46.
Οι Συρακούσιοι ζητούν από Σικελικάς πόλεις ενισχύσεις
Μετά τούτο, οι Συρακούσιοι, ανακτήσαντες εκ νέου πάλιν, ως εκ της απροσδόκητου επιτυχίας των, την προηγουμένην εμπιστοσύνην των, έστειλαν τον Σικανόν με μοίραν στόλου εκ δέκα πέντε σκαφών εις τον Ακράγαντα, διατελούντα εις εμφύλιον πόλεμον, όπως προσεταιρισθή, εάν ημπορέση, την πόλιν. Ο Γύλιππος, εξ άλλου, απήλθε πάλιν διά ξηράς εις τα λοιπά μέρη της Σικελίας, διά να φέρη εκείθεν νέας ενισχύσεις, καθόσον, μετά ευτυχή έκβασιν της μάχης των Επιπολών, ήλπιζε να καταλάβη το τείχος των Αθηναίων εξ εφόδου.

47.
Οι στρατηγοί των Αθηναίων συγκροτούν πολεμικόν συμβούλιον. Διαφωνίαι μεταξύ Δημοσθένους και Νικίου περί του πρακτέου
Εν τω μεταξύ, οι στρατηγοί των Αθηναίων συνεκρότησαν πολεμικόν συμβούλιον, όπως διασκεφθούν περί της προσφάτου ατυχίας και της πλήρους αποθαρρύνσεως, η οποία επεκράτει εις τον στρατόν. Διότι και τας επιχειρήσεις των έβλεπαν αποτυγχάνουσας, και τους στρατιώτας δυσφορούντας εις άκρον, διά την παράτασιν της διαμονής των. Καθόσον ο στρατός επιέζετο διττώς, υπό των νόσων, και ως εκ της εποχής του έτους, κατά την οποίαν ιδίως επιπολάζουν ασθένειαι, και ως εκ του ότι το μέρος, επί του οποίου ευρίσκετο το στρατόπεδον των, ήτο ελώδες και νοσηρόν. Και η όλη κατάστασις εφαίνετο εις αυτούς εντελώς άπελπις. Ως εκ τούτου, ο Δημοσθένης ήτο της γνώμης, ότι δεν πρέπει να παραταθή η διαμονή των, αλλά, σύμφωνα με τας σκέψεις, αι οποίαι τον ώθησαν να διακινδύνευση την επιχείρησιν κατά τον Επιπολών, τώρα που η επιχείρησις αύτη είχεν αποτύχη, εψήφισε κατά της παρατάσεως της εκεί παραμονής των, και υπέρ της αμέσου εκκενώσεως της Σικελίας, εφόσον ημπορούν ακόμη να διαπλεύσουν το πέλαγος και διά των νεωστί αφιχθέντων πλοίων η κατά θάλασσαν τουλάχιστον στρατιωτική των υπεροχή είναι εξησφαλισμένη. Προσέθεσεν ακόμη, ότι το συμφέρον της πόλεως εξυπηρετείται καλλίτερον, εάν ο πόλεμος συνεχισθή κατά του εχθρού, ο οποίος κατεσκεύαζε φρούρια εντός της Αττικής, παρά κατά των Συρακουσίων, τους οποίους δεν ήτο πλέον εύκολον να νικήσουν. Είναι άλλωστε ανόητον να παρατείνουν την πολιορκίαν, δαπανώντες ματαίως τόσα χρήματα.

48. Τοιαύτη υπήρξεν η γνώμη και η ψήφος του Δημοσθένους. Ο Νικίας όμως, μολονότι εθεώρει και αυτός την θέσιν των επισφαλή, δεν ήθελε να ομολογήση την αδυναμίαν των. Ούτε ήθελε, ψηφιζομένης φανερά και ενώπιον πολλών της εκκενώσεως της νήσου, να προδοθή το πράγμα εις τους εχθρούς. Διότι, εάν ποτέ ήθελαν να την αποφασίσουν, θα ήτο πολύ δυσκολώτερον να πραγματοποιηθή, χωρίς ο εχθρός να το αντιληφθή. Άλλωστε και η θέσις του εχθρού, καθόσον είχε περισσοτέρας περί αυτού πληροφορίας από τους άλλους, παρείχε ακόμη ελπίδας τινάς, ότι, εάν επιμείνουν εις την πολιορκίαν, θα αποβή επισφαλεστέρα της ιδικής των. Πράγματι, θα τον έφεραν εις τελείαν οικονομικήν εξάντλησιν, τόσον μάλλον καθόσον διά του υπάρχοντος στόλου, η κατά θάλασσαν επικράτησίς των ήτο έτι μάλλον εξησφαλισμένη. Υπήρχεν, άλλωστε, και εντός των Συρακουσών μερίς, η οποία επεδίωκε να υποτάξη την πόλιν εις τους Αθηναίους, και απέστελλε μυστικούς πράκτορας, εξορκίζουσα αυτόν να μη λύση την πολιορκίαν και απέλθη. Ένεκα των λόγων τούτων, και μολονότι εξηκολούθει επαμφοτερίζων πραγματικώς και μελετών το πράγμα, χωρίς να καταλήξη ακόμη εις ωρισμένην απόφασιν, εις τον ενώπιον του συμβουλίου λόγον του εδήλωσεν ότι αρνείται να αποσύρη τον στρατόν, διότι γνωρίζει καλώς, ότι οι Αθηναίοι θ' αποδοκιμάσουν την ενέργειάν των, όπως αποσυρθούν, χωρίς προηγουμένην απόφασίν των. Καθόσον δεν είναι οι ίδιοι άνθρωποι που θ' αποφασίσουν περί της τύχης των και που θα εκτιμήσουν συγχρόνως τα πράγματα, καθώς αυτοί εξ ιδίας αντιλήψεως και όχι επί τη βάσει των επικρίσεων που θ' ακούσουν από άλλους, αλλά τουναντίον θα παρασυρθούν από τας διαβολάς που θα τους παρουσίαση ευφράδης ρήτωρ. Πολλοί, άλλωστε, προσέθεσεν, ή μάλλον οι περισσότεροι από τους στρατιώτας, οι οποίοι κατακραυγάζουν σήμερον εδώ, ότι η κατάστασίς των είναι αφόρητος, άμα φθάσουν εις τας Αθήνας θα κατακραυγάζουν αντιθέτως, ότι οι στρατηγοί, δωροδοκηθέντες, έγιναν προδόται, και δι' αυτό απέσυραν τον στρατόν. Διά τούτο, αυτός τουλάχιστον, γνωρίζων τον χαρακτήρα των Αθηναίων, προτίμα να εκτεθή εν ανάγκη εις τον κίνδυνον ν' αποθάνη μαχόμενος εναντίον των εχθρών, παρά να θανατωθή αδίκως από τους Αθηναίους δι' αιτίαν επονείδιστον. Και η κατάστασις όμως των Συρακουσίων, είπεν, είναι ακόμη χειρότερα από την ιδικήν των. Διότι και ένεκα της συντηρήσεως στρατού μισθοφόρων, και ένεκα των δαπανών διά την φρούρησιν των ανά την χώραν οχυρωμάτων και προς τούτοις ένεκα της επί έτος ήδη διατηρήσεως πολυαρίθμου ναυτικού, ευρίσκονται εις οικονομικήν στενοχωρίαν και μετ' ολίγον δεν θα γνωρίζουν πλέον τί να κάμουν. Διότι έχουν ήδη δαπανήσει δύο χιλιάδας τάλαντα, και εκτός τούτου καθυστερούν πολλά άλλα και εάν δι' έλλειψιν καταβολής του μισθού, η σημερινή στρατιωτική των δύναμις ελαττωθή οπωσδήποτε, τα πράγματα των θα οδηγηθούν εις καταστροφήν, διότι στηρίζονται εις στρατόν μισθοφόρων και όχι εις στρατόν συγκροτούμενον, όπως ο ιδικός των, από άνδρας υποκειμένους εις υποχρεωτικήν θητείαν. Διά τούτο, προσέθεσε, πρέπει να συνεχίσουν την πολιορκίαν, διεξάγοντες αγώνα τριβής, και μη απέλθουν ως ηττηθέντες οικονομικώς, ενώ οι χρηματικοί αυτών πόροι είναι πολύ μεγαλήτεροι.

49. Ο Νικίας ωμίλησε με τόσην πεποίθησιν, διότι εγνώριζεν ακριβώς την κατάστασιν των Συρακουσίων και την οικονομικήν αυτών στενοχωρίαν και ότι υπήρχεν εκεί μερίς, η οποία επεδίωκε την επικράτησιν των Αθηναίων και του έστελλε μυστικούς πράκτορας, όπως τον αποτρέψη να λύση την πολιορκίαν. Και συγχρόνως διότι η προς τον στόλον τουλάχιστον προϋπάρχουσα εμπιστοσύνη του είχεν ενισχυθή. Ο Δημοσθένης όμως δεν ήθελε ν' ακούση καθόλου περί συνεχίσεως της πολιορκίας. Εάν όμως δεν έπρεπε ν' αποσύρουν τον στρατόν, χωρίς την άδειαν των Αθηναίων, αλλά να διεξαγάγουν αγώνα τριβής κατά των Συρακουσίων, υπεστήριζεν, ότι πρέπει να πράξουν τούτο, αφού μεταθέσουν εις την Θάψον ή την Κατάνην την βάσιν των επιχειρήσεων των. Απ' εκεί θα ημπορούσαν, ενεργούντες επιδρομάς εις μέγα μέρος της χώρας, να διατρέφωνται εις βάρος του εχθρού και να προξενούν εις αυτόν μεγάλας ζημίας, ενώ τας ναυτικάς των επιχειρήσεις θα διεξάγουν όχι εντός περιωρισμένου χώρου, ο οποίος παρείχε πλεονεκτήματα εις τον εχθρόν, αλλ' εις το πέλαγος, όπου θα είχαν όλην την αναγκαίαν ευρυχωρίαν διά να χρησιμοποιήσουν την τακτικήν των εμπειρίαν, ενεργούντες τας επιθέσεις και υποχωρήσεις, χωρίς η εκκίνησις αυτών και ο κατάπλους να περιορίζωνται εντός μικρού και κλειστού χώρου. Και γενικώς ειπείν, με κανένα τρόπον, είπε, δεν επιδοκιμάζει την περαιτέρω παραμονήν εις το αυτό μέρος, αλλ' επιμένει, ότι πρέπει να απέλθουν αμέσως και να μη χάνουν καιρόν. Την ιδίαν με αυτόν γνώμην υπεστήριξε και ο Ευρυμέδων. Αλλ' επειδή ο Νικίας εξηκολούθει διαφωνών, επήλθε κάποιος ενδοιασμός και αναβολή και συγχρόνως υπόνοια μήπως η επιμονή του Νικίου οφείλεται εις το ότι γνωρίζει πράγματα, τα οποία αυτοί δεν εγνώριζαν. Τοιουτοτρόπως οι Αθηναίοι εχρονοτρίβησαν μένοντες όπου ήσαν.

50.
Οι στρατηγοί αποφασίσαντες να φύγουν από τας Συρακούσας, αναβάλλουν την αναχώρησιν
Εν τω μεταξύ, ο Γύλιππος και ο Σικανός επέστρεψαν εις τας Συρακούσας. Και η μεν αποστολή του Σικανού απέτυχε, διότι, ενώ ακόμη ήτο εις την Γέλαν, η φιλική προς τους Συρακουσίους μερίς του Ακράγαντος είχεν εκδιωχθή. Ο Γύλιππος όμως ήλθε φέρων όχι μόνον νέον πολυάριθμον στρατόν από την Σικελίαν, αλλά και τους οπλίτας, οι οποίοι είχαν αποσταλή κατά την άνοιξιν από την Πελοπόννησον επί εμπορικών πλοίων, και είχον φθάσει εις τον Σελινούντα, προερχόμενοι εκ Λιβύης. Ούτοι, δηλαδή, παρεσύρθησαν υπό κακοκαιρίας εις την Λιβύην, όπου οι Κυρηναίοι τους έδωσαν δύο τριήρεις και πρωρείς. Ενώ δε, πλέοντες παρά την ακτήν, διήρχοντο προ των Εφεσπερίδων, εβοήθησαν τους κατοίκους, πολιορκουμένους υπό των Λιβύων, τους οποίους και ενίκησαν. Εκείθεν, συνεχίσαντες τον πλουν, έφθασαν ακτοπλοούντες εις την Νέαν Πόλιν, εμπορικόν λιμένα των Καρχηδονίων, από την οποίαν η μέχρι Σικελίας απόστασις είναι συντομωτάτη, ήτοι ταξείδιον δύο ήμερων και μιας νυκτός και από την Νέαν Πόλιν διεπεραιώθησαν εις τον Σελινούντα. Μετά την άφιξιν των ενισχύσεων τούτων, οι Συρακούσιοι ήρχισαν ευθύς να ετοιμάζωνται διά νέαν διττήν επίθεσιν κατά των Αθηναίων, διά του στρατού συγχρόνως και του στόλου. Οι στρατηγοί των Αθηναίων, εξ άλλου, βλέποντες, ότι οι εχθροί των ενισχύθησαν διά νέου στρατού, καθ' όν χρόνον η ιδική των κατάστασις αντί να βελτιούται, καθίστατο καθ' εκάστην, υφ' όλας τας επόψεις, κρισιμωτέρα και προ πάντων ένεκα των ασθενειών, αι οποίαι εμάστιζαν τον στρατόν, μετεμελούντο διότι δεν είχαν αναχωρήσει ενωρίτερον. Και επειδή ούτε ο Νικίας εναντιώνετο πλέον, όπως πριν, υπό τον όρον μόνον να μη τεθή το ζήτημα φανερά εις ψηφοφορίαν, παρήγγειλαν εις όλους, όσον το δυνατόν μυστικώτερα, να είναι έτοιμοι, όπως αναχωρήσουν διά θαλάσσης, ευθύς ως ειδοποιηθούν. Αλλ' ενώ όλα είχαν ετοιμασθή και επέκειτο η αναχώρησις, η σελήνη, η οποία έτυχε να είναι πλησιφαής, έπαθεν έκλειψιν. Οι περισσότεροι στρατιώται, θεωρήσαντες τούτο κακόν οιωνόν, εζήτουν από τους στρατηγούς ν' αναβάλουν την αναχώρησιν. Ο ίδιος ο Νικίας, ο οποίος απέδιδεν εξαιρετικήν σπουδαιότητα εις τους οιωνούς και τα τοιαύτα, εδήλωσεν ότι δεν εννοεί ούτε να συζητήση περαιτέρω το ζήτημα της αναχωρήσεως, πριν παρέλθουν τρις εννέα ημέραι, όπως παρήγγειλαν οι μάντεις. Αυτός υπήρξεν ο λόγος, διά τον οποίον οι Αθηναίοι ανέβαλαν την αναχώρησιν και παρέτειναν την παραμονήν των.

51.
Νίκη των Συρακουσίων κατά θάλασσαν
Αλλ' οι Συρακούσιοι, μαθόντες ταύτα, παρεσύρθησαν πολύ περισσότερον εις το να συνεχίσουν άνευ διακοπής τας κατά των Αθηναίων επιθέσεις των, αφού οι ίδιοι ούτοι ανεγνώρισαν ήδη, ότι δεν υπερέχουν πλέον αυτούς, ούτε κατά τον στόλον, ούτε κατά τον στρατόν (καθόσον άλλως δεν θα εσχεδίαζαν την αναχώρησιν), και διότι εξ άλλου δεν ήθελαν διά της εις άλλο μέρος της Σικελίας εγκαταστάσεως του στρατοπέδου των Αθηναίων, να καταστή δυσκολωτέρα η διεξαγωγή του πολέμου εναντίαν των, αλλ' ήθελαν να τους εξαναγκάσουν να ναυμαχήσουν αμέσως υπό περιστάσεις πλεονεκτικάς δι' εαυτούς. Ως εκ τούτου, επεβίβαζαν τα πληρώματα επί των πλοίων και εξετέλουν ασκήσεις τόσας ημέρας όσας εθεώρησαν αρκετάς. Όταν δ' επέστη ο κατάλληλος χρόνος, ήρχισαν την πρώτην ημέραν επιτιθέμενοι κατά των Αθηναϊκών τειχών. Ολίγοι οπλίται και ιππείς εξήλθαν από μίαν εκ των πυλών του τείχους, όπως τους αντιμετωπίσουν. Οι Συρακούσιοι, αποκόψαντες από τους λοιπούς μέρος των οπλιτών, τους έτρεψαν εις φυγήν και τους κατεδίωξαν. Και επειδή η είσοδος του τείχους ήτο στενή, οι Αθηναίοι έχασαν εβδομήντα ίππους και ολίγους οπλίτας.

52. Μετά τούτο, ο στρατός των Συρακουσίων απεσύρθη κατά την πρώτην ταύτην ημέραν. Αλλά την επομένην, ο στόλος των, αποτελούμενος από εβδομήντα εξ πλοία, εξέπλευσε, συγχρόνως δε και ο στρατός της ξηράς εβάδισε κατά των τειχών. Ο Αθηναϊκός στόλος, αποτελούμενος από ογδοήντα εξ πλοία, εξέπλευσε και αυτός, διά ν' αντιμετώπιση τον εχθρόν, και όταν οι δύο στόλοι συνηντήθησαν ήρχισεν η ναυμαχία. Ο Ευρυμέδων, ο οποίος εκυβέρνα την δεξιάν μοίραν της Αθηναϊκής παρατάξεως, θέλων να υπερφαλαγγίση τον εχθρικόν στόλον, ανέπτυξε την γραμμήν του πολύ πλησίον της παραλίας, ότε οι Συρακούσιοι, οι οποίοι είχαν νικήσει εν τω μεταξύ το κέντρον της Αθηναϊκής παρατάξεως, απέκοψαν και αυτόν εις τον μυχόν του λιμένος, όπου και ο ίδιος εφονεύθη και τα πλοία της μοίρας του, όσα τον είχαν ακολουθήσει, κατεστράφησαν. Και κατόπιν τούτου, ήρχισαν καταδιώκοντες ήδη τα πλοία όλου του Αθηναϊκού στόλου και αναγκάζοντες αυτά να ριφθούν εις την ξηράν.

53. Ο Γύλιππος, βλέπων την ήτταν του Αθηναϊκού στόλου, του οποίου τα σκάφη ερρίπτοντο εις την παραλίαν έξω του Αθηναϊκού χαρακώματος και στρατοπέδου, και θέλων να εξολόθρευση τους αποβιβαζόμενους εξ αυτών και να διευκολύνη εις τους Συρακουσίους την ρυμούλκησιν των εξοκειλάντων πλοίων, διά της καταλήψεως της παραλίας υπό φιλικής δυνάμεως, έσπευσεν επί κεφαλής μέρους του στρατού διά του κυματοθραύστου, εις βοήθειαν των. Αλλ' οι Τυρρηνοί, τους οποίους οι Αθηναίοι είχαν τοποθετήσει ως φρουράν του μέρους τούτου, βλέποντες αυτούς επερχόμενους ατάκτως, εξώρμησαν προς υπεράσπισιν των Αθηναϊκών πλοίων και επιπεσόντες εναντίον των στρατιωτών του Γυλίππου, όσοι έφθασαν πρώτοι, τους έτρεψαν εις φυγήν και τους έρριψαν εις το έλος, το καλούμενον Λυσιμέλεια. Μετ' ολίγον όμως, όταν ήλθε περισσότερος στρατός των Συρακουσίων και των συμμάχων των, προσέδραμαν και οι Αθηναίοι εις βοήθειαν και φοβηθέντες περί της τύχης των πλοίων των, επετέθησαν εναντίον αυτών, τους ενίκησαν, τους κατεδίωξαν και εφόνευσαν μερικούς οπλίτας. Διέσωσαν επίσης τα περισσότερα πλοία των και τα συνεκέντρωσαν εντός του ορμητηρίου των. Αλλ' οι Συρακούσιοι και οι σύμμαχοι των εκυρίευσαν δέκα οκτώ εξ αυτών και εφόνευσαν όλα τα πληρώματα των. Και θέλοντες να εμπρήσουν τα λοιπά πλοία, εγέμισαν παλαιόν φορτηγόν σκάφος με κλάδους κλημάτων και ξύλα, θέσαντες δε πυρ, άφισαν το πυρπολικόν τούτο να φέρεται υπό του ανέμου, ο οποίος έπνεεν ούριος, εναντίον των Αθηναίων. Ούτοι, ανησυχήσαντες διά τον στόλον των, επενόησαν διάφορα πυροσβεστικά μέσα προς αποτροπήν του κινδύνου και κατορθώσαντες να καταστείλουν τας φλόγας και εμποδίσουν την προσέγγισιν του πυρπολικού, εσώθησαν από τον κίνδυνον.

54. Μετά τούτο, έστησαν τρόπαιον, οι μεν Συρακούσιοι διά την ναυμαχίαν και διά την απώτερον επί υψηλότερου εδάφους γενομένην αποκοπήν των οπλιτών, ότε συνέλαβαν και τους ίππους, οι δε Αθηναίοι διά την νίκην, την οποίαν εκέρδισαν οι Τυρρηνοί εναντίον του στρατού της ξηράς και την νίκην που εκέρδισαν οι ίδιοι με τον λοιπόν στρατόν των.

55.
Οι Αθηναίοι αποθαρρύνονται ενώ οι Συρακούσιοι αποκτούν θάρρος
Τώρα που και κατά θάλασσαν εκέρδισαν λαμπράν νίκην οι Συρακούσιοι, οι οποίοι έως τότε εφοβούντο τον νέον στόλον που είχε φέρει ο Δημοσθένης, οι Αθηναίοι περιέπεσαν εις τελείαν αποθάρρυνσιν. Η διάψευσις των προσδοκιών των υπήρξε μεγάλη και ακόμη μεγαλητέρα η μεταμέλεια διά την κατά της Σικελίας εκστρατείαν. Διότι διά πρώτην ήδη φοράν εξεστράτευαν εναντίον πόλεων, αι οποίαι ήσαν όμοιαι κατά τον χαρακτήρα προς την ιδικήν των, εκυβερνώντο από πολίτευμα δημοκρατικόν, όπως αυτοί, και ήσαν ισχυραί και εις ναυτικόν και εις ιππικόν και εις πληθυσμόν. Μη δυνάμενοι ούτε δι' επιδιώξεως μεταβολής της μορφής του πολιτεύματος να ενσπείρουν μεταξύ αυτών την διαίρεσιν, διά της οποίας θα ημπορούσαν να τους προσεταιρισθούν, ούτε να επιβληθούν εις αυτάς διά πολύ ανωτέρας στρατιωτικής δυνάμεως, περιπίπτοντες δ' από σφάλματος εις σφάλμα, είχαν περιέλθει και προηγουμένως ήδη εις στενόχωρον θέσιν, η οποία μετά την απροσδόκητον ήτταν του στόλου των απέβη κρισιμωτάτη.

56. Οι Συρακούσιοι, αντιθέτως, ήρχισαν αμέσως να περιπλέουν αφόβως την ακτήν του λιμένος, και απεφάσισαν να κλείσουν το στόμιον αυτού, διά να μη δυνηθούν οι Αθηναίοι και αν ήθελαν, να εκπλεύσουν απαρατήρητοι. Διότι του λοιπού δεν εφρόντιζαν μόνον περί της ιδικής των σωτηρίας, αλλά και πώς θ' αποκόψουν την οδόν της σωτηρίας εις τον εχθρόν. Έκριναν, ότι υπό τας παρούσας περιστάσεις η υπεροχή αυτών ήτο πολύ μεγάλη, και ότι εάν κατώρθωναν να νικήσουν τους Αθηναίους και τους συμμάχους των και κατά γην και κατά θάλασσαν, το κατόρθωμα των θα εθεωρείτο ενδοξον από τους λοιπούς Έλληνας, οι οποίοι αμέσως, άλλοι μεν θα ηλευθερώνοντο από την δουλείαν των Αθηναίων, άλλοι δε από τον φόβον αυτών, καθόσον η στρατιωτική δύναμις, η οποία θα υπελείπετο εις τούτους, δεν θα ήτον ικανή να βαστάξη το βάρος του πολέμου, τον οποίον θα είχε να συνεχίση. Και επειδή η δόξα της απελευθερώσεως αυτής θ' απεδίδετο εις τους Συρακουσίους, θα εθαυμάζοντο ούτοι πολύ και υπό των συγχρόνων και υπό των μεταγενεστέρων. Ο αγών των, άλλωστε, ήτον ευκλεής όχι μόνον δι' αυτόν τον λόγον, αλλά και διότι έμελλαν να νικήσουν, όχι τους Αθηναίους μόνους, αλλά και το πλήθος των λοιπών συμμάχων των, ενώ εξ άλλου δεν ήσαν ούτε αυτοί μόνοι, αλλ' είχαν και συναγωνιστάς, οι οποίοι ήλθαν εις βοήθειαν των και των οποίων συνεμερίζοντο την ηγεσίαν μετά των Κορινθίων και των Λακεδαιμονίων. Επί πλέον παρέσχον προθύμως την πόλιν των, όπως χρησιμεύση ως στάδιον του αγώνος τούτου, εκτιθέμενη εις τους κινδύνους του πρωταγωνιστού, και επραγματοποίησαν μεγάλας βελτιώσεις εις το ναυτικόν των. Τωόντι, πέριξ της πόλεως των Συρακουσών, είχαν συγκεντρωθή περισσότεροι λαοί, παρ' όσοι συνεκεντρώθησαν ποτέ πέριξ μιας πόλεως, εάν εξαιρέσωμεν μόνον το μέγα πλήθος εκείνων, οι οποίοι, κατά τον παρόντα πόλεμον, συνετάχθησαν προς τους Αθηναίους και τους Λακεδαιμονίους.

57.
Αι συγκεντρωθείσαι εις Συρακούσας δυνάμεις των δύο εμπολέμων
Οι λαοί, τωόντι, οι οποίοι επολέμησαν προ των Συρακουσών, ελθόντες εις την Σικελίαν ως εχθροί ή ως φίλοι, διά να συναγωνισθούν διά την κατάκτησιν ή την σωτηρίαν αυτής, και οι οποίοι ετάχθησαν με το εν ή το άλλο μέρος, όχι τόσον από ζωηρόν αίσθημα δικαιοσύνης ή από υποχρέωσιν κοινότητος καταγωγής, αλλ' όπως, υπό τας δεδομένας περιστάσεις, επέβαλλεν εις έκαστον το συμφέρον ή η ανάγκη, είναι οι εξής. Οι Αθηναίοι αυτοί, ως Ίωνες, ήλθαν εξ ελευθέρας προαιρέσεως εναντίον των Συρακουσίων, ως Δωριέων, και μαζύ με αυτούς εξεστράτευσαν οι Λήμνιοι και οι Ίμβριοι, και οι τότε κάτοικοι της Αιγίνης και οι κατοικούντες την Εστιαίαν της Ευβοίας Εστιαιείς, πάντες ούτοι άποικοι των Αθηνών, διατηρούντες ακόμη το αυτό γλωσσικόν ιδίωμα και τους αυτούς θεσμούς. Εκ των λοιπών, οι οποίοι μετείχαν της εκστρατείας, άλλοι μεν ήσαν υπήκοοι, άλλοι ανεξάρτητοι σύμμαχοι, και άλλοι πάλιν μισθοφόροι. Εκ των υπηκόων και φόρου υποτελών, οι Χαλκιδείς, οι Στυρείς και οι Καρύστιοι προήρχοντο από την Εύβοιαν, οι Κείοι, οι Άνδριοι και οι Τήνιοι από τας νήσους του Αιγαίου πελάγους, οι Μιλήσιοι και οι Σάμιοι και οι Χίοι από την Ιωνίαν. Εκ τούτων εν τούτοις, οι Χίοι μετείχαν της εκστρατείας ως ανεξάρτητοι, μη όντες υποχρεωμένοι εις καταβολήν φόρου, αλλά παρέχοντες πλοία. Οι ανωτέρω μνημονευθέντες ήσαν πάντες σχεδόν Ίωνες και άποικοι των Αθηναίων (πλην των Καρυστίων, οι οποίοι ήσαν Δρύοπες) και μολονότι ήσαν υπήκοοι και ηκολούθουν εξ ανάγκης, ήσαν όμως τουλάχιστον Ίωνες, αγωνιζόμενοι εναντίον Δωριέων.

Προς τούτοις, ηκολούθουν Αιολείς, οι Μηθυμναίοι μεν, οι οποίοι παρείχαν πλοία, μη όντες φόρου υποτελείς, οι Τενέδιοι δε και οι Αίνιοι, οι οποίοι ετέλουν φόρον υποτελείας. Ούτοι, αν και Αιολείς, επολέμουν εξ ανάγκης τους μετά των Συρακουσίων συμπράττοντας Βοιωτούς, των οποίων ήσαν άποικοι, ενώ οι Πλαταιείς, μολονότι καθαυτό Βοιωτοί, μόνοι εκ τούτων, διά τα γνωστόν μίσος, επολέμουν, ως είναι ευνόητον, εναντίον των άλλων Βοιωτών. Οι Ρόδιοι και οι Κυθήριοι είναι αμφότεροι Δωριείς. Και οι μεν Κυθήριοι, άποικοι των Λακεδαιμονίων, συνηγωνίζοντο με τους Αθηναίους εναντίον των υπό την αρχηγίαν του Γυλίππου Λακεδαιμονίων, ενώ οι Ρόδιοι, Αργείοι την καταγωγήν, επολέμουν εξ ανάγκης εναντίον των Συρακουσίων, οι όποιοι ήσαν Δωριείς, και των μετά των Συρακουσίων συναγωνιζόμενων κατοίκων της Γέλας, μολονότι ούτοι ήσαν άποικοι των. Εκ των παρά την Πελοπόννησον νήσων, οι Κεφαλλήνες και οι Ζακύνθιοι, μολονότι ανεξάρτητοι, ήσαν οπωσδήποτε υποχρεωμένοι ως νησιώται ν' ακολουθούν τους Αθηναίους, λόγω της κατά θάλασσαν κυριαρχίας των. Ενώ οι Κερκυραίοι, οι οποίοι ήσαν όχι μόνον Δωριείς, άλλα και Κορίνθιοι αναμφισβητήτως, μετείχαν της εκστρατείας εναντίον Κορινθίων και Συρακουσίων, μολονότι άποικοι των πρώτων και ομογενείς των δευτέρων, υπό την εύσχημον πρόφασιν, ότι αναγκάζονται εις τούτο, μάλλον όμως εκουσίως, ένεκα του κατά των Κορινθίων μίσους των. Οι Μεσσήνιοι ωσαύτως, όπως καλούνται οι νυν κάτοικοι της Ναυπάκτου, καθώς και οι Μεσσήνιοι της φρουράς της Πύλου, ευρισκομένης τότε υπό την κατοχήν των Αθηναίων, παρελήφθησαν υπό τούτων εις την εκστρατείαν. Και ολίγοι προς τούτοις Μεγαρείς, έχοντες την ατυχίαν να είναι εξόριστοι, εμάχοντο κατά των Σελινουντίων, οι οποίοι ήσαν Μεγαρείς. Η εις την εκστρατείαν συμμετοχή των λοιπών, όσοι μνημονεύονται εφεξής, είχε χαρακτήρα μάλλον εκούσιον. Οι Αργείοι, λόγου χάριν, οι οποίοι είναι Δωριείς, ηκολούθησαν τους Αθηναίους, οι οποίοι είναι Ίωνες, εις εκστρατείαν εναντίον Δωριέων, όχι τόσον ένεκα της συμμαχίας των προς αυτούς, όσον ένεκα της προς τους Λακεδαιμονίους έχθρας των και χάριν του ιδίου αυτών αμέσου συμφέροντος. Οι Μαντινείς και άλλοι Αρκάδες μισθοφόροι, συνειθισμένοι ανέκαθεν να πολεμούν εναντίον εκείνων, τους οποίους υπεδείκνυαν προς αυτούς ως εχθρούς, ηκολούθησαν, θεωρούντες και εις την περίστασιν αυτήν, χάριν επιθυμίας κέρδους, όχι ολιγώτερον εχθρούς τους μετά των Κορινθίων εκστρατεύσαντες Αρκάδας. Οι Κρήτες και οι Αιτωλοί ηκολούθησαν ωσαύτως ως μισθοφόροι. Οι Κρήτες θα επροτίμων βέβαια να εκστρατεύσουν υπέρ των κατοίκων της Γέλας, την οποίαν είχαν αποικίσει από κοινού μετά των Ροδίων, χάριν του μισθού όμως, συνήνεσαν να εκστρατεύσουν εναντίον των αποίκων των. Και μερικοί Ακαρνάνες ήλθαν εις βοήθειαν των Αθηναίων, εν μέρει μεν χάριν κέρδους, αλλά το περισσότερον ένεκα φιλίας προς τον Δημοσθένη και συμπαθείας προς τους συμμάχους των Αθηναίους. Πάντες ούτοι κατώκουν εις χώρας οριζομένας δυτικώς υπό του Ιονίου πελάγους. Εκ των Ελλήνων της Ιταλίας, οι Θούριοι και οι Μεταπόντιοι έλαβαν μέρος εις την εκστρατείαν, ωθηθέντες εις τούτο από τας περιστάσεις, τας οποίας είχαν δημιουργήσει τότε δι' αυτούς εμφύλιοι σπαραγμοί, και εκ των Ελλήνων κατοίκων της Σικελίας, οι Νάξιοι και οι Καταναίοι. Εκ των βαρβάρων, οι Αθηναίοι είχαν με το μέρος των τους Εγεσταίους, οι οποίοι επροκάλεσαν την επέμβασίν των, και τους περισσοτέρους Σικελούς, εκτός δε της Σικελίας, μερικούς Τυρρηνούς, οι οποίοι είχαν διαφοράς προς τους Συρακουσίους, και Ιάπυγας μισθοφόρους. Αυτοί ήσαν οι λαοί, οι οποίοι έλαβαν μέρος εις τον πόλεμον με το μέρος των Αθηναίων.

58. Εις βοήθειαν των Συρακουσίων, αντιθέτως, ήλθαν οι όμοροι αυτών Καιμαριναίοι και οι κάτοικοι της Γέλας, των οποίων η χώρα έρχεται αμέσως μετά την των Καμαριναίων. Οι μετά την Γέλαν κατοικούντες Ακραγαντίνοι έμειναν ουδέτεροι, αλλ' οι επέκεινα τούτων κατοικούντες Σελινούντιοι ετάχθησαν ωσαύτως με τους Συρακουσίους. Πάντες ούτοι κατοικούν το νότιον της Σικελίας, το εστραμμένον προς την Λιβύην. Εκ του βορείου μέρους, του προς το Τυρρηνικόν πέλαγος, εις βοήθειαν των Συρακουσίων ήλθαν μόνοι οι Ιμεραίοι, οι οποίοι είναι και οι μόνοι Έλληνες κάτοικοι του μέρους τούτου. Αυταί ήσαν αι Ελληνικαί πόλεις της Σικελίας, Δωρικαί πάσαι και ανεξάρτητοι, αι οποίαι συνεπολέμησαν παρά το πλευρόν των Συρακουσίων. Εκ των βαρβάρων κατοίκων αυτής, μόνοι οι Σικελοί, όσοι δεν είχαν ταχθή με τους Αθηναίους, συνεπολέμησαν με τους Συρακουσίους. Εκ των εκτός της Σικελίας Ελλή νων, συνεπολέμησαν οι Λακεδαιμόνιοι, πέμψαντες Σπαρτιάτην αρχιστράτηγον και στρατιώτας, νεοδαμώδεις μόνον και Είλωτας, οι Λευκάδιοι, οι Αμπρακιώται και οι Κορίνθιοι, λόγω κοινότητος καταγωγής, οι τελευταίοι, άλλωστε, μόνοι εξ όλων των άλλων, διά της αποστολής στόλου συγχρόνως και στρατού, εκ της Αρκαδίας, μισθοφόροι αποσταλέντες υπό των Κορινθίων, οι Σικυώνιοι, στρατολογηθέντες δι' υποχρεωτικής θητείας, και εκ των έξω της Πελοποννήσου οι Βοιωτοί. Αλλ' η βοήθεια αύτη, η οποία ήλθεν εκ του εξωτερικού, ήτο μικρά, συγκρινόμενη προς εκείνην, την οποίαν προσέφεραν εις στρατόν παντός είδους οι Έλληνες της Σικελίας, οι οποίοι, καθ' ο κατοικούντες πόλεις μεγάλας, συνεκέντρωσαν πολυάριθμον πεζικόν και ιππικόν και πολύ πλήθος ελαφρώς ωπλισμένων στρατιωτών. Και εν συγκρίσει πάλιν προς όλους ίσως τους άλλους, η συνεισφορά των Συρακουσίων υπήρξε μεγαλητέρα, λόγω του μεγέθους της πόλεως και του μεγίστου κινδύνου, εις τον οποίον ήσαν εκτεθειμένοι.

59. Αυταί ήσαν αι επικουρίαι, τας οποίας συνεκέντρωσαν τα δύο μέρη, και αι οποίαι ευρίσκοντο ήδη πάσαι επί τόπου κατά την στιγμήν ταύτην, διότι ουδεμία άλλη ενίσχυσις ήλθεν έκτοτε, ούτε προς τους μεν, ούτε προς τους δε.

Οι
Οι Συρακούσιοι κλείουν το στόμιον του λιμένος, διά να εμποδίσουν την φυγήν των Αθηναίων
Συρακούσιοι ενόμισαν δικαίως, ότι θα ήτο ένδοξον δι' αυτούς κατόρθωμα, εάν την νίκην, την οποίαν εκέρδισαν ήδη κατά θάλασσαν, συμπληρώσουν, αιχμαλωτίζοντες ολόκληρον την πολυάριθμον στρατιωτικήν δύναμιν των Αθηναίων, και δεν τους επιτρέψουν κανέν μέσον διαφυγής, ούτε διά ξηράς, ούτε διά θαλάσσης. Ήρχισαν λοιπόν να κλείουν το στόμιον του λιμένος, το οποίον είχε πλάτος οκτώ περίπου σταδίων, τοποθετούντες πλαγίως εις αυτό τριήρεις και μεγάλα και μικρά πλοία, τα οποία εστερέωναν δι' αγκύρων, και προέβαιναν εις όλας τας άλλας αναγκαίας ετοιμασίας, διά την περίστασιν που οι Αθηναίοι θα είχαν και πάλιν την τόλμην να ναυμαχήσουν. Και εις τας σκέψεις των δεν ενυπήρχε τίποτε απολύτως το μικρόν.

 

[Προηγούμενα] [Συνέχεια βιβλίου]