δυνάμεως, λόγω του ότι προ μικρού ακριβώς είχεν υποχρεωθή υπό του Βασιλέως
να καταβάλη τους φόρους, τους οποίους είχε καθυστερήσει, διότι δεν ηδύνατο
να τους εισπράξη από τας Ελληνικάς πόλεις της σατραπείας του, χάρις εις
τους Αθηναίους. Ενόμιζεν, ως εκ τούτου, ότι αν ηδύνατο να εξασθενίση τους
Αθηναίους, θα εισέπραττεν ευκολώτερα τους φόρους, και συγχρόνως ότι θα καθίστα
τους Λακεδαιμονίους συμμάχους του Βασιλέως και ότι θα κατώρθωνε να εκτελέση
την διαταγήν του Βασιλέως, όπως συλλάβη ζώντα ή φονεύση τον νόθον υιόν του
Πισσούθνου, Αμόργην, ο οποίος είχεν επαναστατήσει εις την Καρίαν. Οι Χίοι
λοιπόν και ο Τισσαφέρνης συνειργάζοντο, προς επιτυχίαν του αυτού πράγματος.
6.
Ο Φαρνάβαζος εζήτησε από τους Σπαρτιάτας να τον υποστηρίξουν
διά να επιτύχη την αποστασίαν από τους Αθηναίους Ελληνικών πόλεων
της σατραπείας του |
Αλλά κατά τον αυτόν περίπου χρόνον, ο Καλλίγειτος, υιός του Λαοφώντος, Μεγαρεύς, και ο Τιμαγόρας, υιός του Αθηναγόρου, Κυζικηνός, εξόριστοι αμφότεροι από τας πατρίδας των και ζώντες εις την αυλήν του Φαρναβάζου, υιού του Φαρνάκου, έφθασαν εις την Λακεδαίμονα αποσταλέντες υπό του Φαρναβάζου, όπως επιτύχουν την αποστολήν στόλου εις τον Ελλήσποντον. Διότι και ούτος επεδίωκε, καθώς και ο Τισσαφέρνης, όπως, εάν δυνηθή, αποστατήση, χάριν ασφαλεστέρας εισπράξεως των φόρων, τας Ελληνικάς πόλεις της σατραπείας του από τους Αθηναίους και ήθελεν, όπως δι' αυτού επιτευχθή η προς τον βασιλέα συμμαχία των Λακεδαιμονίων. Οι απεσταλμένοι του Φαρναβάζου και του Τισσαφέρνους ενήργουν χωριστά, οι μεν από τους δε, προς επιτυχίαν της αποστολής των, και ζωηρά ανεπτύχθη άμιλλα, διότι εζήτουν να πείσουν τους Λακεδαιμονίους, οι μεν όπως στείλουν στόλον και στρατόν εις την Ιωνίαν και την Χίον, οι δε όπως προτιμηθή η αποστολή αυτών εις τον Ελλήσποντον. Οι Λακεδαιμόνιοι, εν
Οι Λακεδαιμόνιοι ευνοούν τους Χίους και τον Τισσαφέρνη
|
τούτοις, ήσαν ασυγκρίτως ευνοϊκώτερα διατεθειμένοι προς τας προτάσεις
των Χίων και του Τισσαφέρνους. Διότι τους τελευταίους υπεστήριζε και ο Αλκιβιάδης,
ο οποίος ήτο μεγάλος πατρικός φίλος του εφόρου Ενδίου, και η εισαγωγή του
Λακωνικής πηγής ονόματος του Αλκιβιάδου εις την οικογένειάν του ωφείλετο
εις την φιλίαν αυτού, φέροντος το όνομα «Ένδιος, υιός του Αλκιβιάδου». Οι
Λακεδαιμόνιοι όμως έστειλαν προηγουμένως εις την Χίον τον περίοικον Φρύνιν,
όπως εξετάση επιτοπίως και αναφέρη εάν πράγματι έχουν όσα πλοία ισχυρίζοντο
και εάν γενικώς η δύναμις της πόλεως ανταποκρίνεται εις την φήμην της. Επειδή
δε ούτος εβεβαίωσε την αλήθειαν των όσων ήκουαν, συνωμολόγησαν αμέσως συμμαχίαν
προς τους Χίους και τους Ερυθραίους και εψήφισαν την προς αυτούς αποστολήν
μοίρας στόλου σαράντα πλοίων, καθόσον υπήρχαν ήδη εκεί, κατά τας πληροφορίας
των Χίων, όχι ολιγώτερα των εξήντα πλοίων. Εκ των σαράντα τούτων πλοίων
επρόκειτο να στείλουν αυτοί κατ' αρχάς δέκα, υπό την αρχηγίαν του ναυάρχου
των Μελαγχρίδου. Αλλ' ένεκα επισυμβάντος σεισμού, αντικατέστησαν τον Μελαγχρίδαν
διά του Χαλκιδέως και αντί των δέκα πλοίων ητοίμαζαν πέντε, τα οποία εξήρτυαν
εις την Λακωνικήν. Εν τω μεταξύ, ο χειμών έφθανεν εις το τέλος του και συγχρόνως
ετελείωνε το δέκατον έννατον έτος του πολέμου, του οποίου την ιστορίαν έγραψεν
ο Θουκυδίδης.
[Προηγούμενο βιβλίο] [Συνέχεια βιβλίου]
|