Την γλώσσα μου έδωκαν ελληνική
το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιες του Ομήρου
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ, ΤΑ ΠΑΘΗ, Β΄
Έτσι γράφει ο μεγάλος μας Οδυσσέας Ελύτης. Η γλώσσα μας, η κληρονομιά μας... Ημών των Ελλήνων. Η γλώσσα μας στις αμμουδιές του Ομήρου. Η γλώσσα του Ομήρου, η Ελληνική.
Ας δούμε τι συνέβαινε σε αυτές τις αμμουδιές, τι έλεγαν και τι τραγουδούσαν με αυτήν την γλώσσα, την Ελληνική, πριν χιλιάδες χρόνια...
ΙΛΙΑΔΑ: Μια ιστορία που δεν θα ξεχαστεί ποτέ γιατί καταγράφηκε από τον Όμηρο. Και καταγράφηκε με τέτοιον τρόπο που συνεπαίρνει όποιον αρχίζει να την διαβάζει. Ένα ποίημα τόσο δεμένο, τόσο περιγραφικό, τόσο διεισδυτικό στην ανθρώπινη ψυχή, τόσο αναλυτικό όταν αναφέρεται στους χαρακτήρες, τις μάχες, τις συζητήσεις. Ένα ποίημα με αναφορές σε προγενέστερους χρόνους, ώστε αντί για τις 51 ημέρες του Τρωικού πολέμου που περιγράφει ουσιαστικά, να μας δίνει και την εικόνα παλαιότερων εποχών, να εξηγεί γιατί και πως έφτασαν τα πράγματα στον πόλεμο, ποιοι και με ποιες διαθέσεις αναμείχθηκαν, πού σκόπευε ο καθένας, τι πέτυχε...
Η αρχή της ιστορίας εντοπίζεται στον γάμο του Πηλέα, γιου του Αιακού, με την Νηρηίδα Θέτιδα. Είχαν καλέσει όλους τους θεούς να χαρούν μαζί τους, εκτός από την Έριδα. Αυτή αποφάσισε να εκδικηθεί. Όχι, δεν θα φαινόταν πως θύμωσε... Θα έβαζε τους άλλους να μαλλώσουν, πιστεύοντας ο καθένας πως είχε το δίκιο με το μέρος του...
Πήγε κρυφά στη γιορτή και έριξε ένα μήλο, που έφερε πάνω του μια επιγραφή ‘ΚΑΛΛΙΣΤΗ’ (στην ωραιότερη).
Το είδαν οι θεοί που ήταν καλεσμένοι, και αναρωτήθηκαν σε ποιαν θεά να αναφερόταν τάχα...
Η Αφροδίτη, η θεά του Έρωτα, πρώτη άπλωσε το χέρι της να το πάρει, πιστεύοντας πως της ανήκε. Αλλά την σταμάτησε η Ήρα... «Εγώ είμαι η ωραιότερη θεά, άσε το μήλο σε μένα», λέει στην Αφροδίτη... Εκείνη έκπληκτη μένει να την κυττά.
Την ίδια στιγμή, πλησιάζει η Αθηνά, λεγοντας στην Ήρα : «Ήρα το ξέρεις πως μεγάλωσες και δεν θέλεις να το παραδεχθείς;» Και στην Αφροδίτη: «Είσαι μεν καλοφτιαγμένη, αλλά έχεις μόνο εξωτερικές χάρες... Ούτε σε σένα ανήκει το μήλο. Είναι δικό μου, σ’ εμένα αναφέρεται η επιγραφή του.».
Αρχίζουν οι θεές τους διαπληκτισμούς. Τελικά αποφάσισαν να πάνε σε κάποιον να τους λύσει την διαφορά. Αυτός ο κάποιος ονομαζόταν Πάρης και ήταν βοσκός κοντά στην Τροία. Στην πραγματικότητα ήταν γιος του βασιλιά Πριάμου της Τροίας, αλλά επειδή όταν ήταν έγκυος σε αυτόν η μητέρα του, Εκάβη, είχε δει όνειρο πως κρατούσε έναν δαυλό και έβαζε φωτιά στην πόλη, αποφάσισαν, επειδή το θεώρησαν ‘κακό οιωνό’, να τον αφήσουν έκθετο όταν γεννιόταν. Τον βρήκε όμως ένας βοσκός και τον ανάθρεψε.
Πήγαν λοιπόν οι 3 θεές σε αυτόν και του ζήτησαν να αποφασίσει ποια είναι η ωραιότερη. Για να κερδίσουν την εύνοιά του, η καθεμιά του υποσχέθηκε και κάτι.
Η Ήρα υποσχέθηκε πως θα τον κάνει κυρίαρχο στην Ασία και την Ευρώπη.
Η Αθηνά πως θα τον κάνει τον γενναιότερο και τον πιο επιδέξιο άνθρωπο του κόσμου.
Και η Αφροδίτη πως θα του δώσει σύζυγο την ωραιότερη γυναίκα του κόσμου: ΤΗΝ ΕΛΕΝΗ, βασίλισσα της Σπάρτης, και γυναίκα του Μενέλαου.
Ας σταθούμε στις τρεις αυτές προσφορές για λίγο. Και οι τρεις έχουν ένα κοινό σημείο. Την ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΙΑ του ΕΝΟΣ, στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και της Ανατολής[1].
1. Η Ήρα του το λέει ευθέως : Θα σε κάνω κυρίαρχο στην Ασία και την Ευρώπη.
2. Η Αθηνά το λέει εμμέσως : Θα μπορέσεις με τις δικές μου τέχνες που θα σου μάθω, να γίνεις κυρίαρχος στην Ασία και την Ευρώπη, γιατί θα εισαι ο γενναιότερος.
3. Η Αφροδίτη του λέει το ιδιο πράγμα με άλλα λόγια : Παίρνοντας την Ελένη και ταπεινώνοντας το βασίλειο της Σπάρτης (και συνεπώς των Μυκηνών, γιατί ο βασιλιάς αυτής της πόλης ήταν ο Αγαμέμνων, αδελφός του Μενέλαου), θα κατορθώσεις να κυριαρχήσεις στην περιοχή, της οποίας ένα μέρος τώρα ελέγχουν οι Έλληνες.
Ο Πάρης αντιλαμβάνεται πως πρέπει να ξεκινήσει ταπεινώνοντας τους αντιπάλους του, και μάλιστα όχι σε πεδίο μάχης, αλλά με δόλο. Έτσι ‘αποφασίζει’ πως η ωραιότερη προσφορά (και όχι θεά) είναι αυτή της Αφροδίτης.
Εμφανίζεται στο παλάτι του Πρίαμου και δηλώνει πως είναι ο χαμένος γιος του. Τον δέχονται χαρούμενοι που επιβίωσε.
Πάει κατόπιν, πρίγκηπας της Τροίας πια, σε έναν τεχνίτη, τον Φέρεκλο Αρμονίδη [Ιλιάδος Ραψωδία Ε, στ. 58 κ.εξ.], και του παραγγέλνει να κατασκευάσει μερικά πλοία. Οι Τρώες τότε δεν είχαν ναυτικό λόγω κάποιας αρχαίας προφητείας ότι η καταστροφή της πόλης τους θα ερχόταν από την θάλασσα. Ο Όμηρος τα πλοία αυτά που κατασκεύασε ο Φέρεκλος τα ονομάζει ‘νήας αρχεκάκους’, δηλαδή αυτά τα πλοία που έγιναν η αρχή του κακού.
Ο Πάρης λοιπόν ετοιμάζεται, παίρνει μαζί του και τον αρχηγό των Δαρδάνων Αινεία [ο οποίος ήταν γιος της Αφροδίτης και του Αγχίση], και φτάνουν στην Σπάρτη. Εκεί τους δέχεται και τους φιλοξενεί ο Μενέλαος, ο βασιλιάς της πόλης, στο παλάτι του.
Μερικές μέρες μετά, έρχεται ένα επείγον μήνυμα στον Μενέλαο, πως πέθανε ο παππούς του, ο Κατρέας, βασιλιάς της Κρήτης, και πρέπει να πάει στην ταφή του. Αφήνει τους Τρώες στο σπίτι του, μη βάζοντας κανένα κακό στο μυαλό του, και ξεκινά για την Κρήτη.
Τότε βρίσκει την ευκαιρία ο Πάρης, αρπάζει την Ελένη με μερικές θεραπαινίδες της, αρπάζει και όσα μπορεί από τους θησαυρούς του παλατιού της Σπάρτης και φεύγουν για την Τροία.
Η ταπείνωση των Ελλήνων έχει επιτευχθεί κατά την γνώμη του.
Δεν ήξερε όμως πως πριν παντρευτεί η Ελένη, επειδή υπήρχαν πολλοί που την ήθελαν για σύζυγο, ο πατέρας της, ο Τυνδάρεω, όταν ήρθε η ώρα του γάμου της, συγκέντρωσε όλους τους υποψήφιους μνηστήρες από τα διάφορα μέρη της Ελλάδος και τους έβαλε να ορκιστούν πως αν τυχόν κάποιος απειλούσε ή την Ελένη ή τον μελλοντικό άντρα της, ή το βασίλειό τους, θα έσπευδαν όλοι οι άλλοι, ενωμένοι, για να τους υπερασπιστούν.
Άφησε την Ελενη ελεύθερη να επιλέξει ποιον θα παντρευτεί και εκείνη διάλεξε τον Ατρείδη Μενέλαο, τον αδελφό του Αγαμέμνονα.
Όλοι σεβάστηκαν την επιλογή της, και ήδη είχαν ορκισθεί πως οποιοδήποτε κακό και αν τύχαινε στο ζευγάρι, θα ήταν και δική τους υπόθεση.
Εξαιτίας αυτού λοιπόν, ορίστηκε τώρα συνέλευση όλων των ελληνικών πόλεων, να δουν με ποιον τρόπο θα αντιμετωπιζόταν η αρπαγή της Ελένης από τον Πάρη.
Η απόφαση ήταν να πάνε, ο Μενέλαος μαζί με τον Οδυσσέα, στην Τροία και να ζητήσουν πίσω την Ελένη με ειρηνικό τρόπο.
Φτάνουν λοιπόν με την συνοδεία τους, μπαίνουν στον ναό της Αθηνάς, που βρισκόταν στην ακρόπολη του Ιλίου, και στέκονται κοντά στον βωμό. Ιέρεια της Αθηνάς ήταν η Θεανώ [προσέξτε την άμεση σχέση των ονομάτων : Θεανώ – Αθηνά], σύζυγος του Αντήνορα, του δεύτερου τη τάξει Τρώα μετά τον Πρίαμο. Ήρθε το μήνυμα και στους άλλους Τρώες, έγιναν συζητήσεις και διαπραγματεύσεις, αλλά το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό. Ο Πάρης δεν έδινε πισω την Ελένη. Κάποιος μάλιστα από τους Τρώες, ο Αντίμαχος, πρότεινε να σκοτώσουν τους δυο Έλληνες, τον Μενέλαο και τον Οδυσσέα, κατηγορώντας τους ως κατασκόπους [Ιλιάδος Ραψωδία Λ, στ. 138 κ.εξ.]
Έτσι, χωρίς αποτέλεσμα, ο Μενέλαος με τον Οδυσσέα επέστρεψαν. Έγινε νέα συνοδος των Ελλήνων και σε αυτήν αποφασίστηκε η Τρωική εκστρατεία. Συγκεντρώθηκαν τα στρατεύματα στην Αυλίδα (εκεί κοντά, στην Εύβοια, στις Αιγές, ήταν και το μεγαλύτερο ιερό του Ποσειδώνα, του θεού προστάτη τους) και ξεκίνησαν για την πολιορκία της Τροίας, η οποία, όπως λέει ο Όμηρος, κράτησε περίπου 10 χρόνια....
[1]Αυτή
η πρόθεση για ΜΟΝΟΚΡΑΤΟΡΙΑ στην περιοχή φαίνεται και από ένα απόσπασμα της
Ιλιάδος [Ραψωδία Ο, στ. 175-195]. Όταν ο Δίας στέλνει την Ίριδα να καλέσει τον
Ποσειδώνα, να παύσει τον πόλεμο και την βοήθεια που δίνει στους Αχαιούς.
Λέει η Ιρις στον Ποσειδώνα:
«Κάποιο να φέρω μήνυμα, μεγάλε γεωφόρε,
ήλθα καθώς μ’ επρόσταξεν ο αιγιδοφόρος Δίας.
Να παύσεις απ’ τον πόλεμον σου λέγει και να γύρεις
ή στην αγίαν θάλασσαν ή στων θεών τα γένη.
Και αν δεν πειστείς στα λόγια του και τ’ αψηφάς, κηρύττει
ότι και αυτός αντίμαχα με σε να πολεμήσει
θα έλθει εδώ. Και μη σταθείς, σε συμβουλεύει εμπρός του,
ότ’ είναι αυτός στην δύναμην περίσσ’ ανώτερός σου,
είναι και πρωτογέννητος, και όμως τολμά η καρδιά σου
ίσος να λέγεσαι μ’ αυτόν, οπού τον τρέμουν όλοι.».
Ο Ποσειδώνας της απαντά αγέρωχα:
Εβάρυνε και απάντησεν ο μέγας κοσμοσείστης:
«Ω, λόγον υπερήφανον που είπε, αν κι είναι ανδρείος,
αν τον ομότιμον εμέ με βίαν θα εμποδίσει.
Τρεις γεννηθήκαμεν υιοί, του Κρόνου και της Ρέας,
ο Ζεύς, εγώ και ο βασιλεύς των πεθαμένων Άδης.
Και απ’ όλα τρία κάμαμεν ισόμοιρα βασίλεια.
Να’χω την λευκήν θάλασσαν πέφτει ο λαχνός σ’ εμένα,
στον Άδην το ανήλιο σκοτάδι, και στον Δία
ο πλατύς έλαχε ουρανός στα νέφη στον αιθέρα
κι έμειν’ η γη κοινή στους τρεις και ο Όλυμπος ο μέγας.
Όθεν εμένα του Διός ο νους δεν θα οδηγήσει,
και ας μείνει, αν κι είναι δυνατός, στο τρίτο του μοιράδι.
Όμως τελικά επιβάλλεται η θέληση του Δία.