ΜΕΝΕΣΘΕΥΣ 

 

Ο Μενεσθεύς, γιος του Πετεώ, αρχηγός των ΑΘΗΝΑΙΩΝ. Πήρε την εξουσία των Αθηνών ΜΕΤΑ την απομάκρυνση  του ΘΗΣΕΑ, τον οποίο, όπως και τους διαδόχους του, κατηγορούσε ο Μενεσθεύς σαν ΕΠΗΛΥΔΕΣ και ΞΕΝΟΥΣ.

Ο Μενεσθεύς καταγόταν από τον Ερεχθέα

ΕΡΕΧΘΕΥΣà ΟΡΝΕΩ à ΠΕΤΕΩ à ΜΕΝΕΣΘΕΑΣ.

Ο πατέρας του Θησέα, ο Αιγέας, όταν πήρε την βασιλεία των Αθηνών, είχε εξορίσει τον παππού του Μενεσθέα, Ορνεώ, ο οποίος μαζί με πολλούς άλλους Αθηναίους κατέφυγε στο ΣΤΙΡΙ της Φωκίδος [βλ. παρακάτω Παυσανίας Φωκικά, 35,8].

 

Ο Παυσανίας [ΙΙ, 25,5] γράφει πως η πόλη της Αργολίδας Ορνεές οφείλουν το ονομά τους στον  Ορνεώ ή Ορνέα, παππού του Μενεσθέα:

Εξήντα στάδια από την Λύρκεια είναι οι Ορνεές. Την πόλη Λύρκεια, επειδή ήδη ήταν έρημη τον καιρό της εκστρατείας των Ελλήνων στο Ίλιον, δεν την αναφέρει ο Όμηρος στον Κατάλογο. Τις Ορνεές όμως που κατοικούνταν ακόμα, σύμφωνα με την θέση τους μέσα στην Αργολίδα, τις ανέφερε στο ποίημά του, πριν από τον Φιλούντα και την Σικυώνα. Το όνομα οφείλεται στον Ορνέα, τον γιο του ΕΡΕΧΘΕΑ. Γιος του Ορνέα αυτού ήταν ο ΠΕΤΕΩΣ,  και αυτού γιος ο ΜΕΝΕΣΘΕΑΣ, ο οποίος με άλλους Αθηναίους συνεργάστηκε με τον Αγαμέμνονα στην κατάληση της εξουσίας του Πριάμου. Από αυτόν λοιπόν είχε πάρει η πόλη το όνομα.

[Οι Ορνεές βρίσκονται δίπλα στο Λεόντι   [βλ. Χάρτη],, κάτω από την σημερινή Νεμέα και δυτικά των Δερβενακίων].

 

Ο Όμηρος, μιλώντας για τον ΜΕΝΕΣΘΕΑ, αρχηγό των Αθηναίων, γράφει [Ιλιάδα Ραψωδία Β, στ. 552-555] πως ήταν ο πρώτος άνθρωπος που παρέταξε ασπιδοφόρους άνδρες και ιππικό, σε μάχη!  Δυστυχώς δεν μας λέει σε ποια μάχη.

τῶν αὖθ᾽ ἡγεμόνευ᾽ υἱὸς Πετεῶο Μενεσθεύς.

Τῷ δ᾽ οὔ πώ τις ὁμοῖος ἐπιχθόνιος γένετ᾽ ἀνὴρ

κοσμῆσαι ἵππους τε καὶ ἀνέρας ἀσπιδιώτας·

Νέστωρ οἶος ἔριζεν· ὃ γὰρ προγενέστερος ἦεν·         

Ο Μενεσθεύς του Πετεού τους διοικούσε, ο μόνος

ίππους να τάξ’ εις πόλεμον και ασπιδοφόρους άνδρες,

και σ’ όλους μέσα τους θνητούς αντίπαλον δεν είχεν

άλλον παρά τον Νέστορα, τον γεροντότερόν του.

 

[Για το θέμα αυτό βλέπε και ΝΑΥΠΛΙΟΣ]

 

Για την διαμάχη Θησέα – Μενεσθέα, αναφέρει ο ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ στο έργο του:  ΒΙΟΣ ΘΗΣΕΩΣ:

Όταν ήταν 50 ετών ο Θησέας, όπως λέει ο Ελλάνικος, έπραξε τα σχετικά με την Ελένη,  η οποία ήταν μικρή. Μερικοί λένε πως την Ελένη την άρπαξαν ο Ίδας και ο Λυγκεύς, και την έδωσαν στον Θησέα, να την φυλάει και να μην την παραδώσει στους Διοσκούρους όταν την ζητήσουν.

Πήγαν στην Σπάρτη, κρυφά, και άρπαξαν την κόρη η οποία χόρευε στον Ναό της Αρτέμιδος Ορθίας.

Ο Θησέας, μετέφερε την Ελένη στις Αφίδνες, όρισε την μητέρα του, Αίθρα, να την προσέχει μαζί με έναν φίλο του. Ο ίδιος, μαζί με τον Πειρίθω, ταξίδεψε στην Ήπειρο, στην κόρη του βασιλέως των Μολοσσών Αιδωνέως, ο οποίος είχε σύζυγο την Φερσεφόνη. Ο βασιλιάς είχε θέσει αγώνα εναντίον του Κέρβερου, και όποιος θα νικούσε θα έπαιρνε την κόρη του.

Όμως θεώρησε πως ο Πειρίθους δεν ήταν ένας από τους μνηστήρες και τον έδωσε στον Κέρβερο. Τον Θησέα τον κράτησε ζωντανό αλλά φυλακισμένο.

[Πλούταρχος, Βίος Θησέως, 31,1-31,4]

 

[32,1]

Εκείνη την εποχή ο  Μενεσθεὺς ὁ Πετεὼ τοῦ Ὀρνέως τοῦ Ἐρεχθέως πρῶτος, ὥς φασιν, ἀνθρώπων ἐπιθέμενος τῷ δημαγωγεῖν καὶ πρὸς χάριν ὄχλῳ διαλέγεσθαι, τούς τε δυνατοὺς συνίστη καὶ παρώξυνε, πάλαι βαρυνομένους τὸν Θησέα καὶ νομίζοντας ἀρχὴν καὶ βασιλείαν ἀφῃρημένον ἑκάστου τῶν κατὰ δῆμον εὐπατριδῶν, εἰς ἓν ἄστυ συνείρξαντα πάντας ὑπηκόοις χρῆσθαι καὶ δούλοις, τούς τε πολλοὺς διετάραττε καὶ διέβαλλεν, ὡς ὄναρ ἐλευθερίας ὁρῶντας, ἔργῳ δὲ ἀπεστερημένους πατρίδων καὶ ἱερῶν, ὅπως ἀντὶ πολλῶν καὶ ἀγαθῶν καὶ γνησίων βασιλέων πρὸς ἕνα δεσπότην ἔπηλυν καὶ ξένον ἀποβλέπωσι. [32.2] ταῦτα δὲ αὐτοῦ πραγματευομένου μεγάλην ῥοπὴν ὁ πόλεμος τῷ νεωτερισμῷ προσέθηκε, τῶν Τυνδαριδῶν ἐπελθόντων· οἱ δὲ καὶ ὅλως φασὶν ὑπὸ τούτου πεισθέντας ἐλθεῖν.

τὸ μὲν οὖν πρῶτον οὐδὲν ἠδίκουν, ἀλλ᾽ ἀπῄτουν τὴν ἀδελφήν. ἀποκριναμένων δὲ τῶν ἐν ἄστει μήτε ἔχειν μήτε γινώσκειν ὅπου καταλέλειπται, πρὸς πόλεμον ἐτράποντο.[32.3] φράζει δὲ αὐτοῖς Ἀκάδημος ᾐσθημένος ᾧ δή τινι τρόπῳ τὴν ἐν Ἀφίδναις κρύψιν αὐτῆς. ὅθεν ἐκείνῳ τε τιμαὶ ζῶντι παρὰ τῶν Τυνδαριδῶν ἐγένοντο, καὶ πολλάκις ὕστερον εἰς τὴν Ἀττικὴν ἐμβαλόντες Λακεδαιμόνιοι καὶ πᾶσαν ὁμοῦ τὴν χώραν τέμνοντες, τῆς Ἀκαδημείας ἀπείχοντο διὰ τὸν Ἀκάδημον.

 [32.4]ὁ δὲ Δικαίαρχος Ἐχεδήμου φησὶ καὶ Μαράθου συστρατευσάντων τότε τοῖς Τυνδαρίδαις ἐξ Ἀρκαδίας, ἀφ᾽ οὗ μὲν Ἐχεδημίαν προσαγορευθῆναι τὴν νῦν Ἀκαδήμειαν, ἀφ᾽ οὗ δὲ Μαραθῶνα τὸν δῆμον, ἐπιδόντος ἑαυτὸν ἑκουσίως κατά τι λόγιον σφαγιάσασθαι πρὸ τῆς παρατάξεως.

ἐλθόντες οὖν ἐπὶ τὰς Ἀφίδνας καὶ μάχῃ κρατήσαντες ἐξεῖλον τὸ χωρίον.[32.5]ἐνταῦθά φασι καὶ Ἄλυκον πεσεῖν τὸν Σκείρωνος υἱόν, συστρατευόμενον τότε τοῖς Διοσκούροις, ἀφ᾽ οὗ καὶ τόπον τῆς Μεγαρικῆς Ἄλυκον καλεῖσθαι τοῦ σώματος ἐνταφέντος. Ἡρέας δ᾽ ὑπὸ Θησέως αὐτοῦ περὶ Ἀφίδνας ἀποθανεῖν τὸν Ἄλυκον ἱστόρηκε, καὶ μαρτύρια ταυτὶ τὰ ἔπη παρέχεται περὶ τοῦ Ἀλύκου·

            τὸν ἐν εὐρυχόρῳ ποτ᾽ Ἀφίδνῃ
            μαρνάμενον Θησεὺς Ἑλένης ἕνεκ᾽ ἠϋκόμοιο κτεῖνεν.

Οὐ μὴν εἰκὸς αὐτοῦ Θησέως παρόντος ἁλῶναι τήν τε μητέρα καὶ τὰς Ἀφίδνας.

 

[33.1]ἐχομένων δ᾽ οὖν τῶν Ἀφιδνῶν καὶ τῶν ἐν ἄστει δεδιότων, ἔπεισε τὸν δῆμον ὁ Μενεσθεὺς δέχεσθαι τῇ πόλει καὶ φιλοφρονεῖσθαι τοὺς Τυνδαρίδας, ὡς μόνῳ Θησεῖ βίας ὑπάρξαντι πολεμοῦντας, τῶν δὲ ἄλλων εὐεργέτας ὄντας ἀνθρώπων καὶ σωτῆρας. ἐμαρτύρει δὲ αὐτῷ καὶ τὰ παρ᾽ ἐκείνων· οὐδὲν γὰρ ἠξίωσαν ἁπάντων κρατοῦντες ἀλλ᾽ ἢ μυηθῆναι, μηδὲν ἧττον Ἡρακλέους τῇ πόλει προσήκοντες.[33.2]καὶ τοῦτο οὖν ὑπῆρξεν αὐτοῖς, Ἀφίδνου ποιησαμένου παῖδας, ὡς Πύλιος Ἡρακλέα· καὶ τιμὰς ἰσοθέους ἔσχον, Ἄνακες προσαγορευθέντες, ἢ διὰ τὰς γενομένας ἀνοχὰς ἢ διὰ τὴν ἐπιμέλειαν καὶ κηδεμονίαν τοῦ μηδένα κακῶς παθεῖν στρατιᾶς τοσαύτης ἔνδον οὔσης· ἀνακῶς γὰρ ἔχειν τοὺς ἐπιμελομένους ἢ φυλάττοντας ὁτιοῦν· καὶ τοὺς βασιλεῖς ἴσως ἄνακτας διὰ τοῦτο καλοῦσιν. εἰσὶ δὲ οἱ λέγοντες διὰ τὴν τῶν ἀστέρων ἐπιφάνειαν Ἄνακας ὀνομάζεσθαι· τὸ γὰρ ἄνω τοὺς Ἀττικοὺς ἀνεκὰς ὀνομάζειν, καὶ ἀνέκαθεν τὸ ἄνωθεν.

[34.1]Αἴθραν δὲ τὴν Θησέως μητέρα γενομένην αἰχμάλωτον ἀπαχθῆναι λέγουσιν εἰς Λακεδαίμονα, κἀκεῖθεν εἰς Τροίαν μετὰ Ἑλένης· καὶ μαρτυρεῖν Ὅμηρον, ἕπεσθαι τῇ Ἑλένῃ φάμενον·

            Αἴθρην Πιτθῆος θύγατρα Κλυμένην τε βοῶπιν.

 

Για την λέξη ΑΝΑΚΕΣ  βλ. και Παυσανία Χ, 38, 7. Οι Αμφισσείς έχουν και ιερή τελετή μυστική των λεγομένων ΑΝΑΚΤΩΝ  ΠΑΙΔΩΝ. Ποιοι θεοί είναι αυτοί οι Ανακτες παίδες δεν υπάρχει ομοφωνία. Αλλοι λένε πως είναι οι Διόσκουροι, αλλοι οι Κουρήτες, και όσοι νομίζουν πως ξέρουν κάτι παραπάνω λένε ότι είναι οι ΚΑΒΕΙΡΟΙ.

 

 

 

Επίσης βλ. Παυσανία ΑΤΙΚΑ, 17, 4 κ.εξ.

[4] ἐς δὲ τὴν τελευτὴν τὴν Θησέως πολλὰ ἤδη καὶ οὐχ ὁμολογοῦντα εἴρηται· δεδέσθαι τε γὰρ αὐτὸν λέγουσιν ἐς τόδε ἕως ὑφ᾽ Ἡρακλέους ἀναχθείη, πιθανώτατα δὲ ὧν ἤκουσα· Θησεὺς ἐς Θεσπρωτοὺς ἐμβαλών, τοῦ βασιλέως τῶν Θεσπρωτῶν γυναῖκα ἁρπάσων, τὸ πολὺ τῆς στρατιᾶς οὕτως ἀπόλλυσι, καὶ αὐτός τε καὶ Πειρίθους— Πειρίθους γὰρ καὶ τὸν γάμον σπεύδων ἐστράτευεν— ἥλωσαν, καὶ σφᾶς ὁ Θεσπρωτὸς δήσας εἶχεν ἐν Κιχύρῳ. [5] γῆς δὲ τῆς Θεσπρωτίδος ἔστι μέν που καὶ ἄλλα θέας ἄξια, ἱερόν τε Διὸς ἐν Δωδώνῃ καὶ ἱερὰ τοῦ θεοῦ φηγός· πρὸς δὲ τῇ Κιχύρῳ λίμνη τέ ἐστιν Ἀχερουσία καλουμένη καὶ ποταμὸς Ἀχέρων, ῥεῖ δὲ καὶ Κωκυτὸς ὕδωρ ἀτερπέστατον. Ὅμηρός τέ μοι δοκεῖ ταῦτα ἑωρακὼς ἔς τε τὴν ἄλλην ποίησιν ἀποτολμῆσαι τῶν ἐν Ἅιδου καὶ δὴ καὶ τὰ ὀνόματα τοῖς ποταμοῖς ἀπὸ τῶν ἐν Θεσπρωτίδι θέσθαι. τότε δὲ ἐχομένου Θησέως στρατεύουσιν ἐς Ἄφιδναν οἱ Τυνδάρεω παῖδες καὶ τήν τε Ἄφιδναν αἱροῦσι καὶ Μενεσθέα ἐπὶ βασιλείᾳ κατήγαγον· [6] Μενεσθεὺς δὲ τῶν μὲν παίδων τῶν Θησέως παρ᾽ Ἐλεφήνορα ὑπεξελθόντων ἐς Εὔβοιαν εἶχεν οὐδένα λόγον, Θησέα δέ, εἴ ποτε παρὰ Θεσπρωτῶν ἀνακομισθήσεται, δυσανταγώνιστον ἡγούμενος διὰ θεραπείας τὰ τοῦ δήμου καθίστατο, ὡς Θησέα ἀνασωθέντα ὕστερον ἀπωσθῆναι. στέλλεται δὴ Θησεὺς παρὰ Δευκαλίωνα ἐς Κρήτην, ἐξενεχθέντα δὲ αὐτὸν ὑπὸ πνευμάτων ἐς Σκῦρον τὴν νῆσον λαμπρῶς περιεῖπον οἱ Σκύριοι κατὰ γένους δόξαν καὶ ἀξίωμα ὧν ἦν αὐτὸς εἰργασμένος· καί οἱ θάνατον Λυκομήδης διὰ ταῦτα ἐβούλευσεν. ὁ μὲν δὴ Θησέως σηκὸς Ἀθηναίοις ἐγένετο ὕστερον ἢ Μῆδοι Μαραθῶνι ἔσχον, Κίμωνος τοῦ Μιλτιάδου Σκυρίους ποιήσαντος ἀναστάτους—δίκην δὴ τοῦ Θησέως θανάτου—καὶ τὰ ὀστᾶ κομίσαντος ἐς Ἀθήνας·

 

 
Στην Ιλιάδος Ραψωδία Ν, στ. 690, ο Ομηρος μας λέει πως  άλλοι  αρχηγοί των Αθηναίων ήταν ο Στιχίος, ο Βίας και ο Φείδας, καθώς και ο ΙΑΣΟΣ, γιος του Σφήλου, γιου του Βουκόλου [Ιλιάδος Ραψωδία Ο, σ. 332-337 τον οποίο σκότωσε ο Αινείας.
Ο MΕΝΕΣΘΕΥΣ, όπως  λέει ο Πλούταρχος, ήταν γιος του Πετεώ, του Ορνεού, του Ερεχθέος. Δηλαδή γνήσιος απόγονος του πρώτου ιδρυτή των Αθηνών, Ερεχθέα, που φερεται ως γιος του μυθικού Εριχθόνιου, ο οποίος γεννήθηκε από την Γαία και αναθράφηκε από την Αθηνά.

ΟΠαυσανίας Ι, 28, 4, λέει πως κόρη του Ερεχθέα ήταν η Κρέουσα, η οποία γέννησε από τον Απόλλωνα τον Ιωνα,  μετέπειτα αρχηγό των Αθηνών [Βλ. και τραγωδία  του Ευριπίδη 'ΙΩΝ']. Ο Ιων βοήθησε τον Ερεχθέα στον πόλεμο εναντίον των Ελευσινίων, οι οποίοι με αρχηγό τον Θράκα Εύμολπο επιτέθηκαν κατά των Αθηνών.

Ο Ομηρος, στον στίχο 685 της  Ραψωδίας Ν,  ονομάζει τους Αθηναίους : Ιωνες ελκεχίτωνες = Ιωνες μακροχίτωνες’.

Αδελφός του Ίωνα φέρεται ο Αχαιός.


Επίσης, ο Παυσανίας, στα Φωκικά, 35, 8, γράφει: Υπάρχει από την Χαιρώνεια δρόμος ανώμαλος και ορεινός κατά το μεγαλύτερο μέρος, που οδηγεί στην πόλη των Φωκέων, ΣΤΙΡΙ. Το μήκος του δρόμου αυτού είναι 120 στάδια. Οι Στιρίτες λένε πως εκ καταγωγής δεν είναι Φωκείς αλλά Αθηναίοι και πως ήλθαν εδώ από την Αττική μαζί με τον ΠΕΤΕΩ, τον γιο του Ορνεού,  τον οποίο είχε διώξει από την Αθήνα ο Αιγέας. Επειδή οι περισσότεροι από εκείνους που είχαν ακολουθήσει τον Πετεώ ήταν από τον Αττικό δήμο των Στιρέων, γι' αυτό η πόλη πήρε το όνομα Στίρις. Οι Στιρίτες έχουν εγκατασταθεί σε μέρος ψηλό και πετρώδες...  Στην Στίρι υπάρχει ιερό της Δήμητρας,  η οποία ονομάζεται Στιρίτις. Το ιερό είναι κτισμένο με ωμά πλιθιά, το άγαλμα όμως έγινε από πεντελήσιο μάρμαρο και παριστάνει τη θεά να κρατεί δάδες. Πλάι σ' αυτό υπάρχει άλλο άγαλμα περιβλημένο με ταινίες, από τα πιο αρχαία που υπάρχουν για τη Δήμητρα. [Η αρχαία Στίρις ή Στείρις βρίσκεται  σε μικρή απόσταση (15-20 λεπτά) προς τα νοτιοανατολικά του μοναστηριού του οσίου Λουκά, σε θέση γνωστή ως Παλαιοχώρα].

Η σημερινη Κοινότητα Στειρίου βρίσκεται 29 χλμ. από την Λιβαδειά και διοικητικά ανήκει στον Δήμο Διστόμου. Το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 450 μ. αμφιθεατρικά στους πρόποδες του Ελικώνα, του πανέμορφου βουνού των Μουσών, ενώ έχει θαυμάσια θέα προς τον Παρνασσό.  Το κλίμα της περιοχής είναι ήπιο, ξηρό και υγιεινό, από τα καλύτερα της Ελλάδας.

Το Στείρι πήρε την ονομασία του από την αρχαία Στείριδα. Οι Στειριείς ήταν Αθηναίοι στην καταγωγή, από την Στείριδα, δήμο της Αττικής που βρισκόταν μεταξύ Βραυρώνας και Πόρτο Ράφτη [άλλοι όμως λένε πως έχει σχέση με το ‘ΑΣΤΕΡΙ’ της Καισαριανής]. Υπολείμματα του αρχαίου οικισμού βρίσκονται στο Μπούλιο, λόφο απέναντι από τον Οσιο Λουκά, χωρίς όμως να έχουν γίνει συστηματικές ανασκαφές. Διασώζονται αρκετά τμήματα από το αρχαίο τείχος, δύο στέρνες, λίθινες γούρνες, ίχνη από οικοδομήματα, αρκοσόλια και τάφοι. Εντύπωση προκαλεί ο βασιλικός τάφος, που είναι λαξευμένος στον βράχο, με ορθογώνια πόρτα ως είσοδο. Εκεί ασκήτεψε ο Οσιος Λουκάς, γιαυτό και η περιοχή ονομάζεται Ασκηταριό. Ο Όσιος Λουκάς χρίστηκε μοναχός σε μια μονή της Αττικής, όπως λέει ο Δ. Γρ. Καμπούρογλου. Ίσως αυτή να ήταν  ‘Αστέρι’, που βρίσκεται στην Καισαριανή, μια και ο Όσιος απεκαλείτο Στειριώτης ή Αστεριώτης].

 Κοντά στο Ασκηταριό διασώζονται στους βράχους της αρχαίας Στείριδας ανεξήγητα σχήματα όπως της φωτογραφίας. Διασώζονται επίσης ορισμένες επιγραφές στη Μονή Οσίου Λουκά και στο Μουσείο Θηβών, με σημαντικότερη εκείνη που αναφέρεται στην πολιτική και θρησκευτική ένωση μεταξύ Στείριδας και Μεδεώνα που έγινε στα μέσα του 2ου π.Χ. αιώνα.

 

Στην ΙΛΙΑΔΑ αναφορές για τον Μενεσθέα :

 

Β  546. Ο Μενεσθεύς ήταν αρχιστράτηγος των Αθηνών. Γιος του Πετεω, ο πρώτος άνθρωπος που έβαλε ασπιδοφόρους άνδρες πάνω σε άλογα.

Δ 426. Ο Μενεσθεύς με τους Αθηναίους και ο Οδυσσέας με τους Κεφαλληνες στέκονται κοντά. Ο Αγαμέμνων τους επιθεωρεί και τους ονειδίζει γιατί δεν έχουν μπει ακόμα στη μάχη. Τον Μενεσθέα τον αποκαλεί «ὦ υἱὲ Πετεῶο διοτρεφέος βασιλῆος». Οπότε ο Πετεώ ήταν βασιλιάς των Αθηνών.

Μ, 329 . Στέλνει τον κήρυκα Θοώτη να ειδοποιήσει τους Αίαντες να έλθουν να τον βοηθήσουν. Ερχεται ο Τελαμώνιος και ο τοξότης Τεύκρος.

Ν 195. Ο Μενεσθεύς με τον άλλο αρχηγό των Αθηναίων, τον Στιχίο, φέρνουν στους Αχαιούς το σωμα του Αμφίμαχου.

Ν 690. Ο Μενεσθεύς με τους αλλους αρχηγούς των Αθηναιων.

Ο 330. Ο Εκτωρ σκοτώνει τον Στιχίο, αρχηγό των Αθηναιων και σύντροφο του Μενεσθέα, και τον Αρκεσίλαο, αρχηγό των Βοιωτών.

 

 

ΠΕΤΕΩΣ  [Μενεσθεύς υιός του Πετεώ]

Πόλη ΠΕΤΕΩΝ -ΩΝΟΣ, υπάρχει στην ΒΟΙΩΤΙΑ. Ο Όμηρος [Β, 500] μιλάει για τον  ΠΕΤΕΩΝΑ, πόλη  που έστειλε στρατό εναντίον της Τροίας.

Οι Αθήναι λοιπόν, με τον Μενεσθέα, υιό του Πετεώ,  και ο Πετεών της Βοιωτίας έστειλαν στρατό εναντίον των Τρώων, σε αντίθεση με τα παιδιά του ΘΗΣΕΑ (τον οποίο έδιωξε από την Αθήνα ο Μενεσθεύς, ενώ πριν χρόνια είδε διώξει ο πατέρας του Θησέα, ο Αιγέας τον Ορνεό, παππού του Μενεσθέα) που δεν πήγαν στην Τροία, παρά μόνο στο τέλος για να πάρουν την γιαγιά τους, την ΑΙΘΡΑ, η οποία είχε ακολουθήσει μαζί με την Ελένη, σαν θεραπαινίδα της. Οι σχέσεις Ελένης - Αίθρας αρχίζουν όταν ο Θησέας είχε απαγάγει την Ελένη και την είχε εμπιστευθεί στη μητέρα του.  Τότε οι  Διόσκουροι , θέλοντας να πάρουν πίσω την αδελφή τους, επιτέθηκαν στις Αθήνες, στην περιοχή Αφιδνών, και  ο Μενεσθεύς  έκανε συμφωνία μαζί τους.

Ο Όμηρος, τον ΠΕΤΕΩΝΑ της Βοιωτίας, τον τοποθετεί μετά  τον Ελεώνα, και την Ύλην. Εκεί, δίπλα στην ΥΛΙΚΗ λίμνη, υπάρχουν δυο βουνά. Ένα το ΥΠΑΤΟΝ και δεύτερο, το ΠΤΩΟΝ. Το Ύπατον, σήμερα, έχει το μοναστήρι του 'Σαγματά' και στο Πτώον υπάρχει μοναστήρι της Αγ. Πελαγίας.

Όμως όπως θα δούμε, η έννοια της λέξης ΠΕΤΕΩΣ είναι 'κάτι απλωμένο (σε πεδιάδα)'. Γι' αυτό και η θέση του δίπλα στην Ύλη [= δασος]  και τον Ελεώνα.

 

ΠΕΤΑΖΩ = ΑΠΛΩΝΩ, ΞΑΠΛΩΝΩ

ΠΕΤΑΙΤΑ = ΚΛΗΜΑΤΑΡΙΑ

ΠΕΤΑΚΝΟΝ = ΠΛΑΤΥ ΚΑΙ ΑΒΑΘΕΣ ΠΟΤΗΡΙ

ΠΕΤΑΜΑΙ = ΑΝΟΙΓΩ ΤΑ ΦΤΕΡΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΕΤΑΞΩ - ΠΕΤΩ

ΠΕΤΑΝΝΥΜΑΙ = ΕΞΑΠΛΩΝΟΜΑΙ

ΠΕΤΑΣΙΣ = ΞΕΔΙΠΛΩΜΑ

ΠΕΤΑΣΙΤΗΣ = ΠΛΑΤΥΦΥΛΛΟΣ

ΠΕΤΑΩ = [ρήμα - πολύ μεταγενέστερος τύπος αντί πετάννυμι] απλώνω # ξαπλώνω # ξεδιπλώνω # ανοίγω # εκτείνω (απλώνοντας τα φτερά  ΠΕΤΩ )

 

Και το όνομα του γιου του Ερεχθέα, Ορνεού, πατερα του Πετεώ, παραπέμπει σε ‘πέταγμα’, σε πουλί, Όρνεον.

Ο Ομηρος στην Ραψωδία Ν, στ. 690, αναφέρει Αθηναίους και Βοιωτούς μαζί.


ΕΡΕΧΘΕΑΣ
Σχετικά με  το όνομα του Ερεχθέα, στην Ιλιάδα Ψ στ. 316-317, υπάρχει  η φράση:

μήτι δ᾽ αὖτε κυβερνήτης ἐνὶ οἴνοπι πόντῳ

νῆα θοὴν ἰθύνει ἐρεχθομένην ἀνέμοισι·

Με σόφισμα στης θάλασσας τ’ αγριωμένα πλάτη

το ανεμόδαρτ’ οδηγεί καράβι ο κυβερνήτης.

 
ΕΡΕΧΘΕΥΣ ήταν και ένα από τα πολλά επίθετα του Ποσειδώνα.
 
 
 
ερέχθω =  συντρίβω # τσακίζω # αποχωρίζω # σχίζω # θραύω # θρυμματίζω # σπάζω # σπαράζω

 

G