ΑΓΑΠΗΝΩΡ

Αρχηγός των ΑΡΚΑΔΩΝ στον Τρωικό πόλεμο.

 

Ιλιάδος Ραψωδία Β, στ. 603-614

 

Ο Αγκαίος, πατέρας του Αγαπήνορα, ήταν ένας από τους Αργοναύτες. 

 

Ο Αγαπήνωρ, μετά την λήξη του Τρωικού πολέμου πήγε στην Κύπρο. Θεωρείται πως ίδρυσε τον ναό της Αφροδίτης στην Παλαίπαφο.

Βλ. σχετικά και για τον ΚΙΝΥΡΑ, που θεωρείται ο  πρώτος ιερέας της Αφροδίτης στην ΚΥΠΡΟ και αναφέρεται στην ΙΛΙΑΔΑ, ΡΑΨΩΔΙΑ  Λ, στ. 20.


Ο 
Παυσανίας,  8,  5,  1-3,  γράφει  σχετικά  με     τον   ναό της   Αφροδίτης  στην  Πάφο

Μετά τον θάνατο του Λυκούργου  βασιλιάς των Αρκάδων έγινε ο Εχεμος, γιος του Αερόπου, γιου του Κηφέα, του γιου του Αλέου. Τον καιρό του Εχέμου οι Αχαιοί νίκησαν σε μάχη περί τον Ισθμό της Κορίνθου τους Δωριείς κατερχόμενους στην Πελοπόννησο, με ηγεμόνα τον Υλλο του Ηρακλή, και ο Εχεμος σκότωσε τον Υλλο, ο οποίος τον είχε προκαλέσει σε μονομαχία. Η Τιμάνδρα, η κόρη του Τυνδάρεω παντρεύτηκε τον φονέα του Υλλου, τον Εχεμο. Ο Αγαπήνωρ ο γιος του Αγκαίου, γιου του Λυκούργου, που βασίλεψε μετά τον Εχεμο, ήταν ο αρχηγός των Αρκάδων στην Τροία [Βλ. ΙΛΙΑΔΟΣ ΡΑΨΩΔΙΑ Β, στ. 609].

Μετά την άλωση της Τροίας η κακοκαιρία που βρήκε τους Ελληνες κατά τον πλουν της επιστροφής. έφερε τον Αγαπήνωρα και τον στόλο των Αρκάδων στην Κύπρο, και ο Αγαπήνωρ έγινε οικιστής της Πάφου και ίδρυσε και το ιερό της Αφροδίτης στην Παλαίπαφο. Προηγουμένως η θεά λατρευόταν από τους Κυπρίους σε θέση ονομαζόμενη Γολγοί. Αργότερα η Λαοδίκη, καταγόμενη από τον Αγαπήνορα, έστειλε ένα  πέπλο [φόρεμα] στην Τεγέα για την αλέα Αθηνά. Το επίγραμμα του αναθήματος αυτού φανέρωνε και της ίδιας της Λαοδίκης την γενιά : Της Λαοδίκης ο πέπλος αυτός. Τον αφιέρωσε από την περίλαμπρο Κύπρο στην Αθηνά την δικιά της, στη μεγάλη πατρίδα.

[Το ιερό της  Αλέας ΑΘΗΝΑΣ είχε ιδρυθεί στην Τεγέα από τον αρχηγό της οικογένειας της Λαοδίκης, τον Άλεο (Παυσανίας 8, 4, 8)].

 

ΤΕΥΘΙΣ ή ΟΡΝΥΤΟΣ

 

Ο Παυσανίας στο 8,28,4, γράφει για κάποιον Αρκάδα αρχηγό Όρνυτο ή Τεύθι. ο οποίος είχε ξεκινήσει μαζί με τον στρατό των Αχαιών, αλλά από την Αυλίδα γύρισε πίσω στην Αρκαδία.

 

«Μετά την χώρα της Θεισόας έρχεται η κώμη Τεύθις, παλαιότερα πόλη. Κατά τον πόλεμο της Τροίας η Τεύθις είχε στρατιωτικό τμήμα με ιδιαίτερο αρχηγό, ο οποίος άλλοι λενε πως λεγόταν Τεύθις και άλλοι Όρνυτος. Όταν οι Έλληνες στην Αυλίδα, μη έχοντας ευνοϊκό άνεμο, ήταν επί πολύ αποκλεισμένοι εκεί, εξαιτίας αντίθετου ανέμου ισχυρού, ο Τεύθις προκάλεσε την έχθρα του Αγαμέμνονα. Ενώ ήταν έτοιμος να επαναφέρει στην πατρίδα τους Αρκάδες που διοικούσε, λένε πως η Αθηνά με τη μορφή του Μέλανα, γιου του Ώπα προσπαθούσε να αποτρέψει τον Τεύθιν από την επάνοδο σην πατρίδα. Εκείνος μέσα στον θυμό του, χτύπησε την θεά με το δόρυ στο μηρό, και κατόπιν έφερε το στρατό από την Αυλίδα στην Τεύθιν. Όταν επέστρεψε, του φάνηκε πως παρουσιάστηκε μπροστά του η θεά τραυματισμένη στον μηρό. Από τότε κατάλαβε τον Τεύθι μια ανίατη αρρώστια, ενώ η γη μόνο σ’ αυτό το μέρος της Αρκαδίας δεν έδινε καθόλου καρπούς. Αργότερα, μεταξύ των άλλων χρησμών που τους δόθηκαν από την Δωδώνη σχετικά με τον τρόπο, με τον οποίο θα εξευμένιζαν την θεά, ηταν και να κάνουν άγαλμα της Αθηνάς με τραύμα στο μηρό. Το άγαλμα αυτό το είδα και εγώ, με το μηρό περιτυλιγμένο σε επίδεσμο κόκκινο. Μεταξύ των άλλων υπάρχουν εδώ και ιερά της Αφροδίτης και της Άρτεμης. Αυτά στην Τεύθι».

 

Το όνομα του Τεύθι καθώς και το όνομα του αρχηγού των Πελασγών, αυτών που ήταν σύμμαχοι των Τρώων, Ιππόθοος Λήθοιο Πελασγού Τευταμίδη, μπορούν να συνδυαστούν και ίσως αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως  ο Αρκάς Τεύθις ανήκε στην Πελασγική φυλή. Γι’ αυτό και η αντίθεσή του στην εκστρατεία, το χτύπημα στην ‘Αθηνά’ και η αναζήτηση χρησμού στο μαντείο της Δωδώνης, αργότερα. Αυτό το μαντείο σέβονταν πάνω απ’ όλα οι Πελασγοί, όπως γράφει ο Ηρόδοτος [Β, 52].

Για τον Ιππόθοο, βλ. Ιλιάδος Ραψωδία  Β, σ. 840,  Ραψωδία  Ρ, στ. 288

ΤΕΥΤΑΜΙΔΗΣ.

G